του Νίκου Μπουνάκη*
Την Ενωμένη Ευρώπη αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να την εφεύρουμε. Την αναγκαιότητα αυτή μας την υπενθυμίζει η 9η Μαΐου, Ημέρα της Ευρώπης.
Όπως επισημαίνουν σε κοινή τους διακήρυξη εν όψει των ευρωεκλογών οι Πρόεδροι των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ενοποίηση είναι η πολυτιμότερη ιδέα που είχαν ποτέ οι λαοί της γηραιάς ηπείρου.
Με κεντρικό μήνυμα «είμαστε όλοι Ευρωπαίοι» υποστηρίζουν ότι η περαιτέρω ενίσχυση και εμβάθυνση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος δεν αντιστρατεύεται την εθνική ταυτότητα καμιάς χώρας. Την ίδια ώρα μάλιστα αναδεικνύουν την ανάγκη να υπάρξει μια ουσιαστική και γόνιμη συζήτηση για το μέλλον της κοινής ευρωπαϊκής προοπτικής και πορείας.
Οι επικείμενες ευρωεκλογές στο τέλος του μήνα συνιστούν ευκαιρία για να φέρουμε ξανά στο επίκεντρο της δημόσιας ατζέντας τόσο τα μείζονα προβλήματα των λαών, όσο και τις δυνατότητες που προσφέρει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Η Ελλάδα δεν αξιοποίησε το πλεονέκτημά της να είναι εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες πλήρες μέλος της οικογένειας της Ευρώπης. Μολονότι έγιναν σημαντικές προσπάθειες για τη σύγκλισή μας με τον κοινοτικό μέσο όρο, εντούτοις η απόκλισή μας αποδεικνύεται σημαντική. Η εξήγηση είναι ότι δεν ακολουθήσαμε όλα αυτά τα χρόνια μια συνεκτική και σταθερή ευρωπαϊκή στρατηγική.
Την ένταξή μας στην ΕΟΚ και τη συμμετοχή στην ΟΝΕ δεν τις αντιμετωπίσαμε ως απαρχή για την εναρμόνισή μας με τους εταίρους και τις κοινές πολιτικές. Τις είδαμε ως αφορμή για να λαμβάνουμε κοινοτικούς πόρους. Το χειρότερο μάλιστα ήταν ότι τους κατασπαταλήσαμε είτε για την εξυπηρέτηση πελατειακών και συντεχνιακών συμφερόντων, είτε για την προώθηση κοντόφθαλμων πολιτικών. Ακόμη κι όταν υπήρξαν ολοκληρωμένες στρατηγικές προτάσεις, εμείς τις πολεμήσαμε με όλους τους τρόπους.
Η ερμηνεία είναι απλή: Συνηθισμένοι στο πρόσκαιρο και στο εφήμερο, αλλά και επηρεασμένοι από μια διάχυτη αμεριμνησία, αντιστρατευθήκαμε την αναγκαιότητα να κάνουμε τις επιβεβλημένες αλλαγές και τομές στο κράτος και στην οικονομία. Επιμείναμε σε ένα μοντέλο διοίκησης και παραγωγής, αναποτελεσματικό και παρωχημένο.
Η απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να μας εντάξει στην ευρωπαϊκή οικογένεια, η πρωτοβουλία του Ανδρέα Παπανδρέου να μειώσει με τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα τις δυσμενείς συνέπειες της ανισομέρειας Βορρά-Νότου, καθώς και η επιμονή του Κώστα Σημίτη να προσχωρήσουμε στον σκληρό πυρήνα των προηγμένων χωρών της ΟΝΕ ήταν οι σημαντικότεροι σταθμοί στη σύγχρονη ιστορίας της Ελλάδας. Ωστόσο, δεν είχαν την απαιτούμενη συνέχεια και σταθερότητα. Ούτε συνοδεύτηκαν από πολιτικές βάθους και μακράς πνοής.
Φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί για την αναντιστοιχία που εμφανίζουμε έναντι του ευρωπαϊκού κεκτημένου είναι αναμφισβήτητα οι πολιτικές, κομματικές, συνδικαλιστικές, οικονομικές και μιντιακές ελίτ. Δέσμιες αναχρονιστικών και συντηρητικών απόψεων και πρακτικών, στάθηκαν εμπόδιο για την πραγματική σύγκλιση.
Παγιδευμένη η Ελλάδα στις μυλόπετρες του κρατισμού, του λαϊκισμού των πελατειακών σχέσεων και των συντεχνιακών συμφερόντων απεμπόλισε τις δυνατότητες που τις προσφέρθηκαν. Στην πραγματικότητα στη χώρα μας υπήρξαν μόνο αναλαμπές ευρωπαϊκής προοπτικής. Κι αυτό γιατί δεν έχουμε κλείσει τις εκκρεμότητες με το παρελθόν. Ακόμη και σήμερα μετεωριζόμαστε μεταξύ ανατολής και δύσης. Οι εθνοκεντρικές αντιλήψεις διαχέονται σε όλο το πολιτικό φάσμα. Οι πραγματικοί ευρωπαϊστές συνιστούν μειοψηφία. Οι δήθεν φιλοευρωπαϊκές διακηρύξεις στερούνται ουσιαστικού περιεχομένου.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, το κοινό μας σπίτι, βρίσκεται σήμερα σε μια κρίσιμη καμπή. Τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί είναι πολλά. Η ασυμμετρία της ΟΝΕ είναι γεγονός. Οι πολιτικές εμβάθυνσης έχουν περάσει σε δεύτερο πλάνο. Η αντίθεση Βορρά-Νότου αντί να μειώνεται οξύνεται. Οι αδυναμίες και οι δυσλειτουργίες της ευρωπαϊκής ηγεσίας επιτείνουν τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις. Η κρίση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου καθιστά ατελέσφορες καίριες πολιτικές επιλογές. Το μεταναστευτικό και προσφυγικό είχε αναμφίβολα σημαντικές παρενέργειες στην ευρωπαϊκή συνοχή και συνεργασία. Η άνοδος των εθνικιστικών, ακροδεξιών και λαϊκιστικών δυνάμεων προκαλεί σημαντικές αρρυθμίες στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Όλα αυτά εύλογα έχουν τις δικές τους παρενέργειες στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η γηραιά ήπειρος, ωστόσο διαθέτει τεράστια πολιτικά, κοινωνικά, παραγωγικά, οικονομικά, αναπτυξιακά, τεχνολογικά αποθέματα. Η αξιοποίησή τους καθίσταται άμεση προτεραιότητα. Η επικράτηση των προοδευτικών δυνάμεων στις επικείμενες εκλογές μπορεί να είναι η απαρχή για την επιτάχυνση εκείνων των αποφάσεων και πρωτοβουλιών που είναι αναγκαίες για να ανεβάσει η Ευρωπαϊκή Ένωση ταχύτητες. Η εκλογή νέων προέδρων τόσο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί να αποτελέσει καταλυτικό ρόλο. Αρκεί βέβαια στις θέσεις αυτές να βρεθούν αυθεντικοί ευρωπαϊστές, αλλά και άνθρωποι με αποδεδειγμένες ικανότητες και με προσήλωση στην ευρωπαϊκή ιδέα. Το ευρωπαϊκό όνειρο δεν είναι ουτοπία.
* Ο κ. Νίκος Μπουνάκης είναι Επιχειρηματίας Γεωπόνος BSc, Αγροοικονομολόγος MSc Marketing &Communication, MBA
Υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Ηρακλείου με τον Βασίλη Λαμπρινό και τη Δύναμη πολιτών