Κείμενο & Φωτογραφία Φουκαρακης Νικόλαος
Ένα από τα μεγαλύτερα παζάρια στο νομό Ηρακλείου πιθανών και το μεγαλύτερο ήταν το παζάρι των Μοιρών.
Αν και ο πληθυσμός των Μοιρών στα 1900 ήταν 240 μόνο κάτοικοι όλοι κι’ όλοι λόγω της κεντρικής θέσης που κατείχαν οι Μοίρες στην πεδιάδα της Μεσαράς ήταν και η αιτία που κάθε Σαββάτο γινόταν εκεί το παζάρι όλης της περιοχής.
Στην κεντρική πλατεία του χωριού που γινόταν το παζάρι είχε τέσσερα όλα -όλα γραφικά ντουκιάνια που έφτιαχναν αποκλειστικά καφέδες στα χοντρά φλυτζανάκια και ένα μαγερικό ( εστιατόριο ) που άνοιγε μόνο την μέρα που γινόταν το παζάρι με κάποια πρόχειρα τραπεζάκια και με κάποιους μισοσπασμένους πάγκους για τους πελάτες.
Μέχρι να τελειώσει το παζάρι στις δώδεκα το μεσημέρι δεν έβλεπες κόσμο στα ντουκιάνια και στο μαγερικό.
Οι αγοραστές και οι πωλητές κατέφθαναν από τα γύρω χωριά με την ανατολή του ήλιου γεμάτη από ενέργεια, γέλια, χαρές γιατί γι’αυτούς δεν ήταν μόνο παζάρι αλλά ένα πανηγύρι και μια ευκαιρία να δουν φίλους και γνωστούς.
Συνήθως όλοι κάτι αγόραζαν και κάτι πουλούσαν.
Ο κόσμος στο παζάρι που κατάφτανε πολύς σαν ένας μελισσώνας και η πλατεία ήταν γεμάτη από κίνηση, φωνές και διαλαλητά.
Γεωργικά εργαλεία, υφαντά,υφάσματα, όσπρια, στάρια, κριθάρια, κτηνοτροφικά προϊόντα κ.α ήταν τα προϊόντα αγοραπωλησίας στο παζάρι.
Γυναίκες στο παζάρι δεν έβλεπες και αν εμφανιζόταν καμμιά το έβλεπαν πονηρά σαν δείγμα ότι “έψαχνε να βρει άντρα “.
Οι κανταριτζήδες (ζυγιστές) με τον καμπανό (καντάρι ) στον ώμο έτρεχαν μούσκεμα στον ιδρώτα να ζυγιάζουν τα εμπορεύματα αλλά για τον κόπο τους αποζημιώνονταν αδρά και το απόγευμα έφευγαν όλοι τους μεθυσμένοι.
Μεταξύ των εμπόρων γινόταν ένας συναγωνισμός ποιος θα πουλήσει νωρίτερα την πραμάτεια του.
Οι χωροφύλακες με τα τσιγκελωτά μουστάκια τους επέβλεπαν την τάξη επιβλητικοί και ακούραστοι αλλά σπανίως διαπίστωναν κάποια παράβαση !!!
Και ο εισπράκτορας των φόρων της περιοχής και αυτός παρών κάθε Σαββάτο να γλεντοκοπά μαζί τους συνήθως ως αργά το βράδυ.
Μετά το πέρας του παζαριού όλοι περνούσαν από τα ντουκιάνια και το μαγερικό και πολλοί το γλεντοκοπούσαν ως αργά της μέρας.
Ένα πράγμα μόνο δεν αγόρασε κανείς τους και ούτε πουλιόταν στο παζάρι και ήταν το ψωμί καθώς το θεωρούσαν ντροπή και παρακατιανό όποιο δεν είχε και ο κάθε ένας που πήγαινε κρατούσε μαζί του στην βούργια του το δικό του ντάκο ( παξιμάδι).
Αυτή ήταν γενικά η εικόνα στα 1900 στο παζάρι μια εικόνα που σταδιακά άρχισε να αλλάζει καθώς οι Μοίρες μέσα σε λίγες δεκαετίες από ένα μικρό χωριό αλλάζει και γίνεται κωμόπολη γεμίζει από καταστήματα πολυτελείας, ζαχαροπλαστεία, τράπεζες και τα παλιά μαγέρικα έγιναν μετά εστιατόρια και τα ντουκιάνια γενήκαν καφενεία με τις ωραίες τους καρέκλες αντί για τους πρόχειρους πάγκους.
Όμως όσο και αν άλλαξε η εικόνα το παζάρι των Μοιρών ήταν πάντα αγαπητό στους Μεσσαρίτες και όχι μόνο, ένα παζάρι που έχει αντέξει στο χρόνο ως και σήμερα.
* Φωτογραφία από επιστολικό δελτάριο Behaeddin συλλογής μου.