Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου, Προηγουμένου Ἱ. Μ. Μεγάλου Μετεώρου, Ἁγίων Μετεώρων
Τόν Δεκέμβριο τοῦ 2021, μία ἀπό τίς πιό γνωστές Ἑταιρεῖες Δημοσκοπήσεων δημοσίευσε μία ἔρευνα[1][1], ὅπου ἀποτυπώνονται οἱ τάσεις στήν ἑλληνική κοινωνία κατά τήν τελευταία δεκαετία. Εἰδικότερα ἐξετάστηκαν οἱ προτιμήσεις καί ἡ ἐμπιστοσύνη πού δείχνουν διαχρονικά οἱ Ἕλληνες πολίτες σέ θεσμούς, μεταξύ αὐτῶν καί ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία καταγράφει τήν πιό θεαματική πτώση στά ποσοστά προτιμήσεως τῶν πολιτῶν.
Συγκεκριμένα, «οἱ θεσμοί πού ἀπώλεσαν τή μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη μεταξύ 2001 καί Δεκεμβρίου τοῦ 2021 ἦταν, κατά σειρά προτεραιότητας, ἡ Ἐκκλησία μέ ἀπώλεια 46 μονάδων, τό συνδικαλιστικό κίνημα μέ ἀπώλεια 32 μονάδων καί τά Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης μέ ἀπώλεια 31 μονάδων»[1][2]. Στήν διάρκεια τῆς τελευταίας δεκαετίας, ἡ ἐκτίμηση τῶν πολιτῶν στήν Ἐκκλησία, ἀπό τό 71% πού ἦταν τό 2001, ἔπεσε στό ποσοστό τοῦ 25%.
Πρόκειται, βεβαίως, γιά μία κατάσταση πού προκαλεῖ ἔντονο προβληματισμό καί βαθύτατη ὀδύνη σέ ὅλους τούς πιστούς, στούς ἀνθρώπους πού ἀγαποῦν τήν Ἐκκλησία καί ἔχουν ἀφιερώσει τήν ζωή τους στήν διακονία της. Καί ὅλα αὐτά σέ μία ἰδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία, πού ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σέ μία ἀκραία καί πρωτοφανή πνευματική καί ἠθική κατάπτωση καί ἀποστασία. Ἀπό τήν καθημερινή εἰδησεογραφία καί μόνο ἀποκαλύπτεται ἡ τραγικότητα τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς πραγματικότητας. Συνεχῆ καί εἰδεχθῆ ἐγκλήματα, βία, κακοποίηση, δολοφονίες, γυναικοκτονίες, παιδοκτονίες, παιδεραστίες, βιασμοί παιδιῶν καί γυναικῶν, μεγάλη ἔξαρση τῶν σεξουαλικῶν ἐγκλημάτων καί τῶν κάθε λογῆς διαστροφῶν, κατάλυση καί ἰσοπέδωση τῶν ἠθικῶν, πνευματικῶν, ἐθνικῶν, πολιτιστικῶν καί κοινωνικῶν ἀξιῶν, ἠθική κατάπτωση, κοινωνική, πολιτική καί ἐθνική παρακμή καί τόσα ἄλλα, συνθέτουν ἕνα πραγματικά ζοφερό σκηνικό.
Καί ἐνῶ θά ἀνέμενε κανείς ἀπό τήν Διοίκηση[1][3] τῆς Ἐκκλησίας νά ἐκφράσει τόν εὐλαβή λαό τοῦ Θεοῦ καί νά ἀποτελέσει τό ἀνάχωμα σέ ὅλη αὐτή τήν παρακμή, βλέπουμε τήν καταβαράθρωση τῆς μαρτυρίας της καί τήν κατάληξή της σέ θέση οὐραγοῦ.
Τήν ἀπαξίωση αὐτή τῆς Διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας (μεταξύ ἄλλων παραδοσιακῶν θεσμῶν) στήν ἑλληνική κοινωνία σχολιάζει, σέ πρόσφατο ἄρθρο του, ὁ διευθυντής τῆς Ἐφημερίδος Καθημερινή κ. Ἀλέξης Παπαχελάς: «Ἠθικά δοκάρια γιά νά ἀκουμπήσει [ἡ κοινωνία] δέν ὑπάρχουν. Ὁ πήχυς κατεβαίνει συνέχεια. Καί τραβάει τούς πάντες πρός τά κάτω… Μέχρι καί ἡ Ἐκκλησία μοιάζει νά ἀπορροφεῖται ἀπό μπίζνες καί νά ξεχνάει τόν ρόλο της. Σέ κρίσιμες θέσεις βρίσκονται, δυστυχῶς, ἄνθρωποι πού δέν μποροῦν νά χειριστοῦν μέ κῦρος καί σοβαρότητα τούς θεσμούς πού ἐκπροσωποῦν»[1][4].
Δυστυχῶς, ἡ Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας ἀποδεικνύεται τίς περισσότερες φορές κατώτερη τῶν περιστάσεων. Σιωπῶσα καί ὑπνώττουσα, ἐγκλωβισμένη στόν ἀσφυκτικό ἐναγκαλισμό της μέ τήν κρατική ἐξουσία καί ὑποταγμένη στήν πολιτειοκρατία, βαθειά διαβρωμένη ἀπό τήν ἐκκοσμίκευση, ἄνευρη καί νωχελική, ἀδυνατεῖ νά ἀρθρώσει λόγο ἀληθείας. Ἀδυνατεῖ νά συμβάλει στήν ἀναχαίτιση τῆς ἠθικῆς καί πνευματικῆς κατάπτωσης, πού κατακλύζει τήν κοινωνία μας· ἀδυνατεῖ νά ἀντιδράσει καί νά ἀντιταχθεῖ ἀποφασιστικά στό ἀντίθεο καί ἀνθελληνικό κατεστημένο, πού συνεχῶς ἰσχυροποιεῖται καί ἑδραιώνεται στήν πατρίδα μας.
Πορεύεται ἀποκομμένη καί σέ πλήρη ἀναντιστοιχία μέ τίς καθημερινές ἀνάγκες καί τά προβλήματα τοῦ λαοῦ της, πού στενάζει πραγματικά κάτω ἀπό δυσβάστακτες συνθῆκες. Ἕνας λαός φτωχοποιημένος, πικραμένος καί πονεμένος, ἀποίμαντος, ἀκατήχητος, ἀπογοητευμένος καί ἐγκαταλελειμμένος καί ἀπό τούς πνευματικούς καί ἐκκλησιαστικούς του ταγούς, καθώς βλέπει τούς περισσότερους ἀπό αὐτούς ἀπόντες καί ἀδιάφορους, σέ ἄλλο μῆκος κύματος, κλεισμένους ἑρμητικά σέ ἕναν μικρόκοσμο καί μιά εἰκονική πραγματικότητα διαμετρικά ἀντίθετη ἀπό τήν τραγική πραγματικότητα πού ὁ ἴδιος βιώνει. Τούς βλέπει ἀπορροφημένους, ἀφοσιωμένους, ἀσχολούμενους καί συμμετέχοντες σέ λαμπερές καί πολυπρόσωπες ἐκκλησιαστικές τελετές, σέ διάφορες τιμητικές ἐκδηλώσεις, ὀνομαστήρια, ἐπετείους καί ποικίλες ἐκκοσμικευμένες δραστηριότητες.
Κι ἐνῶ γινόμαστε ὅλοι μάρτυρες τοῦ ἐφησυχασμοῦ καί τῆς ἀδράνειας τῆς Διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας σέ ἀποφασιστικά ζητήματα, ἀντίθετα διαπιστώνουμε μία ἐντελῶς δυσανάλογη καί ἐπιλεκτική ὑπερκινητικότητα καί μία πλούσια δραστηριότητα στόν οἰκονομικό τομέα. Ἀναπτυξιακές ἑταιρεῖες, μή κυβερνητικές ὀργανώσεις (ΜΚΟ), κοινοτικά προγράμματα, μελέτες, ἐπιχορηγήσεις, ἐπενδύσεις, μετοχές καί συναλλαγές ἔχουν μετατρέψει, σέ ἕνα μεγάλο ποσοστό, τήν Ἐκκλησία μας, τίς ἐνορίες μας, τά μοναστήρια μας, ἀπό νοσοκομεῖα καί ἰατρεῖα ψυχῶν σέ οἰκονομοτεχνικούς ὀργανισμούς καί σέ ὑπηρεσίες διεκπεραιώσεως κυρίως οἰκονομικῶν καί λογιστικῶν ὑποθέσεων.
Τά εἶχε περιγράψει τόσο εὔστοχα καί διορατικά ὅλα αὐτά, πρίν ἀπό χρόνια, ὁ Ὁμότιμος Καθηγητής κ. Μαντζαρίδης, ὅταν εἶχε καταγράψει μία διαχρονική καί πάντα ἐπίκαιρη διαπίστωση: «Τό αἴτημα πού ὑπάρχει γιά ἄμεση μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας στήν κοινωνική ἤ τήν πολιτική ζωή, δέν ὀφείλεται οὐσιαστικά στήν ἀνεπάρκεια τῆς μαρτυρίας αὐτῆς, ἀλλά στήν ἀπουσία της. Ὅταν ἡ Ἐκκλησία παρουσιάζεται ὡς κατεστημένο, συχνά μάλιστα πιό δύσκαμπτο καί πιό ἀναχρονιστικό ἀπό τό κοινωνικό ἤ τό πολιτικό κατεστημένο, ὅταν ἡ χαρισματική καί ἐσχατολογική προοπτική της συμπιέζεται σέ μονολιθική καί ἐγκοσμιοκρατική ὀργάνωση, ὅταν ἡ ἀρχή τῆς θυσίας καί τῆς διακονίας διαστρέφεται σέ ἀπολυταρχική ἐξουσία, πού ἀρνεῖται μάλιστα κάθε ἐποικοδομητική κριτική καί ἐπικαλεῖται τό κῦρος τῆς θείας αὐθεντίας, γιά νά καλύψει τήν αὐθαιρεσία καί τήν ἀσυναρτησία, δέν μπορεῖ νά δώσει θετική μαρτυρία»[1][5].
Αὐτές οἱ τόσο ἀληθινές διαπιστώσεις τοῦ σεβαστοῦ Καθηγητῆ, πού ἔγιναν πρίν ἀπό δεκαετίες, θά μποροῦσαν ἴσως νά θεωρηθοῦν καί ἐπιεικεῖς σέ σχέση μέ τήν σημερινή πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ἡ πρόσφατη ἀντιμετώπιση τοῦ ζητήματος τοῦ κορωνοϊοῦ, ὅπου ἡ Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀντί νά προτάξει τά ἁγιαστικά μέσα τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, τῆς θείας λατρείας, τῶν ἁγίων λειψάνων καί τῶν ἁγίων εἰκόνων, τῶν λιτανειῶν καί τῶν θείων μυστηρίων, προσδέθηκε ἀσφυκτικά στό ἅρμα τῆς θεοποιημένης ἐπιστήμης καί ἀποδέχτηκε ἀδιαμαρτύρητα καί παθητικά ὅλα τά ἀντιεκκλησιαστικά κυβερνητικά μέτρα. Παράλληλα, συνέχισε χωρίς διακοπή, χωρίς καμμία ἀναστολή καί χωρίς τόν παραμικρό δισταγμό, τήν «ἀγαστή συνεργασία» της καί τίς οἰκονομικές καί ἄλλες συναλλαγές της μέ τήν Κυβέρνηση καί ταυτίστηκε μαζί της στήν σκληρότητα καί τήν αὐστηρότητα στόν στιγματισμό καί τήν δίωξη εὐλαβῶν ἱερέων καί πιστῶν.
Ὅλη αὐτή ἡ συμπεριφορά ἐπιβεβαιώνει καί καθιστᾶ, ὅσο ποτέ ἄλλοτε, ἐπίκαιρους τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου τοῦ Πηλουσιώτου: «Tό πάλαι ὑπέρ τῶν προβάτων ἀπέθνησκον οἱ ποιμένες, νῦν δέ μᾶλλον αὐτοί ἀναιροῦσι τά πρόβατα… Tότε τήν ἀρετήν ἤσκουν, νῦν δέ τούς τήν ἀρετήν ἀσκοῦντας ἐξοστρακίζουσι»[1][6]. Δηλαδή, παλαιότερα οἱ Ποιμένες πέθαιναν γιά τά πρόβατά τους. Τώρα, ὅμως, αὐτοί οἱ ἴδιοι σκοτώνουν τά πρόβατά τoυς. Τότε ἐξασκοῦνταν στήν ἀρετή, τώρα ὅμως αὐτούς πού ἀσκοῦνται στήν ἀρετή τούς κυνηγοῦν καί τούς διώκουν.
Τά πιστά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, παρά τήν πικρία καί τόν πόνο πού τούς προκαλεῖ ἡ στέρηση τῆς πνευματικῆς πατρότητας, προστρέχουν μέ μεγαλύτερη ἀκόμη θέρμη στήν στοργική μας Μάνα, πού εἶναι ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία εἶναι ἡ καλή καί σοφή μας Μάνα, ἡ γαλακτοτροφοῦσα, ἡ παιδαγωγοῦσα, ἡ εἰρηνεύουσα, ἡ ἀναπαύουσα, ἡ συμπάσχουσα, ἡ θεραπεύουσα, ἡ συγχωροῦσα, ἡ ἁγιάζουσα, ἡ οὐρανοδρομοῦσα. Μέσα σ’ αὐτήν ἀναγεννιόμαστε πνευματικά, στήν ἀγκαλιά της γαλουχούμαστε καί ἀνδρωνόμαστε καί ἐπιτυγχάνουμε τήν σωτηρία μας. Σέ αὐτή τήν Μάνα παραμένει ἀφοσιωμένος ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ, διαφυλάσσει ἐνεργή τήν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική καί δογματική του συνείδηση· διατηρεῖ σέ ἐγρήγορση τά ἑλληνορθόδοξα ἀντανακλαστικά του· ἀγρυπνεῖ, προβληματίζεται, ἐνημερώνεται, δραστηριοποιεῖται ὅσο καί ἄν πικραίνεται, ὅσο καί ἄν λοιδωρεῖται καί ἐπικρίνεται.
Λοιδωρεῖται καί ἐπικρίνεται ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἀγωνιᾶ καί δραστηριοποιεῖται γιά τήν διαφύλαξη τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς του, ὅταν ἀντιδρᾶ στά σύγχρονα οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα, ὅταν ἀντιστέκεται στά σχέδια καί τίς ἐπιταγές τῆς Νέας Τάξεως Πραγμάτων καί ἀρνεῖται τήν ποδηγέτησή του στά συστήματα ἐλέγχου, στόν ἰσοπεδωτικό ψηφιακό μετασχηματισμό, στήν θεοποίηση τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἐπιστήμης καί τόν μετανθρωπισμό τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Λοιδωρεῖται ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ, χαρακτηριζόμενος καί στιγματιζόμενος γιά ἄκρατο ζηλωτισμό καί φονταμενταλισμό καί ἐπικρίνεται γιά δῆθεν ἀνυπακοή πρός τήν Ἐκκλησία ἀπό τούς ἴδιους τούς ποιμένες του, πού αὐτοαναγορεύονται σέ ἀπόλυτους καί μοναδικούς ἐκφραστές τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη καί ὅταν οἱ ἴδιοι δέν εἶναι «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι» καί ὅταν οἱ ἀποφάσεις τους δέν εἶναι «ἐν Ἰησοῦ Χριστοῦ γνώμῃ»[1][7].
[1][1] Δημοσκόπηση ἑταιρείας Κάπα Research, 13-14/12/2021. Βλ. Ἀλέξη Ρουτζούνη, Δημοσκόπηση – Ἡ ἀποσύνθεση τῆς Μεταπολίτευσης ἐγκυμονεῖ νέες συγκρούσεις, Τό Βῆμα, 07/01/2022, https://www.tovima.gr/2022/01/07/politics/dimoskopisi-i-aposynthesi-tis-metapoliteysis-egkymonei-nees-sygkrouseis/
[1][2] Κώστα, Στούπα, Ἦταν δημοσιογράφος ὁ μακαρίτης;, Capital.gr., 20/01/2022, https://www.capital.gr/o-kostas-stoupas-grafei/3609025/itan-dimosiografos-o-makaritis
[1][3] ΔΙΣ (Διαρκής Ἱερά Σύνοδος) καί ΙΣΙ (Ἱερά Σύνοδος Ἱεραρχίας)
[1][4] Ἀλέξη Παπαχελᾶ, Ἡ παγίδα τοῦ κυνισμοῦ, Ἡ Καθημερινή, 06/11/2022, https://www.kathimerini.gr/opinion/562124734/i-pagida-toy-kynismoy/
[1][5] Μαντζαρίδη Ἰ. Γεωργίου, Χριστιανική Ἠθική ΙΙ , ἐκδ. Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 2003, σ.151
[1][6] Ἁγίου Ἰσιδώρου τοῦ Πηλουσιώτου, Ἱέρακι πρεσβυτέρῳ, PG 78, 905-908
[1][7] Ἁγ. Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Πρός Ἐφεσίους 3,2, Ἀποστολικοί Πατέρες, Ἄπαντα τά Ἔργα τ. 4 , ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 78
Πηγή: aktines.blogspot.com