Γράφει η Έφη Μιχελάκη*
“Μη ρωτάς ήντα θα ψήσομε, αλλά πως θα τση ψήσομε” μονολογεί κάθε φορά που ετοιμάζομε στο σπίτι μας το εκλεκτό ετούτο έδεσμα η μάνα μου, κι αναθιβάλει τοιουτοτρόπως τη παραπάνω ρήση τση πεθεράς τση, τολάϊστο 50 χρόνια πίσω…
Τα χρόνια δύσκολα ετοτεσάς και το τσικάλι πχια δύσκολο να γεμίσει.
Ετσά λοιπόν ο χοχλιός (μαζί με τη πατάτα και τα χόρτα ), ήτονε το καθημερινό και το συνηθισμένο φαί στο Κρητικό τραπέζι, κι είχενε τη τιμητική ντου συχνά μες τη βδομάδα, μα και στη νηστεία τση Σαρακοστής.
Εστόσεσάς πολλές φορές τση τρώγανε, απου μόνο που δεν εσαλεύγανε στη κοιλιά ντως.
Σήμερο τα πράματα είναι διαφορετικά κι όλοι μας τση αναζητούμε και τση ακριβοπληρώνομε σε ταβέρνες και καφενεία να συνοδέψουνε τη καλή παρέα και να “σκεπάσουνε” τη τσικουδιά τη μπίρα και πρωτίστως το κρασάκι.
Ετσά κι εμείς οψάργας στο σπιτικό μας με μια μεγάλη χαχαλιά χοντροχοχλιούς, δώρο από την Πάνω Ρίζα (Σωκαριανοί και απ’ το Τσιφουτ Καστέλλι), σχεδόν μας σε τρέχανε τα σάλια, σάμε να τσι καταστέσομε κι ύστερα να τσι περιποιηθούμε δεόντως!
Σε 10 λεπτά δεν υπήρχε ούτε ένας, μόνο τα αποκόλια…
Σακασμένοι οι ψεσινοί , έτοιμοι προς βρώση δηλαδή, με το αλάτσι ντως (καλλιά το θαλασσινό) και μια σταλιά ελαιόλαδο να τσι γλυκάνει και να τσι σιγοψήσει.
Το ψήσιμο στο πετρογκάζι πάντα, μπουμπουρισμένοι οι καψεροί με τη μούρη στο τηγάνι, με το απαραίτητο αρισμαρί ( δεντρολίβανο), και το σβήσιμο με ξύδι αψή και μυρωδάτο…
Κι απ’ το τηγάνι να “ξεχύνεται” μια ευωδία ικανή να ξεσηκώσει όχι μόνο τη γειτονιά, μα και το χωριό ολόκληρο!
Μα λίγοι είναι μπλιό οι χοχλιδολόγοι στι μέρες μας..
Ο Κρητικός τσι ψήνει με οτιδήποτε του ” διώξει “, με τον ξινόχοντρο με το ρύζι με τη μελιτζάνα με το στάρι με μάραθο και βραστούς με λαδολέμονο.
Τα ελέη του Θεού είχε και εξακολουθεί να ‘χει ο τόπος μας ακόμη!
Απ ‘τσι Μινωικούς χρόνους ο Κρητικός “κάνει ” το χοχλιδολόγο κατά τσι υγρές μέρες πάντα την Άνοιξη, και με την προϋπόθεση να μη φυσά αέρας, τσι μαζώνει κάτω απο πέτρες ή θάμνους κι αστιβίδες με το ” λουξάκι ” τσι φεγγαροβραδιές, ή και γυρευτούς το καλοκαίρι.
Και πατωσές -πατωσές ύστερα, κολληταρές όπως τσι μαζώνει, τσι αποθηκεύει για το απαραίτητο σάκασμα τολάϊστο για 2 βδομάδες, να χει να τρώει, μα δεν πολυβαστούνε.
Ανέθρεψε γενιές και γενιές το λοιπόν ο χοχλιός κι οι Κρήτες τον έχουνε σε εξέχουσα θέση στη μαντινάδα στο καθαρογλωσίδι και τσι παροιμίες τως..
Και δικαίως, γιατί είναι αγαπητός και εκλεκτός μεζές με υψηλή διατροφική αξία, αποτελεί πρώτη ύλη για φάρμακα και καλλυντικά, μα και σύμφωνα με έρευνες των τελευταίων ετών, ένα συγκεκριμένο λιπαρό οξύ τον καθιστά και αντικαταθλιπτικό!
Γροικάς το;
Κατιτίς παραπάνω κατέχουνε λοιπόν οι Κρητικοί που τσι καταναλώνουνε μανιωδώς..
* Η Έφη Μιχελάκη είναι Κτηνίατρος από το Ασήμι, με καταγωγή από τα Αστερούσια.