Κείμενο – φωτογραφία: Γεώργιος Χουστουλάκης
Τα πλαϊσερά
Άγνωστες λέξεις για τους νέους της Κρήτης, τρόπος ζωής για τους παλιούς!
Τα πλαϊσερά, δεν έλειπαν από κανένα σπίτι εποχής.
Στην πραγματικότητα ήταν το πλεχτό λίπος του ζώου, που περικλείει τα έντερα, που λέγεται και κνισάρι.
Ένα μέρος από το κνισάρι αυτό, το φύλαγαν για διάφορες χρήσεις. Καμιά φορά, αντί για κνισάρι, κράταγαν ένα κομμάτι λίπος συμπαγές χοιρινό, στο σχήμα και μέγεθος του σαπουνιού, ενίοτε και μεγαλύτερο. Κι αυτό το έλεγαν πλαϊσερό.
Επειδή το πλαϊσερό από κνισάρι ήταν ιδιαίτερα αρεστό από όλους, προτιμούσαν να το φάει η οικογένεια και έτσι σπάνια το κράταγαν. Κράταγαν συνήθως χοιρινό λίπος, όπου το έβλεπες καρφωμένο σε μια πρόκα δίπλα στη παρασθιά (τζάκι), και μαυρισμένο από τον καιρό και την κάπνα!
Ήταν εκεί, δίπλα στον τσούκο – αλατιέρα, που είχε ένα μεγάλο άνοιγμα, για να πιάνουν το αλάτι.
Παραδίπλα ήταν κι ο λύχνος!
Η χρήσεις του πλαϊσερού, ποικίλες!
Μπορεί με το λίπος αυτό να κέρωναν το σπάγκο πριν ράψουν συνήθως δερμάτινο είδος, όπως στιβάνια, το δερμάτινο του σαμαριού κλπ.
Με το ίδιο λίπος πέρναγαν πότε – πότε το δέρμα των παπουτσιών, κυρίως άρβυλα και στιβάνια, για να μην ξηραίνονται, και να κρατούν την ελαστικότητα τους.
Έτσι, οτιδήποτε χρειαζόταν να μαλακώσει, ακόμα και στο δέρμα του ανθρώπου όπως τα σκασμένα χέρια από ασβέστη, μια τριβή με το πλαϊσερό, πάντα έφερνε αποτέλεσμα!
Όμως δεν παραβλέπουμε και την ιατρική του χρήση!
Πλαϊσερά χρησιμοποιούσαν πολλοί στην Κρήτη σαν μαλακτικό στα σπασίματα των μελών, χέρια πόδια, για μασάζ, η το άπλωναν πάνω σε ένα πανί, και το εναπόθεταν στο πάσχον μέλος.
Θεωρείτο αντιμικροβιακό, αντιφλεμονώδες κατά την διάρκεια της επίδεσης.
{module [804]}
Τα απαλαιτικά
Τα απαλαιτικά, ήταν συνήθως τα πλατιά φύλλα του φυτού δρακοντιάς, που στην Μεσαρά δεν έχει ιδιαίτερη ονομασία, γιατί οι παλιοί όλα αυτά τα «ψακωντικά» τα έλεγαν γενικώς «ασκοτιζάρες»!
Έτσι τις ασκελετούρες, το γνωστό αγριοκρόμμυο που κάνει το βολβό, και τη δρακοντιά όλα τα έλεγαν ασκοτιζάρες!
Έκοβαν τον χειμώνα από τον κήπο, η απ’ έξω μερικά πλατιά φύλλα, τα ζέσταιναν στο φως της λάμπας, τα λάδωναν, και έτσι όπως ήταν ζεστά, τα άπλωναν πάνω στο πανί, και το τοποθετούσαν στο «ψυκό», δηλαδή στο στήθος του παιδιού, μέσα από τα ρούχα, όταν ήταν κρυωμένο! Είχαν και αυτά φαρμακευτική χρήση, και ενίοτε τα έβαζαν και στο λαιμό των παιδιών, όταν είχαν πρησμένες αμυγδαλές, πονόλαιμο κλπ.
Βέβαια τα φύλλα της δρακοντιάς, τα μάζευαν και για ένα άλλο λόγο, τα έδιναν σαν τροφή και στις σκρόφες, (θηλυκά γουρούνια), όταν δεν είχαν άλλα χόρτα.
Για το κρύωμα και τον πόνο του στήθους, είχαν και άλλο τρόπο αντιμετώπισης, την κουνελοπροβιά!
Η κουνελοπροβιά, δεν εξέλιπε και εκείνη από κανένα σπίτι!
Την ζέσταιναν κι εκείνη στο μαγκάλι, και την τοποθετούσαν στο σημείο του πόνου, στήθος η πλάτη, μέσα από το φανελάκι!
Έτσι είχαν κάποια ανακούφιση.
Με αυτά πέρασαν γενιές και γενιές, εμείς δεν θα τα υιοθετήσουμε πλέον, αλλά μπορούμε να τα θυμόμαστε, και οι νεότεροι να γνωρίζουν.