Είμαι ακόμα σε κάποια αρχή ή στο τέλος του ταξιδιού μου;
Δε μπορώ πια να φτιάξω δικές μου ιστορίες και καταφεύγω στα εύκολα.
Στο παρελθόν, στην τυμβωρυχία, στο ξέθαμα παλιών τάφων, μαγεμένος από το προσμενόμενο ξάφνιασμα, τι να ‘ναι άραγε κάτω από αυτή την πλάκα, κάτι που ξέρω, κάτι ξεχασμένο, κάτι που πέθανε οριστικά, ή κάτι που ζει ακόμα κρυμμένο σε μια χαραμάδα του μυαλού και περιμένει;
Παντού φαντάσματα.
Άνθρωποι – σκιές, πρώην ζωντανοί.
Και σε κάποια άκρη, να το, κάτι παραμονεύει, μπορεί καλό, μπορεί κακό, μα τίποτα πια δε με φοβίζει.
Η μνήμη, χαλαρή, κάνει τα πάντα να σμίγουν σε μια γιορτή, απρόσιτη στους άλλους, στημένη μόνο για μένα.
Αφήνω μια εικόνα και πιάνω μιαν άλλη, που θα την αφήσω κι αυτή στη μέση, σαν τα ριζίτικα τραγούδια της Κρήτης που οι τραγουδιστάδες δε λένε ποτέ τον τελευταίο στίχο, γιατί κάθε τέλος σέρνει μαζί του θλίψη.
Τις αγάπες, τους έρωτες, τα πείσματα, τις προδοσίες, τους φίλους, τους φόβους.
Και τέλος το θάνατο.
Το θάνατο των άλλων και το θάνατο το δικό σου.
Κι εδώ τελειώνει το μεγάλο ταξίδι.
Το μαγικό χαλί, κουρασμένο, χαμηλώνει και με αποθέτει λίγο απότομα στην Ελλάδα, στην Αθήνα, στην οδό Σταδίου, στο πατάρι του Λουμίδη και στις άβολες καρέκλες του.
Βλέπω ή νομίζω πως βλέπω μέσα από μια θολούρα μορφές αγαπημένες.
Το ταξίδι έχει αδυνατίσει λίγο το νου μου.
Να είναι άραγε ο Χατζιδάκις
που με κοιτά χαμογελαστός, είναι ο Γκάτσος εκείνος ο αγέλαστος πιο πίσω, είναι ο Μίνως Αργυράκης αυτός με τα γένια που δυσκολεύτηκα να αναγνωρίσω;
Κλείνω τα μάτια.
Όλα ψεύτικα.
Και το χαλί και το ταξίδι και το καφενείο και όλα.
Νίκος Κούνδουρος
Σαν σήμερα, το 2017, έφυγε από τη ζωή.
…………………………………………………………….
Απόσπασμα από το βιβλίο του: Ονειρεύτηκα πως πέθανα
Πηγή: Πρόσωπα