H Αλκυόνη Σκανδάλη υπήρξε μια από τις σημαντικές μορφές της πλατείας του Μεϊντανιού, κι εν γένει των Ανωγείων, που με το ζαχαροπλαστείο της στην πλατεία και την τέχνη της στο γαλακτομπούρεκο, συνέβαλλε αποφασιστικά στην αύξηση του ποιοτικού τουρισμού στην περιοχή μας. Οι περισσότεροι που θα επισκεφθούν τα Ανώγεια θα γυρέψουν το παραδοσιακό γαλακτομπούρεκο της πλατείας που μέχρι και σήμερα παραμένει μοναδικό στη γεύση και την προτίμηση των επισκεπτών. Η Αλκυόνη “έφυγε” πλήρης ημερών και την Κυριακή στον Αι Γιώργη ο κόσμος θα ανάψει ένα κερί στη μνήμη της, που πέρα από την συνεισφορά που αναφέραμε, ξεχώρισε για το ήθος της αλλά και την δύναμη με την οποία αντιμετώπισε τις δυσκολίες που συνάντησε στη ζωή της.
Ο εγγονός της Βασίλης Δραμουντάνης του “Λιαμονίκο” με συγκίνηση και εκ μέρους όλων των εγγονιών της, εκφώνησε τον επικήδειο λόγο πριν σαράντα ημέρες, αναφέροντας τα παρακάτω:
“Οι άνθρωποι πεθαίνοντας, μπορεί να χάνουν την ιδιότητα του ζωντανού, δε χάνουν όμως καμία άλλη από όσες απέκτησαν όσο ζούσαν.
Ολοκάθαρα μπορούμε όλοι μας να νιώσουμε σήμερα που στοχαζόμαστε τη ζωή και το θάνατο μπροστά στην Αλκυόνη Σκανδάλη, πως στη σφαίρα της υστεροφημίας, ότι απέκτησε ο άνθρωπος παραμένει εκεί αμάλαγη κληροδοτημένη ενέργεια.
Οι άνθρωποι όταν πεθαίνουν, το μόνο που χάνουν είναι η ζωή.
Η ανθρωπιά, η αξιοπρέπεια, η τιμή, η σεμνότητα δεν καταδέχονται να ανακατευτούν με την ύλη. Μένουν σαν δροσερή ομίχλη γύρω από μια αγαπημένη φωτογραφία κρεμασμένη στον τοίχο που φωτίζεται από τον απογευματινό ήλιο.
Από την πόρτα του ζαχαροπλαστείου μέχρι την πόρτα του Αϊ Γιώργη είναι δέκα τα βήματα.
Για να κάνεις αυτά τα δέκα βήματα γιαγιά, χρειάστηκε να περάσουν 93 χρόνια.
Σε σεβάστηκαν τα χρόνια και πέρασαν αργά, για να προλάβεις να κάνεις τα πολλά και σπουδαία που χώρεσε η ζωή σου.
Όταν ήσουν 13, ο πατέρας σου εκτελέστηκε από τους Ναζί.
Το έμαθες τυχαία γυρνώντας από χωριό σε χωριό μετά την καταστροφή των Ανωγείων και τον ξεριζωμό, ψάχνοντας τα ίχνη της μικρής σου αδερφής Αριστέας που είχε χαθεί.
Παντρεύτηκες στα 16 σου.
Γέννησες 4 παιδιά.
Τα δίδυμα τα έχασες όταν έγιναν 13 μηνών.
Έχασες τον άντρα σου όταν ήσουν 44 χρονών.
Δημιούργησες το “ζαχαροπλαστείο” εδω στο Μεϊντάνι το 1960.
Έπλεξες ατελείωτα χιλιόμετρα φύλλου κανταΐφι.
Άρχισες να φτιάχνεις παγωτό, όταν αυτό γινόταν με χειροκίνητες μηχανές.
Διαχειρίστηκες αμέτρητους τόνους γάλα και σιμιγδάλι.
Είναι αδύνατον να υπολογιστούν τα ταψιά των γλυκών που έφτιαξες.
Ύφανες χιλιάδες μετρά νήματος μαλλιού στο αργαστήρι σου, έπλεξες άλλη τόση μεταξωτή κλωστή φτιάχνοντάς μαντήλια, φύτεψες ελιές και αμπέλια τρύγησες λάδι και σταφύλια.
Αμφιβάλλω αν γίνεται να υπολογιστεί, ο χρόνος που αφιέρωσες από τη ζωή σου στο μαγείρεμα.
Ήσουν σεμνή, λιγομίλητη, χαμογελούσες σχεδόν πάντα, γελούσες σπάνια.
Βαρύ φορτίο το μαύρο σου τσεμπερι που για το χατίρι του παππού Σκανταλομανώλη φορούσες 50 χρόνια.
Κάτω από αυτό το τσεμπέρι, δεν είδαμε ποτέ τα μαλλιά σου.
Μια ψηφίδα κι εσύ γιαγιά Αλκυόνη, στο ψηφιδωτό της γειτονιάς και του χωριού μας, μια παλιά ανωγειανή σιδερή ψηφίδα, αλύγιστη μέχρι προχθές στα 93 σου χρόνια.
Είναι αδύνατο να μην θυμηθούμε σήμερα την άλλη κολώνα της οικογένειας. Την αγαπημένη θεια Βαγγελιώ. Αχώριστες συντρόφισσες οι δυο σας. Αυτό το παράδοξο σμίξιμό σας στη ζωή και στην καθημερινότητα, για εμάς τα εγγόνια σου, τα παιδιά σου Γιώργη και Μαρίκα, το γαμπρό και τη νύφη σου, ήταν ένας συνεχής πολλαπλασιασμός της αγάπης που νιώθαμε κατά κύματα να μας χτυπά.
Από την πόρτα του ζαχαροπλαστείου μέχρι την πόρτα του Αϊ Γιώργη τα βήματα είναι δέκα.
70 χρόνια ζάχαρη, κανέλα, γάλα και σιμιγδάλι.
Αυτό ήτανε το σεμνό και σπουδαίο σου διακόνημα προς την οικογένεια και την κοινωνία.
Σ’ ευχαριστούμε γιαγιά
Τα εγγόνια σου Βασίλης, Βάλια, Μανόλης, Ραφαέλα, Μαριάννα και τα δισέγγονα σου Νίκος, Μαρία, Νίκος, Παναγιώτα και Αλκυόνη.
Καλό ταξίδι”
Η Αλκυόνη “έφυγε” στις 24 του περασμένου Οκτωβρίου στα 92 της χρόνια. Για το μεγάλο ταξίδι που θα συναντήσει ξανά με την Βάλια την αδερφή της που μαζί μεγαλούργησαν στο ζαχαροπλαστείο, τα δίδυμα παιδιά της που έχασε όταν ήταν 13 μηνών και τον πατέρα της που σκοτώθηκε από τους Γερμανούς κατακτητές. Αφήνει σε όλους εμάς την ανάμνηση της και την γλυκιά γεύση του γαλακτομπούρεκου που με τόση μαεστρία και ζωντάνια έφερε στο προσκήνιο, αλλά και της σεμνότητας με την οποία αντιμετώπιζε κάθε χαρά και λύπη της ζωής της.
Ας είναι αιωνία η μνήμη της.
ΠΗΓΗ: ΑΝΩΓΗ