του Πέτρου Μηλιαράκη*
Αρχικώς πρέπει να τονισθεί ότι ο European Stability Mechanism (ESM), ήτοι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ), είναι διεθνής Οργανισμός, ενώ αντιθέτως η European Central Bank (ECB), ήτοι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), αφορά Θεσμικό Όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρ’ όλο δε που η ΕΚΤ θεωρείται ότι είναι ο ηγέτης του ευρωσυστήματος, δεν μπορεί να θεωρηθεί (πάντοτε) η «έσχατη καταφυγή» ως δανειστής, όπως παρακάτω θα γίνει αναφορά. Ωστόσο η ΕΚΤ παραμένει ο μεγάλος αγοραστής στις αγορές ομολόγων. Έχει δε ήδη διευκρινιστεί ότι η ΕΚΤ, θα πραγματοποιήσει αγορές αντικατάστασης για κρατικά και εταιρικά ομόλογα που λήγουν. Συνολικώς εκτιμάται ότι η ΕΚΤ το 2019, θα επενδύσει 210 δισ. ευρώ σε επανεπενδύσεις, ενώ από τα 210 δις ευρώ που θα επανεπενδυθούν, τα 173 δισ. ευρώ θα αφορούν σε κρατικά ομόλογα.
Ωστόσο παραμένει ασχολίαστο ότι «τελικός δανειστής έσχατης λύσης» (όπως θα εξηγηθεί παρακάτω) θα είναι ESM, ο οποίος θα χορηγήσει 60 δις ευρώ στο «Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης των Τραπεζών». Προγραμματίζεται δε δείκτης ασφαλείας ο οποίος θα πρέπει να έχει τεθεί σε ισχύ το αργότερο έως το 2024.
Με τούτα τα δεδομένα δεν μπορεί παρά να γίνει αναφορά στο «δόγμα Rothschild». Ο επιφανής αυτός τραπεζίτης ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, διατύπωσε το αμίμητο δόγμα: «Άφησέ με ελεύθερο να εκδίδω και να ελέγχω τα χρήματα ενός έθνους και δεν με ενδιαφέρει ποιός ψηφίζει τους νόμους του»!
Ασφαλώς δεδομένο είναι ότι η δογματική αυτή αντίληψη, δηλαδή το «δόγμα Rothschild» αποδίδει με τον πιο αυθεντικό τρόπο την κυριαρχία του χρήματος ως νομίσματος την οποία η εκάστοτε άρχουσα τάξη χρησιμοποιεί κατά το δοκούν. Υπ’ όψιν δε ότι ο «έσχατος δανειστής» καταλαμβάνει στο όλο σύστημα σημαντικότερη θέση από τον αγοραστή ομολόγων. Αυτό δε αποτελεί γενική νομικοπολιτική αρχή του εν γένει χρηματοπιστωτικού συστήματος.
- πότε γεννήθηκε το νόμισμα –και η ανάγκη ενιαίου νομίσματος
Στο ερώτημα πότε γεννήθηκε το νόμισμα (1) απαντά ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ (John Kenneth Galbraith), ο οποίος παραπέμπει στον Ηρόδοτο. Κατά τον Ηρόδοτο συνεπώς το νόμισμα επινοήθηκε από το βασιλιά της Λυδίας τον 8ο αιώνα π.Χ. Έτσι βεβαιώνει ο Ηρόδοτος, ότι οι Λυδοί είναι ο πρώτος λαός που «έκοψε» χρυσά νομίσματα και επινόησε τη λιανική πώληση –δηλαδή την κυκλοφορία στην αγορά.
Ωστόσο η παραχάραξη των νομισμάτων, έκανε πολύ σύντομα την εμφάνισή της. Έτσι κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, θεσπίστηκε σειρά διατάξεων για την προστασία από τους παραχαράκτες.
Ακριβώς η διαδικασία που αφορούσε στους παραχαράκτες (καθόσον δεν υπήρχε παντού ενιαίο νόμισμα και ήταν ευχερής η παραχάραξη) αποτέλεσε και την αιτία για την πρώτη απόπειρα ενοποίησης ενός …«ευρωπαϊκού νομίσματος»! Άξιο παρατήρησης είναι ότι η Ρώμη «έκοβε» δικά της νομίσματα, τα οποία κυκλοφορούσε στις αποικίες της, απαγορεύοντας τη χρήση ξένων νομισμάτων. Έτσι το δηνάριο του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Διοκλητιανού (245-311), μπορεί να θεωρηθεί πρόγονος του μελλοντικού μας ευρώ, και ο Διοκλητιανός να καταγραφεί ως ο πρώτος εμπνευστής ενός διεθνούς νομισματικού συστήματος. Επίσης:
Ο Καρλομάγνος (748-814), γνωστός και ως Κάρολος ο Μέγας, βασιλιάς των Φράγκων και της Ιταλίας, και πρώτος Αυτοκράτορας της Δυτικής Ευρώπης, σκέφτηκε να δημιουργήσει ένα ενιαίο νόμισμα, αλλά το σχέδιό του τελικώς δεν υλοποιήθηκε λόγω της διχοτόμησης της Αυτοκρατορίας.
Κατά το Μεσαίωνα, η Ευρώπη εισήλθε σε μια νομισματική περίοδο σύγχυσης. Κάθε κράτος, όσο μικρό κι αν ήταν, είχε δικό του νόμισμα και οι μεγάλοι φεουδάρχες απέκτησαν και αυτοί το δικαίωμα να εκδίδουν δικό τους νόμισμα. Έτσι δημιουργήθηκαν εκατοντάδες νομίσματα, και προέκυψε το επάγγελμα του αργυραμοιβού, του ανταλλάκτη δηλαδή νομισμάτων καθώς προέκυψαν και χώροι ανταλλαγής νομισμάτων, ιδιαιτέρως σε περιόδους εορταστικών εκδηλώσεων, οπότε εισέρεε πολύς λαός. Ιδού οι πρόγονοι των σύγχρονων αγορών και των τραπεζιτών, καθόσον τους αργυραμοιβούς αντικατέστησαν οι τραπεζίτες. Όταν όμως ένας αργυραμοιβός πτώχευε, τότε έσπαζαν το πάγκο του (banco roto). Απ’ αυτό δε προέρχεται η λέξη banquerout (αγγλικά: bankruptcy), που σημαίνει χρεοκοπία, όπως τόνιζαν οι Λομβαρδοί.
Ωστόσο ο 19ος αιώνας συνταράσσεται από τις διακυμάνσεις των τιμών των μετάλλων από τα οποία κατασκευάζονταν τα νομίσματα. Σε ελάχιστο χρόνο οι παγκόσμιες συναλλαγές πολλαπλασιάστηκαν κατά 850%, ενώ όπως υποστηρίζει ο Gordon Brawn (2), οι παγκόσμιες οικονομικές ροές από το 1990 έως το 2008 είχαν αυξηθεί κατά 6.000%. Ήδη η παγκοσμιοποιημένη οικονομία αφορά ροή κεφαλαίου που ανέρχεται στα 130-150 δις δολάρια την ημέρα.
- από τους κολίγους στους αστούς-στους μπουρζουά
Μια βασική λειτουργία του χρήματος είναι η δυνατότητα του να συνιστά μέσο συσσώρευσης πλούτου και αποθησαυρισμού. Το χρήμα είναι η «γενική ενσάρκωση του πλούτου», γιατί με το χρήμα είναι δυνατό ν’αγοραστεί οποιοδήποτε εμπόρευμα.
Σε πολλά, μάλιστα, φυσικά πρόσωπα ή και κοινωνίες ακόμη, η έννοια του αποθησαυρισμού είναι «αυτοσκοπός ζωής» χωρίς (όμως) πάντοτε να συνδυάζεται με την ευδαιμονία! (3)
Από άποψη πολιτικής οικονομίας, η συσσώρευση του χρήματος είναι βασική για την ταξινόμηση των «περιουσιακών στοιχείων». Και τούτο γιατί τα περιουσιακά στοιχεία μπορούν να ταξινομηθούν «αναλόγως της ευκολίας ρευστοποίησής τους». Η ταξινόμηση δε αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία στον καθορισμό της προσφοράς του χρήματος.
Πάντως, κατ’ αρχήν και ιστορικώς αρχικώς (στους προκαπιταλιστικούς σχηματισμούς) το χρήμα αυτό καθευατό «δεν αποτελούσε κεφάλαιο». Το χρήμα υπήρχε πολύ πριν εμφανιστεί ο καπιταλισμός. Το χρήμα μετεξελίχθηκε σε κεφάλαιο μόνο σε ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης της εμπορευματικής παραγωγής. Πριν τον καπιταλισμό υπήρχε η εμπορευματική κυκλοφορία που μπορούμε να την εκφράσουμε με τον τύπο Ε-Χ-Ε (Εμπόρευμα-Χρήμα-Εμπόρευμα), δηλαδή, πώληση ενός εμπορεύματος για την αγορά ενός άλλου.
Όμως, η κυκλοφορία του χρήματος, με την εξέλιξη των παραγωγικών σχέσεων, «μετέτρεψε» την κίνηση της εμπορευματικής κυκλοφορίας. Έτσι η «μετέπειτα» κίνηση του κεφαλαίου εκφράζεται με τον τύπο Χ-Ε-Χ (Χρήμα-Εμπόρευμα-Χρήμα), δηλαδή αγορά για πώληση. Ο τύπος Ε-Χ-Ε είναι γνώρισμα της απλής εμπορευματικής παραγωγής, όπου ένα εμπόρευμα «ανταλλάσσεται» μ’ ένα άλλο μέσω του χρήματος. (Π.χ. ο υποδηματοποιός πωλεί τα παπούτσια που κατασκεύασε, παίρνει χρήμα και αγοράζει ένα ύφασμα –δηλαδή ο υποδηματοποιός αντάλλαξε τα υποδήματα με το ύφασμα μέσω του χρήματος). Είναι η προκαπιταλιστική εποχή. Είναι ακόμη η εποχή που η φεουδαρχία σταδιακώς από το 13ο κυρίως αιώνα και μετά, «παραχωρεί» τη θέση της στην αστική τάξη. Οι «πλεονάζοντες» στα φέουδα τίθενται εκποδών, εφόσον αποβάλλονται από το φέουδο γιατί ακριβώς το «περίγραμμα του» ασφυκτιά από τον υπερπληθυσμό! Συνεπώς για λόγους παραγωγικής επάρκειας το φέουδο πρέπει να αποψιλωθεί (και αποψιλώνεται).
- ιδού οι «μπουρζουά»
Έτσι οι εκτός των φέουδων «πλεονάζοντες κολίγοι», που αποβάλλονται από το φεουδάρχη, δημιουργούν τους δικούς τους οικισμούς-κώμες! Δημιουργούν τα «μπούργκους» (στα γαλλικά bourg = κώμη). Αυτά ακριβώς τα «μπούργκους» όπως μετεξελίχθηκαν είναι σήμερα το Λονδίνο, το Παρίσι, η Βενετία! Αυτοί ακριβώς οι κάτοικοι των «μπούργκους» που αποβλήθηκαν από τα φέουδα έγιναν στην εξέλιξη των παραγωγικών σχέσεων και δυνάμεων οι αστοί, οι Bourgeois, που καθόρισαν τους μετέπειτα κοινωνικούς σχηματισμούς. Αυτοί ακριβώς (οι Bourgeois) οργάνωσαν κυρίως από τον 16ο αιώνα και μετά την bourgeoisie, την αστική τάξη. Στη μετεξέλιξη όμως της φεουδαρχικής τάξης προς την καπιταλιστική μορφή παραγωγής, οι παραγωγικές σχέσεις αποκτούν άλλο χαρακτήρα. Το χρήμα διαδραματίζει άλλο «κύκλο». Τον κύκλο του πλουτισμού και όχι απλώς τον κύκλο της ανταλλαγής (4). Εδώ κλασσική θεωρείται η άποψη του Α.Μarshall (5) ότι το «Κεφάλαιο» αποτελείται από όλα τα πράγματα που αποφέρουν εισόδημα.
Τέλος, στη σύγχρονη (και «εμπειρική» ακόμη) ορολογία, το «Κεφάλαιο» θεωρείται πρωταρχικός συντελεστής παραγωγής (μαζί με τους φυσικούς πόρους και την εργασία) και αναφέρεται για να δηλώσει τον παραγωγικό εξοπλισμό της επιχείρησης ή της οικονομίας γενικώς. Κοινή είναι δε η διαπίστωση ότι το «Κεφάλαιο» δεν είναι πρωτογενής συντελεστής παραγωγής, αλλά παράγωγος, δεδομένου ότι αποτελείται από οικονομικά αγαθά που έχει ήδη κατασκευάσει ο άνθρωπος (π.χ. μηχανήματα, μεταφορικά μέσα κλπ).
Αφού διασυνδέσαμε σε επίπεδο πολιτικής οικονομίας τη σχέση «Χρήματος-Κεφαλαίου», κλείνουμε την ιστορική και θεωρητική αυτή παράθεση με την άποψη του P.A. Samuelson (6) πως: «…το χρήμα είναι μία τεχνητή κοινωνική συμβατικότης. Εάν δ’ οιονδήποτε λόγον αρχίση μία ύλη να χρησιμοποιείται ως χρήμα, όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως των προσωπικών τους πεποιθήσεων δια την αξίαν των διαφόρων αγαθών, θα αρχίσουν να της αποδίδουν αξίαν… Εφόσον τα διάφορα αγαθά δύνανται να αγορασθούν και να πωληθούν έναντι μιας ωρισμένης ύλης, οι άνθρωποι θα είναι διατεθειμένοι να πωλούν και να αγοράζουν την ύλην αυτήν. Παραδόξως το χρήμα γίνεται δεκτόν απλώς και μόνον διότι γίνεται δεκτόν…»
- ως προς το ευρωσύστημα
Για να εστιάσoυμε όμως στα ζητήματα δομής και λειτουργίας του ευρωσυστήματος, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι εξ αρχής για την ΕΚΤ δεν προβλέφτηκε η διαδικασία, ώστε να είναι ο τελευταίος δανειστής. Η ΕΚΤ δηλαδή δεν είναι «πιστωτής εσχάτου ανάγκης». Η ΕΚΤ δανείζει με βάση ενέχυρα που μπορεί να ρευστοποιήσει αμέσως και μάλιστα δανείζει με ενέχυρα πολύ υψηλής ποιότητας και απόδοσης (π.χ. γερμανικά ομόλογα). Αντιθέτως στο χώρο του ευρωσυστήματος επελέγη ο μηχανισμός Επείγουσας Αρωγής Ρευστότητας, ήτοι η διαδικασία «Emergency Liquidity Assistance» (ΕLA). Η διαδικασία αυτή δεν αφορά στην ΕΚΤ, αλλά στις Κεντρικές Τράπεζες και εν προκειμένω «δια τα καθ’ ημάς», η διαδικασία αυτή αφορά στην Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).
Ο ESM προσφάτως φαίνεται να έχει το ρόλο του τελευταίου δανειστή (“the lender of last resort”). Του απονέμεται δηλαδή όχι μόνο ρόλος αντίστοιχος του «ΔΝΤ», αλλά και του «πιστωτή εσχάτου ανάγκης» με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Το «σύστημα» όμως έτσι δεν επιλύει οριστικώς τις διαρθρωτικές του ατέλειες. Πάντως ας αρκεστούμε στη θέση του Gordon Brown (7) που υποστηρίζει τα εξής: «Παρά τα τεράστια διαρθρωτικά προβλήματα που εγώ και πολλοί άλλοι έχουμε προσδιορίσει, νιώθω ότι μια διάλυση του ευρώ –και το χάος που θα ακολουθούσε- θα ήταν μια πολιτική και οικονομική τραγωδία, από την οποία η ίδια η Ευρώπη και η ιδέα της διεθνούς συνεργασίας θα χρειάζονταν γενεές ολόκληρες για να επανέλθουν.»
Τα προαναφερόμενα αναδεικνύουν πρωτογενείς αδυναμίες του όλου εγχειρήματος. Ωστόσο δεν παύει το ευρώ να είναι σημαντικότατο νόμισμα της παγκόσμιας οικονομίας και ο ESM να αναλαμβάνει τη νομισματική κυριαρχία ως ο «πιστωτής εσχάτου ανάγκης», ρόλος που δεν ανήκει στην ΕΚΤ.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Βλ. Ρ. Sassier, ΤΟ ΕΥΡΩ (στα ελληνικά, 1998).
(2) Βλ. G.Brown, Beyond The Crash, Overcoming the First Crisis of Gglobalisation (2010), σελ. 84.
(3) Ενταύθα αξίζει να καταγραφεί το εκ του κατά Ματθαίον απόσπασμα (27-3,4,5) οπου: «Τότε ιδών ο Ιούδας ο παραδούς αυτόν ότι κατεκρίθη, μεταμεληθείς έστρεψεν τα τριάκοντα αργύρια… και ρίψας τα αργύρια ανεχώρησεν και απελθών απήγξατο»…
(4) Bλ. Κ.Marx, Capital, Volume One, Chapter IV σελ. 329 και επ., στην έκδοση του R.C.Tucher New York (1978). Β.Ραφαηλίδη, Καπιταλισμός, η κρυφή γοητεία της Μπουρζουαζίας (2000) σελ. 35-43.
(5) Bλ. το κλασικό έργο του Α.Μarshall, Principles of Economics (1920) σελ. 71
(6) Βλ. P.A.Samuelson, Οικονομική (στα ελληνικά, 1970) σελ. 89.
(7) Βλ. G.Brown, οπ.π. σελ. 182 όπου: «I believe that we must help make the euro work. Despite its massive structural problems that I and many others have identified, I fear that a breakup of the euro –and the chaos that would ensue- would be a political as well as an economic tragedy from which Europe itself as well as the very idea of international cooperation would take generations to recover.»
——————————————–
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).