Ο σερ Πάτρικ Λη Φέρμορ (Patrick Leigh Fermor), 1915-2011, ήταν συγγραφέας, λόγιος και στρατιώτης, ένας από τους πιο σημαντικούς Βρετανούς περιηγητές, που έζησε μια περιπετειώδη ζωή, μεγάλο μέρος της οποίας πέρασε στην Ελλάδα, που αγάπησε σαν δεύτερη πατρίδα του. Το σπίτι που έφτιαξε στην Καρδαμύλη της Μεσσηνιακής Μάνης τη δεκαετία του ’60 θεωρείται ένα από τα ομορφότερα σπίτια της Μεσογείου.
Ο «Πάντι» όπως τον φώναζαν χαϊδευτικά οι φίλοι τους, ή ο Μιχάλης, όπως τον έλεγαν στην Ελλάδα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Μάχη της Κρήτης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου και έζησε περισσότερα από δύο χρόνια στα βουνά της Μεγαλονήσου, όπου μεταμφιεσμένος ως βοσκός με το ψευδώνυμο Μιχάλης πήρε μέρος στην Αντίσταση και ανήκε στην ολιγάριθμη ομάδα αξιωματικών που συνέλαβε το 1944 τον Γερμανό διοικητή, Χάινριχ Κράιπε.
Αυτός ο ωραίος άντρας, ένα κράμα ανάμεσα σε Ιντιάνα Τζόουνς, Τζέιμς Μποντ και Γκράχαμ Γκρην όπως τον είχε περιγράψει το BBC, έζησε για πολλά χρόνια στην Καρδαμύλη μαζί με τη γυναίκα του Τζόαν (παντρεύτηκαν το 1968) σε αυτό το σπίτι που ήταν η μεγάλη του αγάπη, ένα καταπληκτικό οίκημα πάνω στη θάλασσα που είχε σχεδιάσει με τον αρχιτέκτονα Νίκο Χατζημιχάλη και στο οποίο έγραφε τα βιβλία του, ζούσε σαν Έλληνας και φιλοξενούσε τους πολυάριθμους φίλους του από όλα τα μέρη του κόσμου.
Το σπίτι εξωτερικά φαινόταν απλό και ισόγειο κατασκευασμένο από ντόπια πελεκητή πέτρα. Λόγω της κλίσης του εδάφους προς την μεσημβρινή πλευρά γινόταν διόροφο και είχε στεγασμένους εξωτερικούς διαδρόμους με βόλτα που είχαν μιά πανέμορφη θέα.
Ο Patrick και η Joan Leigh Fermor δώρισαν το σπίτι τους εν ζωή, το 1996, στο Μουσείο Μπενάκη με την προϋπόθεση ότι η κυριότητά του θα μεταβιβαζόταν στο Μουσείο μετά το θάνατο τους για να χρησιμοποιείται για τη φιλοξενία ερευνητών, συγγραφέων ή καλλιτεχνών που αναζητούν έναν ήσυχο και φιλόξενο χώρο για να εμπνευστούν και να δημιουργήσουν.
Σήμερα, μετά από μία δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος προς το Μουσείο Μπενάκη με την οποία ανέλαβε εξ ολοκλήρου την κάλυψη των επισκευών και της προετοιμασίας της Οικίας, προκειμένου να ξεκινήσει η λειτουργία της το συντομότερο δυνατόν, το σπίτι αποκτά μία δεύτερη ζωή.
Είχαμε την χαρά να είμαστε από τους πρώτους επισκέπτες της υπέροχης αυτής κατοικίας, στην οποία ο Πάτρικ Λη Φέρμορ έζησε ως το θάνατό του, τον Ιούνιο του 2011, σε ηλικία 96 ετών (η Τζόαν είχε πεθάνει τον Ιούνιο του 2003, σε ηλικία 91 ετών).
Μας υποδέχτηκε η οικονόμος και μαγείρισσα του Πάτρικ Λη Φέρμορ, κυρία Ελπίδα Μπελογιάννη, που έζησε κοντά του τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του. Μας ξενάγησε στα δωμάτια του σπιτιού, στους πολλούς ξενώνες, στο ηλιόλουστο καθιστικό με την τζαμαρία που βλέπει στη θάλασσα, στο γραφείο του – όπου έγραφε τα βιβλία του πάντα χειρόγραφα! – καθώς και στον περιβάλλοντα χώρο, στην υπέροχη βοτσαλωτή αυλή, με παρεμβάσεις εικαστικές του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα που υπήρξε στενός φίλος του Φέρμορ.
Ρωτήσαμε την κυρία Μπελογιάννη για τις γαστρονομικές προτιμήσεις του Πάτρικ Λη Φέρμορ και τις καθημερινές του συνήθειες.
Το πρωί έπινε τσάι με δύο φέτες φρυγανισμένο ψωμί, τη μία άλειφε με μαρμελάδα και την άλλη με ένα πατέ ρέγκας. Στις 11 έπινε έναν ελληνικό καφέ. Το μεσημέρι έτρωγε το φαγητό που του είχε ετοιμάσει η Ελπίδα, του άρεσε πολύ η ελληνική κουζίνα, ο μουσακάς και οι γίγαντες, αλλά το αγαπημένο του πιάτο ήταν μπριζόλα χοιρινή στο τηγάνι με κρεμμύδια και σκόρδο. Με την Τζόαν τους άρεσε πολύ να συνοδεύουν το φαγητό τους με ένα είδος τζατζίκι, που ήταν μόνο γιαούρτι με λίγο βασιλικό (χωρίς σκόρδο).
Έτρωγε πάντα μία σαλάτα μετά το κρέας (ποτέ μαζί), του άρεσαν τα χόρτα, μαρούλι, οι ντομάτες, η χωριάτικη, και μετά έτρωγε τυρί, συνήθως γραβιέρα. Έτρωγε δύο γεύματα την ημέρα, μεσημέρι/βράδυ. Έπινε ρετσίνα με το μεσημεριανό του και κόκκινο κρασί Νεμέας με το βραδινό.
Το απόγευμα, ως γνήσιος Εγγλέζος, δεν παρέλειπε το απογευματινό τσάι, το οποίο συνόδευε με λίγα μπισκότα Digestive, πάντα τα ίδια.
Δείτε ένα απόσπασμα από το τηλεοπτικό magazino του Mega “Ραντεβού για Σινεμά” με παρουσιαστή τον Ορέστη Ανδρεαδάκη που αναφέρεται στην οικία του Πατρικ Λη Φέρμορ στην Καρδαμύλη: