«Ήταν στον τελικό των 100 μέτρων που είχα την μεγαλύτερη αγωνία. Βλέπετε, μετά από μήνες προπόνησης έρχεται η στιγμή που έχεις 6 άντρες στον τελικό και αυτοί οι 6 άντρες αντιπροσωπεύουν τους γρηγορότερους ανθρώπους του κόσμου.
Εκεί αρχίζεις να συνειδητοποιείς ότι θα υπάρχει μόνον ένας νικητής. Αυτός είναι τα πάντα, κανείς άλλος δεν έχει σημασία. Ο χαμένος –και είναι 5 οι χαμένοι βασικά- είναι απλώς άλλος ένας απλός άνθρωπος. Το όπλο εκπυρσοκροτεί και τρέχεις στον αγώνα με τον τρόπο που έχει προγραμματίσει στο μυαλό σου, ομοιόμορφα και προς τα μπρος. Και ενώ εγώ ήμουν μπροστά ξαφνικά η μνήμη μου έπεσε στο κενό. Ξέχασα τι προσπαθούσα να κάνω[…] Όμως τα ολυμπιακά ρεκόρ δεν κατορθώνονται έτσι. Με την άκρη του ματιού μου μπορούσα να νιώσω να πλησιάζει το τέρμα και τότε ακριβώς σαν ένα φλας, όλα επανήλθαν στο μυαλό μου. Θυμήθηκα τα λόγια του Charles Riley: χαλάρωσε, χαλάρωσε. Τώρα τα χέρια αρχίζουν να κινούνται ελεύθερα, μέσα στη χαλαρότητά τους χτυπούν την κορδέλα τερματισμού και όλη η πίεση, όλο το άγχος, όλα έχουν φύγει ..».
Έτσι περιέγραψε ο Τζέσε Όουενς, ολυμπιονίκης το 1936, μία από τις νίκες του στην Ολυμπιλάδα του Βερολίνο. Την στιγμή που ο Όουενς τερμάτιζε και γνώριζε τον θρίαμβο υπό τον ρυθμικό ήχο του ονόματός του να ακούγεται στο στάδιο, στις επίσημες θέσεις του σταδίου υπήρχε μια έντονη δραστηριότητα. Ψηλά στις θέσεις ο Αδόλφος Χίτλερ, ο δικτάτορας της Γερμανίας και οπαδός της άρειας φυλής, συγκέντρωσε τους διπλανούς του και πετάχτηκε έξω από το στάδιο. Αυτή είναι μια συναισθηματική εκδοχή της σκηνής της νίκης του Όουενς, που έχει μείνει στην ιστορία. Ρεπόρτερς της εποχής, ωστόσο, ανέφεραν ότι ο «Φίρερ» δεν συνεχάρη γενικότερα κανέναν μη Γερμανό νικητή. Ενώ ο ίδιος ο Όουενς δήλωσε αργότερα: «Οταν πάντως πέρασα μπροστά από τον καγκελάριο, τον είδα να σηκώνεται όρθιος και να με χαιρετίζει. Ανταπέδωσα τη χειρονομία και συνέχισα τον πανηγυρισμό μου» ενώ τόνισε το γεγονός ότι «ούτε ο πρόεδρος Ρούσβελτ με κάλεσε ποτέ στον Λευκό Οίκο ούτε ο πρόεδρος Τρούμαν. Εστω ένα συγχαρητήριο τηλεγράφημα, βρε αδελφέ…».
Όμως τα νεύρα και η απογοήτευση του Χίτλερ ήταν πραγματικότητα. Τα είχε προκαλέσει ο γιος ενός δουλοπάροικου και εγγονός σκλάβων, που κατάφερε να διαψεύσει στην πράξη τις θεωρίες του Χίτλερ περί άρειας υπεροχής. Η ιστορία φαίνεται πως είχε φυλάξει για τον 23χρονο τότε Τζέσε Όουενς, γεννημένο στο Όουκβιλ της Αλαμπάμα των ΗΠΑ το 1913, αυτό το ρόλο, να «καταστρέψει» την τέλεια οργανωμένη Ολυμπιάδα του Χίτλερ το 1936.
Τότε ο Όουενς κέρδισε τέσσερα ολυμπιακά μετάλλια και έσπασε ένα ολυμπιακό ρεκόρ. Οι Γερμανοί φίλαθλοι, σε αντίθεση με τον δικτάτορα, αποθέωσαν τον Όουενς και στο Στάδιο του Βερολίνου αλλά και στους δρόμους της πόλης και στο Ολυμπιακό Χωριό, μολονότι η ναζιστική προπαγάνδα κατηγορούσε τις ΗΠΑ ότι «έφτιαξαν ομάδα γεμάτη με μαύρα κατακάθια».
Όταν ο Όουενς πρωταθλητής με τέσσερα χρυσά μετάλλια επέστρεψε στη χώρα του την Αλαμπάμα ξαναγύρισε στη ζωή του: έμπαινε στα λεωφορεία από την πίσω πόρτα, έτρωγε σε εστιατόρια για μαύρους, έμενε σε ξενοδοχεία για μαύρους. Για να βγάλει το ψωμί του, αναγκάστηκε να τρέχει έναντι αμοιβής. Πριν από την έναρξη των αγώνων μπέιζμπολ, ο Ολυμπιονίκης έτρεχε για να διασκεδάσει το κοινό παραβγαίνοντας με άλογα, σκυλιά, αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες. Αργότερα, όταν πια τα πόδια δεν του το επέτρεπαν, ο Όουενς άρχισε να δίνει διαλέξεις. Μιλούσε για τις αρετές της Πατρίδας, της Θρησκείας και της Οικογένειας και είχε μεγάλη επιτυχία…
Πηγη:tvxs.gr