Στα 6,10 ευρώ το κιλό βρέθηκε η τιμή ορισμένων έξτρα παρθένων ελαιολάδων στην Ισπανία κατά τις πρώτες ημέρες του 2023, με τη μέση τιμή στις 29 Δεκεμβρίου να ξεπερνά τα 5,60 ευρώ, την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα η αγορά διατηρείται στάσιμη πέριξ των 5,20 ευρώ.
Όμως και στην Ιταλία οι τιμές έχουν σπάσει εδώ και εβδομάδες το φράγμα των 6 ευρώ, με τις πράξεις στο εμπορικό κέντρο του Μπάρι για τα έξτρα παρθένα ελαιόλαδα με οξύτητα κάτων των 3 γραμμών, να διαπραγματεύονται στην περιοχή των 6,30 ευρώ το κιλό. Αναφορές από αυτές τις δυο χώρες που καθορίζουν τις ισορροπίες στην παγκόσμια αγορά ελαιολάδου, θέλουν το ενδιαφέρον να έχει μετατοπιστεί για τα καλά προς την Ελλάδα, κάτι που συνεπάγεται ότι είναι θέμα χρόνου η ενισχυμένη ζήτηση να παρασύρει προς τα πάνω τις προς το παρόν ελκυστικότερες τιμές που ακούγονται στα εγχώρια εμπορικά κέντρα.
Μάλιστα στην Ισπανία, οι αναλυτές αναμένουν μια περαιτέρω ενίσχυση των τιμών αφού εκτός από τη μείωση της παραγωγής, οι δυνατές βροχοπτώσεις του περασμένου Δεκεμβρίου φαίνεται να υποβάθμισαν τα λιγοστά ελαιόλαδα, ενώ ο βροχερός καιρός αναμένεται να επιστρέψει μέσα στα επόμενα 24ωρα. Το ταβάνι για τα ισπανικά ελαιόλαδα, θα μπορούσε να είναι τα 6 ευρώ το κιλό, μέση τιμή, τις επόμενες εβδομάδες, έναντι των 5,50 που είναι αυτές τις ημέρες.
Στο μεταξύ, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι τελευταίες εκτιμήσεις του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας που επιβεβαιώνουν το μικρό μέγεθος της φετινής παγκόσμιας παραγωγής, αναφέροντας πως πρόκειται για χαμηλό έξι ετών στους 2,73 εκατ. τόνους. Από αυτό το σύνολο, οι 1,5 εκατ. τόνοι αφορούν στην ευρωπαϊκή παραγωγή, με την Ελλάδα να συνεισφέρει 350.000 τόνους, έναντι των 260.000 τόνων που είναι ο μέσος όρος των τελευταίων ετών. Μάλιστα, η παραγωγή αυτή είναι η υψηλότερη από την περίοδο 2005/06 και έπειτα σύμφωνα με τον σχολιασμό του ΙΟC. Από την άλλη η Ισπανία, με μια παραγωγή που δεν θα υπερβεί τους 780.000 τόνους, βρίσκεται χαμηλότερα και από την «κακή χρονιά» όπως αποκαλούν στην Ισπανία την ελαιοκομική περίοδο 2012-2013. Στην Ιταλία, η συγκομιδή αναμένεται να μειωθεί στους 235.000 τόνους.
Πηγή: agronews.gr