Κείμενο – επεξεργασία διήγησης – φωτογραφία: Γεώργιος Χουστουλάκης
Σπουδαία οικονομική στήριξη το χαρούπι στη Μεσαρά παλιότερα
Κάποια μέρα του Αυγούστου, όταν είχαν τελειώσει οι δουλειές του αλωνίσματος των σιτηρών, είχαν βάλει μέσα τα άχυρα και τον καρπό, τι άλλο έμενε; Τα χαρούπια!
Από βραδύς μια μέρας του Αυγούστου, έλεγε ο πατέρας:
-Αύριο θα πάμε στα χαρούπχια!
Να σκωθείτε πρωί – πρωί, να μη μας -ε φάει κάψα!
Έπρεπε να μαζέψουμε νωρίς και τα χαρούπια, “να μη τα ταίσουν οι βοσκοί”!
Με δυο γαϊδούρια, πολλά τσουβάλια, μαζί και τα κατσίκια και όλη η οικογένεια, τραβά για τα ορεινά μέρη που ήταν οι χαρουπιές!
Μαζί μας κρατούσαμε και δυο καλές μακριές ντέμπλες, που ήταν από αγριελιάς λαίμαργοι βλαστοί αποξηραμένοι, τουλάχιστο τέσσερα μέτρα μάκρος!
Η χαρουπιές, φύτρωναν μόνες τους, λιγότερες σε πεδινά μέρη, αλλά κυρίως φύτρωναν σε ημιορεινά βραχώδη μέρη, σε πλαγιές, αλλά και σε δύσβατα και κακοτράχαλα εδάφη.
Πολλές φορές το μάζεμα γινόταν σε δύσκολες συνθήκες.
Ανέβαινε ένα παιδί να “σείσει”, να κουνήσει δηλαδή τα κλαδιά της χαρουπιάς, και έτσι έπεφταν τα περισσότερα χαρούπια κάτω.
Τα υπόλοιπα λίγα που έμεναν από κάτω, τα έριχναν με την ντέμπλα.
Δεν ήταν λίγες οι φορές, που τα χαρούπια έπεφταν πάνω σε ακανθώδη θάμνους, σε κατσοπρίνια, σε ασπαλάθους, και πάνω σε φυτά με αγκάθια, και έπρεπε με δυσκολία να μαζευτούν κι από εκεί.
Αυτή η ετήσια εργασία, πρόσφερε άνεση στην οικονομία του σπιτιού, και πριν από το 1940, και κατ’ επέκταση και στην οικονομία όλης της Μεσαράς!
Ο πρώτος που τα αγόραζε τότε στη περιοχή, ήταν ο Πετρακογιώργης στις Μοίρες!
Εκεί λοιπόν του τα πήγαιναν με τα γαϊδουρομούλαρα, και έπαιρνα το ανάλογο χρηματικό ποσό. Μπορεί να μην είχαν ιδιαίτερα μεγάλη τιμή, αλλά και μόνο που είχαν μηδέν έξοδα για την παραγωγή τους, όσο να ‘ναι από ένα μεροκάματο το άτομο, έβγαζε αρκετά η οικογένεια!
Αν πήγαιναν ας πούμε τέσσερα άτομα, οι γονείς με τα δύο παιδιά, μέχρι το μεσημέρι είχαν βγάλει τέσσερα πολύ καλά μεροκάματα!
Και επειδή τότε τα χαρούπια ήταν πολλά, πολλές φορές πήγαιναν και τρείς ή τέσσερις ημέρες, ήτοι αυτό σημαίνει δώδεκα μεροκάματα!
Τα λεφτά ήταν καλά, μάλιστα τότε που πλησίαζε και ο Σεπτέμβριος, και τα παιδιά θέλανε τετράδια, μολύβια, ρούχα και παπούτσια.
Ο μύλος του Πετρακογιώργη
Ο Πετρακογιώργης τότε είχε μύλο στις Μοίρες, όπου άλεθε τα χαρούπια.
Στη συνέχεια τα έστελνε αλεσμένα με το καράβι για τον Πειραιά, όπου εκεί υπήρχε βιομηχανία όπου τα επεξεργαζόταν.
Στη Γερμανία έστελναν εξαγωγή μόνο τα κουκούτσια απ’ ότι μαθαίναμε, και το υπόλοιπο αλεσμένο χαρούπι πήγαινε για ζωοτροφές, στη φαρμακευτική βιομηχανία, αλλά και για χαρουπόμελο.
Η βιομηχανία εκείνη στον Πειραιά έβγαζαν ακόμα και ζάχαρη από τα χαρούπια, για χρίση κυρίως στη ζαχαροπλαστική.
Ακούγαμε απ’ ότι λέγανε τότε, πως οι Γερμανοί, με τα κουκούτσια κάνανε διάφορα! Έλεγαν πως έβγαζαν μια ζελατίνα, άλλοι λέγανε πως τη ζελατίνα αυτή τη χρησιμοποιούσαν στα αεροπλάνα για ανθεκτικότητα!
Άλλοι λέγανε πως φτιάχνανε … φακούς!
Δεν μάθαμε όμως ποτέ την ακριβή χρίση του χαρουπόσπορου από τους Γερμανούς!
Η Μεσαρά, παρήγαγε τότε μεγάλες ποσότητες χαρουπιού.
Όλα τα ορεινά χωριά, από Μαγαρικάρι, Γέργερη, Καμάρες, Βορίζα, Ζαρός, Γαλιά, Σκούρβουλα, Φανερωμένη, έστελναν τεράστιες ποσότητες, στο μύλο του Πετρακογιώργη, αφού ήταν ορεινά η ημιορεινά χωριά, και υπήρχαν πολλές χαρουπιές!
Βέβαια τεράστιες ποσότητες πήγαιναν στον Πετρακογιώργη, και από άλλες περιοχές, της Κρήτης όπως από τον Κίσσαμο, και από τα Αμαριώτικα χωριά του Ρεθύμνου με τα κάρα, αλλά και με τα γαϊδούρια!
Τις δεκαετίες του ‘50 και μετά, τα χαρούπια πλέον τα αγόραζαν λαι οι ίδιοι οι μπακάληδες στα χωριά.
Ωστόσο, υπήρχαν μύλοι στις Μοίρες τότε, που αν κάποιος ήθελε να μετατρέψει τα χαρούπια του σε τροφή για τα ζώα του, δηλαδή να του τα αλέσει, ο μύλος την εργασία αυτή, την έκαναν δωρεάν! Ο μύλος πράγματι τα άλεθε δωρεάν, αφού σα;νν προμήθεια ήθελε μονάχα να κρατήσει τους σπόρους του χαρουπιού, όπου έστελναν και τότε όπως είπαμε στη Γερμανία!
Φυσικά από την αρχαιότητα το σπόρο του χαρουπιού, τον έλεγαν «κεράτιον», που ήταν μονάδα βάρους του χρυσού .
Ένα κεράτιον, ήταν το σημερινό καράτι, που ήταν ίσο με το βάρος ενός σπόρου χαρουπιού.
Το χαρούπι, η “σοκολάτα” των παιδιών!
Τα χαρούπια με τα παιδιά είχαν μια καλή σχέση.
Συνήθως στο μάζεμα διάλεγαν τα πιο μεγάλα και τα άφηναν στην άκρη γιατί μέσα είχαν το «μέλι» όπως το έλεγαν, και όταν πείναγαν τα έτρωγαν.
Πολλά παιδιά στα έχνη που πήγαιναν το Φθινόπωρο, όταν έβλεπαν να έχει παραπομείνει κανένα χαρούπι πάνω στη χαρουπιά, το έριχναν με πέτρα η ξύλο, γιατί «είχε φάει βροχή», είχε φρυγανιστεί και από τον ήλιο, και έτσι ήταν απαλό και πολύ πιο αφράτο και νόστιμο!
Πολλές οικογένειες τα παλιά χρόνια έφτιαχναν και το χαρουπόμελο, κυρίως για δυό λόγους. Ο ένας ήταν όταν τα παιδιά αντιμετώπιζαν διάρροια, τους έδιναν από μια η δύο κουταλιές, και τους πέρναγε αμέσως!
Ο άλλος λόγος, ήταν που το χαρουπόμελο το έβαζαν και στους τηγανίτες αντί πετιμέζι. Φυσικά στην κατοχή, πολλοί τα έτρωγαν φουρνιστά!
Κατά το μάζεμα των χαρουπιών στα χρόνια της πείνας, στη κατοχή αλλά και πριν, διάλεγαν τα πιο χονδρά χαρούπια και γέμιζαν ένα καλάθι η περισσότερα.
Στο σπίτι τα φούρνιζαν οι γονείς, και τα έβαζαν μετά σε μια κοφινίδα, η σε ένα πιθαράκι, και τα έτρωγαν το χειμώνα, αντί για … σοκολάτα!
Δεν υπήρχε παιδί στην κατοχή, που να μην είχε στην τσάντα του μερικά φουρνισμένα χαρούπια…
Ευχαριστούμε τον αείμνηστο Μύρο Μαραγκάκη, για τις αναμνήσεις και τα ενθυμήματά του από τα παιδικά του χρόνια, που ζούσε στο χωριό μας στη Γαλιά, όπου βάσει των εμπειριών του, συντάξαμε στο εν λόγω κείμενο!