Το σπάρτο είναι ένας θάμνος, που φυτρώνει σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, αλλά έχει παρατηρηθεί ότι στην Πελοπόννησο φυτρώνει σε μεγαλύτερες ποσότητες. Συνήθως, φυτρώνει γύρω–γύρω από τα χωράφια. Τα παλιά χρόνια οι ιδιοκτήτες των χωραφιών, που είχαν το σπάρτο, το πρόσεχαν και το προστάτευαν για να μην έρθουν άλλοι και το κόψουν. Είχαν συμβεί μεγάλα παρατράγουδα, όταν γυναίκες από τα διπλανά χωριά έφταναν στην περιοχή της Καλίδονας για να μαζέψουν σπάρτο.
Τα δύσκολα εκείνα χρόνια ήταν απαραίτητο για το κάθε σπίτι. Αυτό συνέβαινε, καθώς μετά τη συγκομιδή και επεξεργασία του, έφτιαχναν στρωσίδια, λιόπανα για να μαζεύουν τις ελιές, σακιά για να μεταφέρουν στο μύλο το σιτάρι και να γίνει αλεύρι (αλευροσάκια), αλλά και κουβέρτες για τις πιο φτωχές οικογένειές, προκειμένου να σκεπάζονται.
Η συγκομιδή του σπάρτου γινόταν τους καλοκαιρινούς μήνες, γιατί έπρεπε να μην έχει καθόλου λουλούδια και να είναι καλά ψωμωμένο. Η νοικοκυρά το μάζευε σιγά σιγά και, αφού συγκέντρωνε μεγάλη ποσότητα, το έφτιαχνε σε χεριές (δεματάκια μικρά) και το τοποθετούσε στον ήλιο μέχρι να ασπρίσει. Στη συνέχεια το έβραζε σε ένα μεγάλο καζάνι μέχρι που άρχιζε και ξεφλουδίζει.
Επόμενο στάδιο ήταν η τοποθέτησή του στο ποτάμι- σε τρεχούμενο νερό- για 5-8 ημέρες. Κάθε νοικοκυρά είχε τη δική της θέση σε κάθε ποτάμι. Έπρεπε να είναι τοποθετημένο σε μέρος, ώστε να μην περνούν πρόβατα ή γίδια και πιούν νερό από το σημείο αυτό, γιατί θα δηλητηριάζονταν. Μια ολόκληρη ημέρα ήταν αφιερωμένη για το σπάρτο στο ποτάμι. Έβγαζαν μία μια τη χεριά και τη χτυπούσαν με το κόπανο, μέχρι να γίνει άσπρο. Αφού στράγγιζε από τα νερά, το μετέφεραν στο σπίτι και όπως ήταν νωπό, έβγαζαν τις φλούδες που είχαν μείνει επάνω σε κάθε κλωνάρι. Έβγαζαν το μαλλί από τα κλωνάρια, το σαπούνιζαν καλά, το στέγνωναν και με τα λανάρια το έξαιναν, το έφτιαναν τουλούπες και στη συνέχεια το έγνεθαν.
Τα πέτρινα χρόνια η προίκα στις κοπέλες ήταν επι το πλείστο από σπάρτο. Σήμερα, όταν ανθίζει το σπάρτο στους δρόμους και στις πλαγιές, είναι ο πιο όμορφος πίνακας ζωγραφικής!
Πηγή: Ομφαλός της γης