Κείμενο: Γεώργιος Χουστουλάκης
Το μαύρο Κρητικό πουκάμισο – Το παλιό κρητικό σαρίκι και το κρητικό μαχαίρι
Σήμερα το δίλλημα, «μαύρο ή άσπρο πουκάμισο», περισσότερο θυμίζει φίλαθλους ποδοσφαιρικού αγώνα, παρά ένα αποκρυσταλλωμένο συμπεράσματα, μέσα από γνώσεις από ιστορικές αναδρομές, μέσα από παλιά κείμενα Κρητών συγγραφέων, που άφησαν γραπτά σχετικά ντοκουμέντα, αλλά παράλληλα και πληροφορίες από σύγχρονους χορευτικούς κρητικούς συλλόγους κλπ.
Και οι δυο αντιμαχόμενες «παρατάξεις», του μαύρου και του άσπρου, έχουν «ένθερμους υποστηριχτές», και ο κάθε ένας μιλά με τα δικά του επιχειρήματα!
Όλοι γνωρίζουμε, πως το πουκάμισο αρχικά του κρητικού, ανέκαθεν ήταν άσπρο, και κανείς δεν μπορεί αυτό να το αμφισβητήσει, γιατί υπάρχουν και μαρτυρίες, καθώς και αρκετό φωτογραφικό υλικό.
Κανείς δεν μπορεί όμως και να αμφισβητήσει, ότι πολλοί εθελοντές πήγαν σε πολέμους για απελευθέρωση, και πολλοί δεν γύρισαν πίσω.
Δεν ήταν φυσικά λογικό, οι οικογένειές τους, να συνεχίζουν να φοράνε άσπρα!
Δύο λοιπόν ήταν οι βασικοί λόγοι, που πολλοί κρητικοί φόρεσαν στη συνέχεια μαύρο πουκάμισο.
Ο ένας ήταν, όταν κάποιος πενθούσε αγαπημένο του πρόσωπο, φορούσε σαν πένθος μαύρο πουκάμισο.
Και αυτό το πρωτοσυναντάμε στον Ερωτόκριτο τον 17ο αιώνα για πρώτη φορά, όταν ο Χαρίδημος, το αρχοντόπουλο της Κρήτης επειδή λόγω πένθους που έχασε την αγαπημένη του, έκτοτε πλέον φορά μαύρο. Άσχετα που τη σκότωσε ο ίδιος κατά λάθος κάπου στο κυνήγι.
Δεύτερος λόγος που φορά μαύρα ο Κρητικός του 17ου και μέχρι αρχές του 20ου αιώνα, είναι γιατί θεωρεί, ότι κρατάει πένθος για το σκλάβωμα της Κρήτης από τους Τούρκους. Έτσι το μαύρο πουκάμισο που καθιερώθηκε, συμβόλιζε τη σκλαβιά, ώσπου να απελευθερωθεί και πάλι η Κρήτη.
Λογικό, αφού δεν υπήρχε σπίτι τότε, χωρίς σκοτωμένο!
Αυτά όλα τα μαρτυρούν τα κείμενα του Καζαντζάκη στον Καπετάν Μιχάλη, αλλά και στο βιβλίο του Πρεβελάκη ο Πατούχας.
Και στο Μακεδονικό επίσης, που πολλοί Κρητικοί πήγαν εθελοντές, πολλοί δεν ξαναγύρισαν.
Οι γονείς και τα αδέρφια τους οι μανάδες αμέσως έβαψαν αναγκαστικά τα πουκάμισά τους, από άσπρα σε μαύρα.
Ο κάθε ένας λοιπόν που πενθούσε ένα στενό δικό του πρόσωπο, όλη την υπόλοιπη ζωή του, θα φορέσει πλέον μαύρα.
Πολύ αργότερα επεκράτησε να σταματήσουν σιγά σιγά να φοράνε μονίμως μαύρα, για να πενθούν τη Κρήτη που σκλαβώθηκε, και τους διάφορους πεσόντες ανά τους πολέμους.
Έτσι είχαν καθιερώσει, σε μέρες γιορτών, σε γάμους κλπ, να φορούν άσπρο πουκάμισο, και τις καθημερινές, μαύρο.
Αυτά κυρίως οι νέοι, γιατί οι παλιοί γέροντες συνήθως φόραγαν μονίμως τα μαύρα.
Το πένθος εξάλλου της Κρήτης καταργήθηκε το 1940, και καθιερώθηκε έκτοτε η μαύρη κορδέλα στο μπράτσο, που φόραγε εκείνος που πενθούσε. Τη κορδέλα τη φορούσε για μήνες, μπορεί και τρία χρόνια!
Έτσι δεν υποχρεούτο πλέον, να φορέσει μαύρο πουκάμισο.
Η μαύρη κορδέλα σήμαινε για κάποιον που τη βλέπει, ότι έχασε ένα δικό του αγαπημένο πρόσωπο πρώτου βαθμού.
Μετά την κατοχή, επεκράτησαν διάφορα χρώματα στο πουκάμισο. Έτσι εκτός το άσπρο και μαύρο, είχαμε και μπλε ή εκρού.
Το κρητικό πουκάμισο σήμερα
Σήμερα ακόμα φοράνε μαύρο πουκάμισο, άνθρωποι κυρίως ορεινής καταγωγής, και αυτό περισσότερο σαν «καπετανιλίκι», παρά πένθος της Κρήτης, υπό τη κατοχή του εχθρού.
Σήμερα είναι ελεύθερος πλέον ο κάθε ένας, να φορέσει ότι χρώμα πουκάμισο θέλει.
Οι σχολές χορού σήμερα στην Κρήτη, και αυτές ανάλογα τα πιστεύω τους, έχουν καθιερώσει όποιο χρώμα θέλουν, αλλά κάποιες μπορεί να χρησιμοποιούν και τα δύο χρώματα, αλλά περισσότερο τους ενδιαφέρει να κάνουν συνδυασμούς χρωμάτων, ανάλογα το τι θα είναι η υπόλοιπη στολή, και τι τα στιβάνια!
Οι πιο πολλές σχολές πάντως χορού σήμερα στο Ηράκλειο, χρησιμοποιούν μαύρα πουκάμισα σε συνδυασμό με μαύρα στιβάνια, εν αντιθέσει στο Λασίθι που φοράνε άσπρα.
Στα Χανιά κάποιες σχολές, με την μπλε στολή φοράνε μαύρο πουκάμισο, και με την γκιλότα μαύρο.
Σε πολλά ακόμα, κυρίως ορεινά μέρη της Κρήτης, επειδή θεωρούν εαυτούς «σαν καπετάνιους», ή «συνεχιστές των παλιών κρητικών εθίμων», και εκείνοι φοράνε ακόμα μαύρα.
Η Κρήτη λοιπόν και σήμερα, είναι διχασμένη στον τομέα αυτό, και αυτό κάνει τη κριτική πολλών σύγχρονων διανοουμένων, να είναι ιδιαίτερα αυστηρή, με εκείνους που φοράνε μαύρο πουκάμισο.
Το ίδιο διχασμένοι επίσης, είναι και με εκείνους που πιστεύουν πως παλιά ήταν καθιερωμένο παγκρήτια το μαύρο. Φυσικά πιστεύουν, και το διαλαλούν , πως ήταν ανέκαθεν καθιερωμένο το άσπρο, και σήμερα θα πρέπει να φοράνε και πάλι όλοι άσπρα.!
Το μαύρο πουκάμισο μαζί με τη κρητική βράκα, και τα στιβάνια, ήταν η στολή του παλιού Κρητικού.
Η κρητική βράκα ήταν η χειμερινή και η καλοκαιρινή, η επίσημη και η καθημερινή, και είχε πολλές πτυχές, για αυτό είχε πάνω από δώδεκα πήχες ύφασμα!
Έξη πήχες από μέσα, και άλλες έξη απέξω!
Οι επίσημες ήταν τσόχινες μπλέ χρώμα. Οι καθημερινές από μαύρο καπότο λινό. Τα πουκάμισα ήταν χασεδένια από μαύρο ή άσπρο χασέ..
Δεν ήταν όμως πραχτική η κρητική βράκα, κυρίως για δουλιές.
Είχε όμως τη δυνατότητα για «ψιλό νερό» από ένα ειδικό σχίσιμο μπροστά, ανάμεσα στις πιέτες και που την έκρυβαν.
Όταν όμως εμφανίστηκε από την Ευρώπη η μόδα με τη γκιλότα, αμέσως σχεδόν καθιερώθηκε στους νεότερους, γιατί ήταν πιο πρακτικές για τις διάφορες δουλειές, και ταίριαζαν καλύτερα με τα κρητικά στιβάνια.
Η κρητική γκιλότα, ήρθε μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Αργότερα και οι αξιωματικοί του στρατού, αγροφύλακες κλπ, καθιέρωσαν τη μάλλινη στολή με τη κρητική γκιλότα.
Το κρητικό μαχαίρι
Αυτό το κρητικό μαχαίρι, που σήμερα είναι ένα περιζήτητο τουριστικό είδος, κάποτε ήταν το καμάρι του καπετάνιου, καθώς και του νέου, που το είχε ζωσμένο στη μέση του!
Ο κ. Σιροκάκης από τα Χανιά, που εμπορεύεται σήμερα κρητικά μαχαίρια, τον ρωτήσαμε, από πότε υπάρχουν κρητικά μαχαίρια. Η απάντησή του είναι, πως το κρητικό μαχαίρι χρονολογείται στα τέλη το 18ου αιώνα.
Όμως άλλη μαρτυρία, μας πάει ακόμα πιο πίσω!!
Μια μαρτυρία όμως του κ. Μραγκάκη Μύρωνα, 93 χρόνων σήμερα, ο οποίος έχει στη κατοχή του ένα κρητικό μαχαίρι, έχει κατασκευαστεί στα Χανιά, και έχει σκαλισμένα στη λάμα τα γράμματα: «ΧΑΝΙΆ 1818»!
Αυτό και μόνο μας λέει, πως τέλη του 1700 τουλάχιστον υπήρχαν κρητικοί μαχαιράδες!
Τα μαχαίρια κρητικών και τούρκων, ήταν σχεδόν τα ίδια.
Διέφεραν μονάχα στις παραστάσεις. Δεν έγραφαν παλιά μαντινάδες πάνω στη λάμα.
Οι τούρκοι σκάλιζαν μισοφέγγαρα, το σεράι του Πασά κλπ.
Τα κρητικά είχαν παραστάσεις με τον Ερωτόκριτο και την Αρετούσα, το σταυρό, ενίοτε χάραζαν πάνω το μονόγραμμά τους οι καπεταναίοι!
Παλιά το κρητικό μαχαίρι, το λέγανε και «σαίτα», γιατί είχε πίσω μια εγκοπή , το γνωστό δίχαλο, όπως έχει και το βέλος.
Σχήμα και μέγεθος του κρητικού μαχαιριού
Το κρητικό μαχαίρι, μπορεί να ήταν από 20 έως και 60 εκατοστά!
Ήταν τα ασπρομάνικα και τα μαυρομάνικα μαχαίρια, ανάλογα το χρώμα της λαβής.
Το είδος μαχαιριού που ήταν κυρτό λιγάκι, και πάνω από 60 εκατοστά, το λέγανε και «κασατούρα».
Τη κασατούρα τη λέγανε και «του Τούρκου το μαχαίρι»!
Τα ίδια περίπου είχαν και οι Τούρκοι.
Τα παλιά κρητικά μαχαίρια, ήταν από ειδικό καλοδουλεμένο ατσάλι, γιατί « τα βάφανε καλά», βάφανε και λαβή τους ήταν από κέρατο βοδιού.
Αργότερα η λαβή φτιαχνόταν από ελεφαντόδοντο, που έφερναν έμποροι από την Αφρική, και οι μαχαιράδες έφτιαχναν με αυτά τις λαβές
Τα μαχαίρια με ελεφαντοστούν ήταν πιο ακριβά.
Μέσα το κέρατο, το γεμίζανε γύψο ή άσπρο τσιμέντο.
Το «βάψμο» του μαχαιριού, είχε να κάνει με τη θερμοκρασία, και σε τι υγρά θα τα βουτούσαν αμέσως καθώς ήταν πυρωμένο! Γενικά είχε να κάνει με την όλη επεξεργασία.
Το θηκάρι κατέληγε σε σχήμα κεφάλι φιδιού, ή δράκου.
Είχαμε μαχαίρια ίσια, είχαμε και λίγο γαμψά.
Το μαχαίρι σε κάποιες περιπτώσεις, είχε στο θηκάρι ασημένια λουρίδα, και εκεί κρεμόταν μια μικρή ασημένια αλυσίδα, όπου εκεί κρεμόταν πέντε έξη μικρά νομίσματα.
Λένε, ότι πιθανόν αυτά να συμβόλιζαν τα δάκρυα για τους σκοτωμένους του.
Παλιά και οι γυναίκες φόραγαν ασπρομάνικο μαχαίρι στη ζώνη τους.
Οι άνδρες είχαν στη ζώνη τους μαχαίρι συνήθως μαυρομάνικο.
Όταν ήταν αρραβωνιασμένη μια γυναίκα, έκανε δώρο στον αρραβωνιαστικό της ένα μεταξωτό μαντήλι, και εκείνος της χάριζε ένα κρητικό μαχαίρι!
Η γυναίκα πλέον θεωρείται αρραβωνιασμένη, για κάποιον που τη βλέπει για πρώτη φοράν και να μην αποσκοπεί στο να τη πλησιάσει!
Γύρω στη μέση της είναι μια πάνινη ζώνη σε δυο γύρους, και εκεί έχει κρεμάσει το μαχαίρι της!
Το γυναικείο ασπρομάνικο μαχαίρι, δεν ήταν πάνω από 20 εκατοστά.
Παράδοση με καλούς επαγγελματίες υπήρχαν στα Χανιά, αλλά και στο Ηράκλειο., και φυσικά υπάρχουν μέχρι και σήμερα.
Το κρητικό σαρίκι
Αν και σήμερα το κρητικό σαρίκι, ή κεφαλομάντηλο, ή απλά κρητικό μαντήλι, ή μπολίδι, έχει μεγάλη τουριστική ζήτηση, έχει όμως και αυτό μακράν ιστορία.
Κρητικό μαντήλι φορούσαν και οι γυναίκες, αφού έχει καθιερωθεί σαν τμήμα της κρητικής γυναικείας στολής
Το μαύρο σαρίκι πάντως συμβόλιζε πένθος, ενώ το άσπρο χαρά.
Είχαμε, το μαύρο ή το άσπρο σαρίκι με κρόσια, και το πάνινο σαρίκι της κεφαλής χωρίς κρόσια.
Έχουμε σαρίκια πλεχτά στο χέρι, αλλά και του εμπορίου.
Σήμερα λέγεται και κρητικό μαντήλι.
Μια μαρτυρά πάλι του κ Μύρωνα Μαραγκάκη 93 χρόνων σήμερα, θα μας πάει πάλι στην Τουρκοκρατούμενη Κρήτη.
Ο κ Μύρωνα, τότε που ακόμα ήταν παιδί, του είχε ακούσει μια ιστορία, πως ένα μικρό κορίτσι έπαιζε με τα κρόσια του κεφαλομάντηλου του παππού της!
Ήταν καθισμένοι οι διό τους κάπου στην εξοχή, πιθανόν και να έβοσκαν πρόβατα.
Η μικρή χάιδευε τα κρόσια του κεφαλομάντιλου του παππού της, και ο παππούς της τότε της λέει:
-«Μην τα πειράζεις ετανά τα «κουμπάκια», γιατί ούλα είναι … Τούρκοι»!
-«Μα πώς τα κρόσια είναι Τούρκοι παππού»? Του λέει.
-«Γρήκα παιδί μου, όσα κρόσια κρέμουναι στο σαρίκι μας, τόσους Τούρκους έχομενε σκοτωμένους ο κάθε ένας»!
Απόρησε το παιδί, αλλά τελικά έμαθε τι ακριβώς συμβολίζουν τα κρόσια εκείνα, δηλαδή όσα πιο πολλά κρόσια κρεμόταν, τόσους πιο πολλούς Τούρκους είχαν σκοτώσει!
Πράγματι, οι περισσότεροι τουρκοφάγοι, ήταν επικηρυγμένοι από τους Τούρκους, και εκείνοι φορούσαν το μαντήλι, έτσι για να τους μπαίνουν περισσότερο στο μάτι, γιατί δήλωνε ανδρεία και παλικαριά!
Τα πολλά κρόσια ήταν σαν αξίωμα και βαθμός που τον έπαιρναν με την αξία τους και στην κυριολεξία με το σπαθί τους!
Η εκδοχή βέβαια αυτή βρίσκει απήχηση στη κεντρική Κρήτη, γιατί στα Χανιά, πιστεύεται, πως τα κρόσια, συμβολίζουν απλά τα δάκρυα από τους σκοτωμένους της οικογένειας!
Βέβαια όλα όσα λέγονται σήμερα, μπορεί να είναι και απλές δοξασίες παλιών, και πολλοί σήμερα διαφωνούν.
Σήμερα ο κ. Αγιασμενάκης Ιωάννης από τα Χανιά, διαβασμένος, και σπουδαγμένος στο αντικείμενο, έχει πολλές γνώσεις και διατηρεί σήμερα σχολές χορού στα Χανιά.
Είναι συνεχιστής των κρητικών παραδόσεων, και πιστεύει ακράδαντα, πως τα παλιά χρόνια, το σαρίκι ήταν ένα απλό μαντίλι με πανί, ή μια πετσέτα ή ένα σκέτο μαντήλι!
Το γνήσιο παλιό κρητκό μαντήλι ήταν το μπολίδι, που φυσικά δεν είχε κρόσια.
Πιστεύει δε, πως μετά το ’50 καθιερώθηκαν τα κρόσια στο μαντήλι, κυρίως από Σφακιανούς, άνθρωποι των ορεινών περιοχών, και αυτό για να το κάνουν πιο εμφανίσιμο και εντυπωσιακό!
Από τα Σφακιά πλέον, πιστεύει, καθιερώθηκε το μαντήλι με τα κρόσια σε όλη τη Κρήτη!
Συνεχίζει λέγοντας, ότι επί τουρκοκρατίας, οι Κρήτες «προσκυνημένοι» τον μουσουλμανισμό, φορούσαν το φέσι στο κεφάλι. Όλοι όμως αυτοί, ή εκδιώχθηκαν ή έφυγαν για Χαμιντιέ, με την ανταλλαγή πληθυσμών.
Ο κ Αγιασμενάκης, πιστεύει ότι ο λαός μας έχει την τάση, αλλά και την ανάγκη, να δημιουργεί δοξασίες, και σενάρια, για να αιτιολογεί κάποια πράγματα, που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, γιατί πρακτικά , όλα είναι πολύ πιο απλά!
Δεν γνωρίζουμε ποια είναι τελικά, η πραγματική αλήθεια για τα κρόσια του κεφαλομάντηλου, και πότε ήρθαν στη Κρήτη.
Δεν γνωρίζουμε αν τελικά συμβολίζουν τα δάκρυα χαράς η λύπης.
Κάποιοι πάλι έμποροι κρητικών μαντηλιών, λένε πως τα μαντήλια με τα κρόσια, τα έφεραν στη Κρήτη, οι Ενετοί έμποροι.
Η έρευνα για διάφορα θέματα, πολλές φορές εμφανίζει και πράγματα αλληλοσυγκρουόμενα!
Όμως οι εκάστοτε ιστορίες ή δοξασίες που συνοδεύουν τις παραδόσεις είναι όμορφες, και εμείς θα παλεύουμε να τις διατηρήσουμε, όσο μπορούμε.