Του Γιώργου Μαμάκη
Η ώρα είναι 6:30 και το ξυπνητήρι χτυπά!
Μπορεί να μην έχει ξημερώσει καλά-καλά αλλά η μέρα σου ξεκινά και πρέπει να σηκωθείς για τους 8ους ορεινούς αγώνες τρεξίματος «μινωικό μονοπάτι» Μύθων Ιεράπετρας.
Κλείνεις το ξυπνητήρι και μένεις για λίγο να σκέφτεσαι αν πρέπει να σηκωθείς και να πας.
Ο καιρός δεν είναι και πολύ καλός και υπάρχει πιθανότητα να βρέξει.
Κάθεσαι για λίγο και το ξανασκέφτεσαι: «να πάω ή όχι»;
Τελικά μετά από λίγο είσαι έξω.
Τώρα πια αισθάνεσαι μόνο την επιθυμία να είσαι εκεί έξω και έχεις ένα δυνατό κίνητρο γι’ αυτό.
Το πάθος είναι αυτό που σε ξυπνάει κάθε σαββατοκύριακο και σε βγάζει εκεί έξω να παλεύεις με τα στοιχεία της φύσης και τον εαυτό σου.
Και να! Είμαι ήδη στην αφετηρία.
Τα φιλαράκια μου όλα εκεί. Κεφάτα. Δυνατά.
Ξεχάστηκα για λίγο με πειράγματα και γέλια. Όσο όμως πλησίαζε η ώρα της εκκίνησης τόσο γλίστραγα με συνέπεια στη μοναχικότητά μου. Δεν ξέρω άλλο τρόπο για να τρέχω. Μόνο γυρνώντας προς τα μέσα. Έτσι αντέχω κι έτσι απολαμβάνω!
Στήθηκα στην αφετηρία.
Ξεκίνησα να τρέχω.
Ανέβαιναν οι ενδορφίνες και μαζί τους ο ρυθμός.
Αρχίζουν οι ανηφόρες.
Δεν τις νιώθω. Είμαι μονάχα τρέξιμο.
Είμαι ένα πόδι που πετιέται μπρος, είμαι ένα χέρι στην αντίθετη κίνηση να σπρώχνει, είμαι το πόδι και το χέρι της άλλης πλευράς, η σταθερή λεκάνη που κρατάει τον παλμό, ο τρόπος που πατάει το πέλμα μου κι ύστερα αφήνει σταδιακά το έδαφος. Είμαι το γύρισμα του κόκαλου στην άρθρωση, η φλέβα που χτυπάει στο λαιμό. Τίποτε άλλο δεν υπάρχει. Εγώ, το τρέξιμο, οι γύρω, οι ανηφόρες, ο καιρός είμαστε ένα.
«Είσαι ενέργεια» επιμένω. «Πονάς» επιμένει ο άλλος εαυτός μου και με τραβάει πάλι έξω.
«Έφυγες» του λέω. Φεύγει. Κι ύστερα, πάλι βάρος.. πόνος ξανά..
Γιατί είμαι εδώ; Γιατί πονάω; Γιατί κρυώνω; Γιατί τρέχω; Μαζεύω όλη τη σκέψη μου στην κίνηση ξανά.
Δύο-δυόμιση χιλιόμετρα απ’ το τέρμα. Και όμως… περπατώ!
Είναι εξαιρετικά απορροφητικές όλες αυτές οι λύπες, οι ήττες και οι προδοσίες που με κυκλώνουν ερμητικά. Και τότε το αντιλήφθηκα: μπορεί να είναι επίμονες, απορροφητικές, ερμητικές και τόσα άλλα, αλλά τελικά περπατούν μαζί μου! Με περικλείουν αλλά δεν είναι εγώ. Εγώ τρέχω. Τρέχω ξανά.. Ένα-ένα, λαχανιασμένα, αφήνω πίσω τα νεκραναστημένα μου φαντάσματα.
Στον τερματισμό πάντα νιώθεις καλύτερα επειδή κοπίασες γι’ αυτό, άρα έχεις τον έλεγχο της κατάστασης κι αυτό δίνει ακόμη μεγαλύτερη ικανοποίηση.
Η κινητήρια δύναμη συνεπώς ξεπερνά κατά πολύ τους καθαρά (συντηρητικούς ούτως ή άλλως) αγωνιστικούς σου στόχους.
Γι’ αυτό πια είμαι πεπεισμένος πως και εγώ και πολλοί από τους υπόλοιπους αθλητές που συνάντησα στους Μύθους την περασμένη Κυριακή το κάναμε από αγάπη, έρωτα, πάθος.
Πυκνά δάση και πράσινα λιβάδια, γυμνά αλπικά οροπέδια και απόκρημνες κορφές…
Αν σίγουρα κάτι μάς τράβηξε σαν μαγνήτης στο ορεινό αυτό τρέξιμο ήταν τα τοπία που ξετυλίχθηκαν γύρω μας .
Υπήρχε και ο ήχος των χειροκροτημάτων καθώς έφτανες σε ένα σταθμό, μέσα στην κούραση που σε διακατείχε. Ο ήχος μιας κουβέντας που σου έδινε θάρρος να συνεχίσεις.
Ο ήχος του κλάματος μετά τον έντονο τερματισμό.
Ο ήχος ενός γλυκόλογου στο αυτί από ένα αγαπημένο πρόσωπο που στεκόταν δίπλα σου στον αγώνα.
Υπήρχε και ο ήχος της σιωπής μέσα στο δάσος καθώς χάζευες το τοπίο.
Όλοι εμείς που συμμετείχαμε στο τρέξιμο στα μονοπάτια τω Μύθων δεν ήμασταν τίποτε άλλο από συλλέκτες εμπειριών.
Όλο το μεγαλείο της Κρητικής γης «συμπυκνωμένο» σε μια διαδρομή!
Αρχαία μονοπάτια, παλιά χωριά, και ερημικά ξωκλήσια , εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς εναλλάσσονταν μπροστά από τις χιονισμένες κορυφές των Λασιθιώτικων βουνών Ψαρή Μαδάρα και Λάζαρος!
Το μόνο που χρειάστηκε ήταν να αφεθούμε, σε αυτά που βλέπαμε, ακούγαμε και αισθανόμασταν!
Τα υπόλοιπα τα φρόντισε η ίδια η φύση και η αρμονία μας με αυτή…