Του Παναγιώτη Ασημακόπουλος*
Ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940. Ώρα 3 το πρωί. Ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Γκράτσι χτυπάει την πόρτα του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας Ιωάννη Μεταξά. Του επιδίδει τελεσίγραφο της ιταλικής κυβέρνησης στο οποίο οι Ιταλοί ζητούν να περάσουν ελεύθερα από την Ελλάδα. Ο Μεταξάς απαντά στα γαλλικά. «Αυτό σημαίνει ότι έχουμε πόλεμο». Μετά από περίπου δύο ώρες, ο Ιταλικός στρατός επιτίθεται από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Στις 11 το πρωί ο ηγέτης της Ιταλίας Μουσολίνι συναντά τον Αδόλφο Χίτλερ στη Φλωρεντία. Ο Μουσολίνι αρχίζει να μιλά με τη φράση «Φύρερ, προελαύνουμε…». Υπολόγιζε ότι σε λίγες ημέρες θα έπινε τον καφέ του κάτω από την Ακρόπολη στην Αθήνα. Πού να ήξερε ο κακομοίρης τι τον περίμενε.
Η Ιστορία γράφεται με τις μικρές καθημερινές ιστορίες του καθενός μας. Το πρωί της 28ης ο κόσμος ξυπνά με τις σειρήνες και τα πολεμικά ανακοινωθέντα από το ραδιόφωνο. Κάποιοι ίσως αδιαφόρησαν, κάποιοι έψαχναν πώς θα βολευτούν και με τη νέα κατάσταση. Οι περισσότεροι όμως έτρεχαν να καταταγούν. «Με το χαμόγελο στα χείλη πάνε οι φαντάροι μας μπροστά», όπως λέει και το τραγούδι. Έτσι γράφτηκε το ΟΧΙ. Από τους εθελοντές και τους στρατιώτες. Εκεί γράφτηκε το ΟΧΙ. Στο μέτωπο, στα σύνορα. Δεν ήταν μια ακόμη λεξούλα που την πήρε ο άνεμος.
Μία κακή ιδέα, δυο – τρεις ισχυροί του κόσμου τούτου, ένας χείμαρρος συμφερόντων και η άβουλη μάζα να πλέει στη θάλασσα της προπαγάνδας. Κάπως έτσι γεννήθηκαν ο φασισμός και ο ναζισμός που αιματοκύλισαν την – κατά τα άλλα – πολιτισμένη Ευρώπη. Απείλησαν μάλιστα να κυριαρχήσουν για πάντα και ολοκληρωτικά, εάν δεν υπήρχαν μια χούφτα τρελοί να πουν “ΟΧΙ”.
Και γιατί να πεις όχι; Λογικά, δεν στέκει. Αυτοί έχουν την εξουσία, αυτοί έχουν τη στρατιωτική υπεροχή, αυτοί έχουν τη δύναμη. Υποτάσσεσαι και περνάς κι εσύ καλά. Και έχεις και το κεφάλι σου ήσυχο.
Η προέλαση που φανταζόταν ο Μουσολίνι κατέληξε σε καθήλωση στο μέτωπο και σε οπισθοχώρηση. Μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου οι Ιταλοί έκαναν συνεχώς επιθέσεις. Όμως δεν τα κατάφεραν να σπάσουν τις ελληνικές γραμμές. Ο ελληνικός στρατός ξεκίνησε αντεπίθεση που τον έφερε ελευθερωτή στις πόλεις της Αλβανίας όπου ζούσαν Έλληνες: Στην Κορυτσά, στους Αγίους Σαράντα, στην Πρεμετή, στο Αργυρόκαστρο. Ο μικρός στρατός που ο Μουσολίνι λογάριαζε για εύκολο αντίπαλο όχι μόνο άντεξε, αλλά κυνηγούσε τους Ιταλούς και μέσα στην Αλβανία.
Ο βαρύς χειμώνας, η παγωνιά και το χιόνι που σκέπαζε τα βουνά της Πίνδου ταλαιπωρούσε αφάνταστα τους στρατιώτες των δύο αντιπάλων. Τα κρυοπαγήματα σε ημερήσια διάταξη και οι θάνατοι από το κρύο πολύ συχνοί. Παρ’ όλες τις κακουχίες, οι Έλληνες στρατιώτες πολέμησαν ηρωϊκά και κατάφεραν το θαύμα.
Την άνοιξη του 1941 οι Ιταλοί προσπάθησαν πάλι να επιτεθούν. Το αποτέλεσμα ήταν πάλι το ίδιο: Αποτυχία. Τη λύση έδωσαν οι σύμμαχοι της Ιταλίας, Γερμανοί. Στις 6 Απριλίου 1941 επιτέθηκαν στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Για να ακολουθήσει σε ενάμιση μήνα η μοναδική στα πολεμικά γεγονότα Μάχη της Κρήτης που σήμανε την αρχή του τέλους για την παντοδυναμία της Γερμανίας.
Ας φανταστούμε όλοι μας πώς και πόσο θα δοκιμάστηκε αυτή η απόφαση του ΟΧΙ. 219 ημέρες αντιστάθηκε ηρωικά η Ελλάδα στα στρατεύματα εισβολής, πριν αυτά σηκώσουν τη ναζιστική σβάστικα και στη δική μας επικράτεια. Συγκριτικά,
– η Γαλλία, που ήταν υπερδύναμη της εποχής άντεξε 43 ημέρες,
– η Πολωνία αντιστάθηκε 30,
– η Ολλανδία 14 ημέρες,
– ενώ η Δανία 3 ώρες.
Συνήθως, περιορίζουμε το πνεύμα του έπους του ’40 και την επέτειο σε μία ημέρα. Και για να ακριβολογούμε, σε ένα πρωινό. Εάν σας πω να γιορτάσουμε και την επέτειο της 28ης Νοεμβρίου θα με περάσετε για τρελό. Αυτοί όμως που ξεχύθηκαν στους δρόμους την ημέρα του Όχι και κατατάσσονταν σαν να πηγαίνουν σε πανηγύρι ήταν εκεί ακόμη, στο μέτωπο. Με τη βροχή και το κρύο. Με τη λάσπη και τις ψείρες. Και το Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο και όλο το χειμώνα. Τουλάχιστον, απλά ας το καταλάβουμε, ας το συναισθανθούμε. Για όσο μπορεί και αντέχει ο καθένας μας, ας περιεργαστεί την τέχνη του ανέφικτου. Ας προσκυνήσει την τρέλα της ελευθερίας.
Τα πρόσωπα του 1940 δεν είναι οι κατασκευασμένοι ήρωες της χρυσόσκονης. Δεν είναι από τη γενιά του δήθεν, που είναι υπεύθυνη για τη νέα γενιά του «ε, και;». Οι ήρωες του ’40 δεν είναι λαμπεροί, γιατί είναι λασπωμένοι. Δεν είναι διάσημοι, γιατί αρκετοί από αυτούς πέθαναν άγνωστοι μέσα σε χαράδρες και πάνω στα βουνά της Αλβανίας. Δεν είναι ψηλοί, γιατί αρκετοί από αυτούς ακρωτηριάστηκαν στα πόδια από τα κρυοπαγήματα. Δεν είναι όμορφοι, γιατί αρκετοί από αυτούς σημαδεύτηκαν από τις κακουχίες.
Είναι ήρωες, γιατί εκεί στις ατέλειωτες μέρες και νύχτες της αντίστασης, αγκαλιά με το τουφέκι, χαμογελούσαν συχνά στο θάνατο. Θέλει διάρκεια λοιπόν η τέχνη του ανέφικτου, θέλει αίμα ο τροχός που γυρίζει τον ήλιο.
Την ίδια ημέρα, η Εκκλησία γιορτάζει την εορτή της Αγίας Σκέπης. Η εικόνα δείχνει την Παναγία με ανοικτή αγκαλιά πάνω από ένα σύννεφο και το απολυτίκιο αναφέρει τη φράση «σκέπεις τον λαόν Σου νοερώς, εκ πάσης των εχθρών επιβουλής». Κάποια στιγμή όμως πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν υποτάσσεται η θρησκευτική εορτή στην εθνική επέτειο, αλλά ταιριάζει η εθνική επέτειος με το νόημα της θρησκευτικής εορτής. Δηλαδή, ακριβώς επειδή ο αγώνας των Ελλήνων είναι αγώνας για την ελευθερία και από αγάπη στα ιδανικά, σκέπει η Παναγία. Σε αντίθετη περίπτωση, η αγκαλιά της θα κοιτούσε αλλού. Ο Θεός δεν είναι εθνικιστής. Είναι μόνο Αγάπη και Ελευθερία.
* Ο Παναγιώτης Ασημακόπουλος είναι θεολόγος, καθηγητής στο Λυκείου Γαζίου και το κείμενο αυτό είναι η ομιλία του για τον εορτασμό της εθνικής Επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940. Αρθρογραφεί στη σελίδα http://theologosnaf.blogspot.gr/
Φωτογραφία: Νίκος Λαμπράκης