Γράφει ο Μιχάλης Στρατάκης*
Αιστάνομαι άθλιος και βρώμος.
Γιατί εστράγγιξα την ψυχή μου, κι αυτή έσταξε μοναχά Παπαδόσηφο και Αντρέα Γιακουμάκη.
Κι εθάρρουνα πως ετέλεψα το χρέος μου απέναντι σ’ εκείνους απού εθάψανε τα κοπέλια τους, στο λάκο απού άνοιξε το άδικο και η απαθρωπιά.
Μα εδά απού αρνέψανε τα μέσα μου, εκατάλαβα πως το ψυχοστράγγισμα μου αδίκησε άλλους γονιούς, απού βαριότερους σταυρούς κουβαλούνε στσ’ ώμους τους, από τση σταυρούς του Παπαδόσηφου και του Γιακουμάκη.
Για τους γονέους του Ιάσονα μιλώ.
Γι αυτούς τους αθρώπους, απού δεν εμάθανε ακόμη ποιος εσκότωσε το κοπέλι τους.
Και δεν το μάθανε, όχι επειδή εκείνος που του πήρε τη ζωή απ’ όξω από τη Βουλή πέντε μήνες πριν, ήτανε κάποιος σατανικός μακελλάρης που κατέχει να κρύβεται.
Δεν το μάθανε, γιατί πίσω του κρύβονται κάποιοι κουμανταδόροι, απού κατέχουνε πώς να τονε κρύβουνε.
Εθάψανε το κοπέλι τους οι γονέοι του Ιάσονα.
Μα δεν κατέχουνε ποιος τονε σκότωσε, για ν’ αποφασίσουνε ποια θα ‘ναι η στάση τους απέναντί του.
Μήτε Παπαδόσηφοι, μήτε Γιακουμάκηδες μπορούνε να γενούνε.
Δεν τους αφήνουνε οι φονιαδοχώστες του κουβέρνου και των υπονόμων του.
Άθλιος και βρώμος αιστάνομαι.
Γιατί υπάρχουνε κι άλλοι γονέοι που κολυμπούνε στα δάκρυα.
Ο Παπαδόσηφος και ο Αντρέας Γιακουμάκης, εκολυμπήσανε στον ωκεανό των δακρύων τους, μα εβγήκανε στη στεριά, μαθαίνοντας τους φονιάδες των κοπελιών τους.
Οι γονέοι του Ιάσονα, φοβούμαι πως θα πνιγούνε στα δάκρυα τους, όσο οι φονιαδοχώστες του κοπελιού τους θα ξακλουθούνε να κοιμούνται ήσυχοι, με τη σιγουριά πως κανείς, ποτέ δεν θα μάθει ποιόν προστατεύουνε και γιατί τον προστατεύουνε.
Εδά, θαρρώ πως πραγματικά εστράγγιξα την ψυχή μου και δεν άφησα μήδε στάξη απού να μη τρέξει.
Και οι τελευταίες σταλαμαθιές, στο μνήμα του Ιάσωνα επέσανε.
* Ο Μιχάλης Στρατάκης είναι Δημοσιογράφος από τις Γκαγκάλες της Μεσαράς