παπα-Παύλος Καλλίκας
Εφημέριος Καρβουνάδας και Κεραμωτού
Σάββατο Λαζάρου.
Το τηλέφωνο του Ιερέα «χτυπάει». Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής η κ. Κ. «-Πάτερ, ευλογείτε. Λέγομαι Κ.. Η μητέρα μου βρίσκεται σε βαριά κατάσταση στον θάλαμο κόβιντ του Νοσοκομείου. Επιθυμεί διακαώς να κοινωνήσει. Το ίδιο επιθυμώ και εγώ, για εκείνη. Είναι πιστή γυναίκα. Πιστεύω, ότι περιμένει να κοινωνήσει, για να «φύγει» έτοιμη. Το θέλει πολύ. Αιμορραγεί συνεχώς, λίγες οι ώρες της».
«- Πολύ ευχαρίστως, κ. Κ.. Αύριο, Κυριακή, θα της πάω μετά την Θ. Λειτουργία να μεταλάβει Σώμα και Αίμα Χριστού».
Το τηλέφωνο κλείνει. Ο Ιερέας γνωρίζει. Τόσο ο αγροτικός γιατρός Μ., με τον οποίο έχει μιλήσει τα προηγούμενα 24 ωρα, όσο και η Διευθύνουσα και ο Διοικητής, απαγορεύουν ρητώς, την είσοδο του Ιερέα στον θάλαμο κόβιντ. Φόβοι, φοβίες, ισοπεδωτικά πρωτόκολλα, που δεν γνωρίζουν από πνευματικές ανάγκες, λίγο η διανοητική μόλυνση από τα Μ.Μ.Ε., λίγο η απιστία, ορθώνουν τείχη τεράστια μπροστά τους. Σώμα και Αίμα Χριστού; Ιερέας; Πνευματική ανάγκη; Τελευταίο εφόδιο ψυχής; Άγνωστες και πρωτάκουστες έννοιες. Ίσως, και ενοχλητικές στα αυτιά τους. Τόσο ενοχλητικές, που ο Διοικητής νοιώθει ότι απειλείται. Αν έρθει ο Ιερέας να μεταλάβει τον ασθενή, θα καλέσει την Αστυνομία (!!!).
Ο Ιερέας γνωρίζει. Θα καταφύγει στον Θεό. Έργο Θεού επιτελεί∙ τόσο για την αδήριτη ανάγκη της ψυχής αυτής, της ασθενούς, όσο και για την σκληροκαρδία και απιστία της Διοίκησης του Νοσοκομείου, στην περίπτωση αυτή. Τρέχει. Παρακαλεί τον Άγιο Νικηφόρο τον Λεπρό, τίμιο λείψανο του οποίου φυλάσσει στην Ενορία του. Παρακαλεί με θέρμη.
«- Άγιε μου, κανόνισε εσύ. Πήγαινε μπροστά. Κάνε τους αγάλματα. Μην εμποδισθεί η Θεία Κοινωνία, Άγιέ μου. Μαρμάρωσέ τους. Να μεταλάβει η ψυχή, που διακαώς ποθεί τον Χριστό. Αλλά και να μην καταλογισθεί η αμαρτία, σε όσα από άγνοια απαγορεύουν οι αντικείμενοι».
Κυριακή Βαΐων.
Η Θ. Λειτουργία στο μικρό εκκλησάκι του Αγ. Ηλία, τελειώνει. Ο Ιερέας λέει στον οδηγό-βοηθό του Χ. που θα τον οδηγήσει στο Νοσοκομείο Κυθήρων, τι πρόκειται να γίνει. Είναι ο πρώτος, μετά την κ. Κ., που ακούει για το εγχείρημα.
«- Κοίταξε να δεις, του λέει ο Ιερέας. Ανθρωπίνως, οι πόρτες θα είναι κλειστές. Δεν έχουμε πιθανότητες να μπούμε. Υπάρχει μόνο ένα 2% να γίνει θαύμα, και να κυλήσουν όλα καλά. Να είσαι προετοιμασμένος».
«-Πάτερ μου, σε ακολουθώ. Δεν φοβάμαι. Το μόνο που φοβάμαι είναι το ότι θα μπει στο αυτοκίνητο μου ο ίδιος ο Θεός»!
Ο Ιερέας παίρνει στα δυο του χέρια το Δισκοπότηρο καλυμμένο με το κόκκινο μάκτρο. Καμία άλλη ομιλία, εις το εξής, δεν επιτρέπεται. Το αυτοκίνητο προχωρά αργά και προσεκτικά. Ο Ιερέας νοιώθει τον Άγιο Νικηφόρο να προπορεύεται και να ίπταται με τα μαύρα μοναχικά του ράσα να ανεμίζουν. Με τα σωματικά μάτια ο Ιερέας, δεν βλέπει κάτι. Τα μάτια της ψυχής όμως, είναι παραπάνω σίγουρα για την παρουσία του Αγίου, και δεν λαθεύουν. Βεβαιώνουν το γεγονός.
Φθάνουν. Ο οδηγός παρκάρει το αυτοκίνητο. Ο Ιερέας συγκεντρωμένος στον στόχο του περπατάει με σταθερά βήματα κρατώντας το Άγιο Δισκοπότηρο. Ο υπεύθυνος της πύλης κοιτάει απορημένος. Δεν μιλάει. Δεν κουνάει. Μένει εκεί … άγαλμα. Θα κατηφορίσουν στο μικρό διάδρομο και θα ανέβουν τα σκαλιά για την εξωτερική πόρτα του θαλάμου. Φθάνουν στην τζαμένια πόρτα. Δεν έχει προηγηθεί καμία συνεννόηση, δεν γνωρίζει κανείς από το προσωπικό την παρουσία του Ιερέα, την ώρα αυτή. Ο βοηθός, που παλεύει να κρατήσει αναμμένο το κερί, ρωτάει αμήχανα τι να κάνει. Ο Ιερέας του κάνει νόημα να χτυπήσει την τζαμένια πόρτα. Δεν περνούν λίγα δευτερόλεπτα και η πόρτα ανοίγει. «– Άγγελος Θεού, μας άνοιξε», σκέφτεται ο Ιερέας, και εισέρχεται. Λίγα βήματα, και μπροστά του η ασθενής. Το ήσυχο, φωτεινό και γαλήνιο πρόσωπο της ασθενούς δεν προδίδει τίποτε από την κρισιμότητα της υγείας της. Το ταλαιπωρημένο κορμί της και τα πολλά σωληνάκια γύρω-γύρω μόνο σε προϊδεάζουν.
Ο Ιερέας στέκεται δίπλα της. Εκείνη ανοίγει τα μάτια. Κοιτά τον Ιερέα και ανοίγει καλά το στόμα της.«– Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού Α. Σώμα και Αίμα Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον» και με τρεμάμενο το χέρι, που κρατά την λαβίδα, την κοινωνεί. Η ασθενής ήσυχα κλείνει το στόμα της και κατόπιν τα μάτια της. Τόσο απαλά, τόσο ήσυχα, τόσο αθόρυβα. Σαν μικρό παιδί, που του διέκοψες τον ύπνο για να το ταΐσεις και μετά εκείνο ξανακοιμάται αναπαυμένο στην αγκαλιά της μητέρας του. Αποστολή εξετελέσθη. Ο Ιερέας με ικανοποίηση και με θαυμασμό για το μεγαλείο της Ιερωσύνης, που φέρει με την Χάρη του Θεού, αναχωρεί. Πως ένας παντοδύναμος Θεός αξιώνει ένα μικρό άνθρωπο να γίνεται υπηρέτης Του και Υπουργός των Θείων και ανεξιχνίαστων Μυστηρίων Του; Με την δοξολογία στα χείλη, ο Ιερέας, βγαίνει από τον θάλαμο κόβιντ και κατεβαίνει τα σκαλιά. Σφίγγει γεμάτος χαρά το Δισκοπότηρο, που περιέχει το υπόλοιπο Σώμα και Αίμα του Χριστού, το οποίο θα καταλύσει, όταν φθάσει στο Εκκλησάκι.
Δεν κάνει λίγα βήματα και με την άκρη του ματιού του συλλαμβάνει την φιγούρα, του εφημερεύοντα εκείνη την ημέρα, αγροτικού ιατρού Μ., που από την πρώτη στιγμή ήταν, οριζοντίως και καθέτως, αρνητικός στην προσέλευση του Ιερέα. Στέκει εκεί στα 2 μέτρα ασάλευτος και αμίλητος. Άγαλμα. Ο Ιερέας τον προσπερνά και ανηφορίζει τον στενό διάδρομο. Φθάνουν στην πύλη, όπου δεν συναντούν κανέναν, και επιβιβάζονται στο αυτοκίνητο. Ο Άγιος Νικηφόρος είχε επιτελέσει το θαύμα του. Οδήγησε, βοήθησε, άνοιξε διαδρόμους και πόρτες, ώστε η Θ. Κοινωνία να φθάσει στην ψυχή, που ετοιμαζόταν για το ταξίδι της στον ποθούμενο Νυμφίο Χριστό. Σε Αυτόν που λαχταρούσε από την εδώ ζωή να γευθεί, αλλά… της απαγορευόταν αυστηρά.
Λίγο αργότερα, ο Ιερέας κατέλυσε με προσοχή το Άγιο Δισκοπότηρο. Στην επιστροφή για το σπίτι του, σταμάτησε να ευχαριστήσει τον Άγιο Νικηφόρο, προσκυνώντας το τίμιο λείψανό του. Ο Άγιος Νικηφόρος ήταν αυτός που τα έφερε όλα εις πέρας.
Φίλε αναγνώστη, εσύ που καλόπιστα διάβασες το παραπάνω αληθινό και πρόσφατο περιστατικό θα ήθελα να σου πω με βεβαιότητα ότι οι Άγιοι είναι ΖΩΝΤΑΝΟΙ και επεμβαίνουν προς το συμφέρον μας, όταν με πίστη ακουμπάμε επάνω τους. Θα ήθελα, επίσης, να σου πω με βεβαιότητα, ότι τόσο ο ιερός χώρος της Εκκλησίας με τα Ιερά μυστήρια που τελούνται σε αυτόν και τα τίμια λείψανα και τις άγιες εικόνες, που εμπεριέχονται σε αυτόν, αλλά και ο Ιερέας που τελεί αυτά τα άγια Μυστήρια ΜΟΝΟ Χάρη Θεού, Αγιασμό και την Ευλογία του Θεού μεταδίδει, και τίποτε άλλο.
Τελειώνοντας να σημειώσω ότι ακολούθησε μια υπέροχη Μεγάλη Εβδομάδα, και μια πανευφρόσυνη Ανάσταση. Όσον αφορά την ασθενή αυτή, την Μεγάλη Δευτέρα, μια μέρα αφότου δηλαδή κοινώνησε, έχασε την επαφή της με τον εδώ κόσμο. Ο Θεός διάλεξε να την πάρει κοντά Του μετά από μια εβδομάδα, δηλ. την χαρμόσυνη Αναστάσιμη ημέρα της Κυριακής. Ας είναι αιωνία η μνήμη της.
Οι πρεσβείες του Αγίου Νικηφόρου του Λεπρού, ας συντροφεύουν όλους μας και ας μας χαρίζουν, κυρίως, την πνευματική υγεία.
Πηγή: tasthyras.wordpress.com