Το… όνειρο ενός ενεργειακού Ελντοράντο, με φόντο τους υδρογονάνθρακες, ξαναζωντάνεψε όταν την περασμένη Πέμπτη ξεκίνησαν οι γεωφυσικές έρευνες για τον εντοπισμό κοιτασμάτων αερίου στα θαλάσσια οικόπεδα στη Δυτική και Νοτιοδυτική Κρήτη. Την έναρξή τους είχε προαναγγείλει τη Δευτέρα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, λίγο πριν αναχωρήσει για το Σαρμ ελ Σέιχ της Αιγύπτου, όπου διεξάγεται η 27η παγκόσμια διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή (COP27).
Μία ημέρα αργότερα, μιλώντας στο Bloomberg, επεσήμανε ότι η Ελλάδα θα παρατείνει τη χρήση άνθρακα έως τρία χρόνια, αλλά δεν έχει εγκαταλείψει τα σχέδια απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα. Αναφέρθηκε δε στις συζητήσεις που γίνονται με την Αίγυπτο για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Αφρικής, μέσω της οποίας θα μεταφέρεται «καθαρή» ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στη χώρα μας και στην Ευρώπη.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση με μια διπλή κίνηση σχεδιάζει να τοποθετήσει την Ελλάδα στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, θεωρώντας ότι χωρίς ενεργειακή ασφάλεια δεν μπορεί να υπάρξει «πράσινη» ενεργειακή μετάβαση. Είναι ωστόσο αξιοσημείωτο ότι η ανακοίνωση για επανεκκίνηση των ερευνών για υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα έγινε κατά την έναρξη των εργασιών της COP, στην οποία γίνονται προσπάθειες να επισπευσθεί η πράσινη μετάβαση. Και μάλιστα, τη στιγμή που η ΕΕ, παρά την ενεργειακή κρίση, εμμένει στην απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, δημοσιεύοντας την περασμένη Τετάρτη έναν νέο Κανονισμό για τη διευκόλυνση της εγκατάστασης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Οι στόχοι και τα χρονοδιαγράμματα
Σε κάθε περίπτωση, το σκάφος «Sanco Swift» της νορβηγικής PGS, που ναύλωσε η ExxonMobil (έχει συμπράξει με την HELLENiQ Energy, πρώην ΕΛΠΕ, για τις δύο παραχωρήσεις της Κρήτης), έχει προσεγγίσει το πρώτο σημείο που, βάσει των γεωλογικών δεδομένων, πιθανολογείται ότι υφίστανται στόχοι. Σύμφωνα με την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥΕΠ), στο Ιόνιο και στην περιοχή νοτίως της Κρήτης εκτιμάται ότι υπάρχουν περίπου 30 στόχοι, εκ των οποίων πολλοί έχουν δομή ανάλογη με τα γιγαντιαία κοιτάσματα Ζορ (Αίγυπτος) και Λεβιάθαν (Ισραήλ).
Το πρόγραμμα ερευνών για τη Δυτική και Νοτιοδυτική Κρήτη έπειτα από την ολοκλήρωση των σεισμικών μελετών, θα ακολουθήσει ερευνητική γεώτρηση (ή αποχώρηση εάν δεν υπάρξουν ενθαρρυντικά δεδομένα) που προσδιορίζεται στο τέλος του 2024, ώστε, εάν εξελιχθεί ικανοποιητικά, να ξεκινήσει στις αρχές του 2027 η ανάπτυξη του κοιτάσματος και το 2029 η παραγωγή. Τα αποτελέσματα των ερευνών στα δύο οικόπεδα της Κρήτης αναμένεται να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματα που αιωρούνται από το 2013 (οπότε υλοποιήθηκαν από την PGS οι αρχικές σεισμικές έρευνες, πριν χαραχθούν τα 20 θαλάσσια μπλοκ) σχετικά με το εάν η χώρα διαθέτει οικονομικά απολήψιμα κοιτάσματα φυσικού αερίου.
Πάντως, πιο προχωρημένες είναι οι τρισδιάστατες σεισμικές έρευνες στο «Μπλοκ 2» (βορειοδυτικά της Κέρκυρας, στα όρια της ιταλικής ΑΟΖ), τις οποίες ξεκίνησε στις 2 Νοεμβρίου η Energean (operator της κοινοπραξίας με την HELLENiQ Energy). Εάν τα αποτελέσματα είναι θετικά, η ερευνητική γεώτρηση θα γίνει το 2024 και θα ακολουθήσει, δύο χρόνια αργότερα, η ανάπτυξη του κοιτάσματος και στα τέλη του 2027 η παραγωγή. Αντίστοιχο είναι και το χρονοδιάγραμμα για τις περιοχές «Ιόνιο» και «Κυπαρισσιακός Κόλπος», όπου η πρώτη φάση της σεισμικής έρευνας ολοκληρώθηκε από την HELLENiQ Energy την περασμένη άνοιξη.
Κοιτάσματα αξίας 250 δισ. ευρώ
Οσο για το μοναδικό χερσαίο οικόπεδο των Ιωαννίνων, οι έρευνες ολοκληρώθηκαν, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η Μελέτη Περιβαλλοντικών και Κοινωνικών Επιπτώσεων, θα ακολουθήσει διαβούλευση και εάν όλα κυλήσουν ομαλά, πιθανώς η ερευνητική γεώτρηση να γίνει το ερχόμενο καλοκαίρι.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΔΕΥΕΠ (2021), η δυνητική αξία των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα είναι της τάξεως των 250 δισ. ευρώ στην 25ετία, με τα απευθείας έσοδα για το Δημόσιο να φτάνουν τα 56 δισ. ευρώ.
Τα ρίσκα και τα υψηλά κόστη
Με δεδομένο το ρίσκο στις έρευνες, καθώς οι πιθανότητες επιτυχίας για περιοχές στις οποίες δεν έχουν προηγηθεί ανακαλύψεις σπανίως υπερβαίνουν το 10%, οι εταιρείες προβληματίζονται για την εκτόξευση στα κόστη, ως αποτέλεσμα του «ράλι» στις ενεργειακές τιμές. Οπως ανέφερε πρόσφατα στο Reuters ο Μαρκ Μέι, CFO της εταιρείας γεωτρήσεων Transocean, την τελευταία διετία, το κόστος ενοικίασης ενός γεωτρύπανου έχει διπλασιαστεί, ξεπερνώντας τις 300.000 δολάρια την ημέρα. Δεν είναι τυχαίο ότι, τον προηγούμενο μήνα, ο διευθυντής Ερευνητικών Δραστηριοτήτων της ExxonMobil Τρίσταν Ασπρεϊ ανέφερε ότι οι νέες υπεράκτιες ανακαλύψεις στην Ανατολική Μεσόγειο είναι σχετικά μικρές και σε πολύ βαθιά νερά, με αποτέλεσμα να απαιτούνται δισεκατομμύρια δολάρια για να αναπτυχθούν, μιλώντας ευθέως για την ανάγκη στήριξης από τις κυβερνήσεις με ευνοϊκούς όρους.
Πηγή: Έντυπη έκδοση ΤΟ ΒΗΜΑ