Οι ελιές καλύπτουν μεγάλα τμήματα των πεδιάδων και των χαμηλότερων λόφων. Παρατήρησα ότι η κοινωνική θέση ενός αγρότη σε χαμηλότερες περιοχές μετριόταν βάσει του αριθμού των ελαιόδεντρων που είχε στα χωράφια του. Μια οικογένεια θεωρούταν πλούσια όταν είχε αρκετό λάδι αποθηκευμένο για όλο τον χρόνο για να το καταναλώσει, να το πουλήσει, να το ανταλλάξει για οικιακά αγαθά ή να πληρώσει τον γιατρό.
Το λάδι ήταν το χρήμα, οι ελιές η τράπεζα και μαζί άξιζαν όσο ο χρυσός. Όλοι ήταν περήφανοι για τα δέντρα τους και τον αριθμό των δοχείων λαδιού που μπορούσαν να συγκεντρώσουν. Υπήρχαν κυρίως δύο ποικιλίες ελαιόδεντρων στη Λευκάδα. Η ψηλή Ασπρολιά, η οποία μεγαλώνει σε χαμηλό υψόμετρο και η Μαυρελιά στους δυτικούς λόφους, η οποία είναι το κυρίαρχο είδος και μπορεί να μεγαλώσει σε περιοχές που βρίσκονται σε υψόμετρο μέχρι και 600 μέτρα.
Η κάθε ελιά παρακολουθούνταν προσεκτικά από τον ιδιοκτήτη της σαν να ήταν ένα «ιερό δέντρο». Οι αγρότες πρόβαλαν μεγάλη αντίσταση όταν θέλησα να τους μάθω πώς να κλαδεύουν τα δέντρα προκειμένου να έχουν τακτική καρποφορία και να είναι εύκολη η συγκομιδή. Όταν κατασκευάζονταν νέοι δρόμοι αναγκάστηκα να προσαρμόσω την ευθυγράμμιση καθότι οι αγρότες δεν ήταν πρόθυμοι να κόψουν ούτε μία μικρή ελιά. Ωστόσο έδειξαν έντονο ενδιαφέρον να φυτέψουν περισσότερα ελαιόδεντρα όπως η Κορωνεϊκη, μια πολύ καρποφόρα ελιά. Στη δεκαετία του εξήντα το τμήμα γεωργίας ξεκίνησε την καταπολέμηση του Δάκου (ένα σκουλήκι της ελιάς) πρώτα με αεροψεκασμούς και αργότερα με παγίδες, εφαρμογή εντομοκτόνου σε μορφή δολώματος σε επιλεγμένα κλαδιά από πληρωμένο ψεκαστή.
Καθώς οι ελιές παρέμεναν ακλάδευτες καρποφορούσαν κάθε δεύτερη ή τρίτη χρονιά. Μέχρι τον Νοέμβρη οι αγρότες είχαν ήδη ξεκινήσει να συλλέγουν με το χέρι τις πεσμένες ελιές. Στη δεκαετία του εβδομήντα τα πλαστικά δίχτυα άρχισαν να τοποθετούνται κάτω από τα δέντρα. Η κανονική συγκομιδή ξεκινούσε τον Ιανουάριο μετά τη σπορά του σταριού. Ένας άνδρας σκαρφάλωνε στο ψηλό δέντρο και ράβδιζε τα κλαδιά με τον λούρο (επιμήκης ράβδος) για να πέσουν οι ελιές. Οι πεσμένες ελιές συλλέγονταν από απλωμένα λιόπανα και αργότερα από πλαστικά δίχτυα.
Αφού η οικογένεια είχε αποθηκεύσει ένα συγκεκριμένο ποσό ελιών στο σπίτι, οι ελιές μεταφέρονταν στο ελαιοτριβείο για άλεση και σύνθλιψη. Οι στρογγυλές πέτρες που χρησιμοποιούνταν για να αλέσουν τις ελιές κινούνταν από ένα άλογο ενώ η πρέσα που έβγαζε το λάδι κινείτο από κάμποσους άνδρες. Τα επόμενα χρόνια ιταλικά σύγχρονα ηλεκτροκίνητα μηχανήματα αντικατέστησαν αυτή την παραδοσιακή εξαγωγή λαδιού.
Ο συνεταιρισμός του ΤΑΟΛ ξεκίνησε στην πεδιάδα της Βασιλικής ένα περιφερειακό εργοστάσιο για να εξάγει το υπόλοιπο από την ελαιόμαζα των ντόπιων ελαιοτριβίων. Σύντομα όμως έκλεισε εξαιτίας του χαμηλού κέρδους και των παραπόνων των ξενοδόχων για την απαίσια οσμή.
Για να καταστεί το σπίτι πιο ασφαλές σε περίπτωση σεισμού μεγάλα δοκάρια ξύλου ελιάς τοποθετούνταν στον πέτρινο τοίχο για να στηρίξουν τους ορόφους και τη στέγη. Το όμορφο γεμάτο «νερά» ξύλο της ελιάς το προτιμούσαν και για τη χειρολαβή της γκλίτσας, το ραβδί του βοσκού. Το σκληρό και ανθεκτικό ξύλο της ελιάς ήταν ιδανικό για τη φωτογωνιά που ήταν κάποτε το μόνο μέσο θέρμανσης και μαγειρέματος.
Από τη Λευκάδα ακόμα απουσιάζουν η επαγγελματική φροντίδα των ελαιόδεντρων και η σύγχρονη εξαγωγή λαδιού. Έτσι πολλοί αγρότες αφήνουν ανεκμετάλλευτες τις μεγάλες ευκαιρίες που τους δίνονται από την παγκόσμια ζήτηση για βιολογικά παραγόμενο ελαιόλαδο. Σήμερα οι ίδιοι αγρότες κόβουν τα ψηλά κλαδιά μέχρι τον βασικό κορμό αλλά αυτό από μόνο του απέχει πολύ από την επαγγελματική ελαιοκαλλιέργεια. Ακόμα και η ποικιλία της κορονέικης, που φυτεύτηκε πριν από κάποιες δεκαετίες δεν κλαδεύεται κατάλληλα ώστε να μπορέσει να παράξει τακτικά λάδι υψηλής ποιότητας. Οι βασικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την καλλιέργεια της ελιάς γίνονται τον χειμώνα έτσι θα μπορούσε να λειτουργήσει συμπληρωματικά ως προς την εποχιακή καλοκαιρινή εργασία στον τομέα του τουρισμού. Μέρος του λαδιού μπορεί να πουληθεί- όπως κάνει η Ιταλία – σε μεγαλύτερη τιμή ως «Ελαιόλαδο της ορεινής Λευκάδας».
Οι πάμπολλοι παλαιοί ελαιώνες της Λευκάδας είναι πανέμορφοι και αποτελούν μοναδικό κομμάτι πολιτιστικής κληρονομιάς! Ο πολύμορφος κορμός γεμάτος γιατρεμένες πληγές μάς αφηγείται τις πάμπολλες δυσκολίες που συνάντησε το δέντρο καθώς μεγάλωνε τους τελευταίους αιώνες. Μια αμμουδιά μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε ρομαντισμό αλλά και γαλήνη και ευτυχία που θα συναντήσεις σε ένα περίπατο κάτω από τη σκιά ενός γέρικου ελαιώνα. Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ελαιώνες στη Λευκάδα, ωστόσο κατ’ εμέ ο πιο όμορφος, ο πιο ιδανικός για να ανακαλύψεις τα μυστικά και το μυστήριο του ελαιόδεντρου είναι ο ελαιώνας στο οροπέδιο κάτω από το Αθάνι – ψηλά πάνω από το Ιόνιο πέλαγος.
Κείμενο και φωτογραφίες: Fritz Berger από το βιβλίο: «Η Μορφή των Χρόνων – Λευκάδα 1962 -2016»
Πηγή: aromalefkadas.gr