Της Χαριστή Φανουράκη Κουκουμπεδάκη
Χθες ήταν τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος του μεγάλου λυράρη Λεωνίδα Κλάδου στο υπέροχο και φιλόξενο χωριό του τα Πλατάνια Αμαρίου.
Ήταν πλήθος κόσμου και καταπληκτικοί οργανοπαίκτες που πλαισίωσαν τη βραδιά με υπέροχα τραγούδια του όπως ο Κώστας Βερδινάκης, ο Παντελής Κρασαδάκης,
ο Κώστας Κακουδάκης, ο Μιχάλης Πετσάκης, ο Γιώργος Σκουλάς,
ο Ηλίας Σαββάκης, ο Ρηνιέρης κ.α…
Είχα γράψει ένα αφιέρωμα γι’ αυτό το μεγάλο δάσκαλο αλλά λόγω των πολλών ομιλητών δεν μου δόθηκε η ευκαιρία στο χρόνο να το πω…
Δε θα μπορούσε η πένα μου αυτή την ώρα να μην του γράψει δυο ταπεινά λόγια από καρδιάς….
“”Κλάδο και να θελα μπορείς””….
Θε μου και να ‘το μπορετό ετουτηνέ την ώρα
ο Χάρος να ποκοιμηθεί
σε λήθαργο να πέσει
και να σιμώσει τα κλειδιά,
ο Κλάδος να του πάρει,
να ξεκλειδώσει στο λεφτό
τσι πορτοπούλες τ’ άδη
και το στρατάκι ν’ ανεβεί
να ‘ρθει στον πάνω γ-κόσμο
στον τόπο που γεννήθηκε
κι είδε το φως τση μέρας
στα κατατόπια τ’ Αμαριού
τα όμορφα Πλατάνια,
εκειά απού πρωτόσυρε
τση λύρας το δοξάρι,
και το γλυκοκανάκιζε στα χεροπάλαμά ντου,
που τα θεριά ξεσμίλιωνε
στ’ όμορφο παίξιμό ντου
και τσ’ ανεράϊδες μάζωνε
κι εστέναν χοροστάσι
απ’ τσι γλυκούς του τσι σκοπούς και τσι μπεγεντισμένους…
Τα καλντερίμια να διαβεί
τσι πετροκαντονάδες
να ιδεί τον κόσμο που ‘ν’ επά και του βαστά χατήρι
να ιδεί πως τονε κάμασι
άγαλμα και θα στέκει
‘σάμε να στέκουν οι κορφές
του γέρο Ψηλορείτη…
Τη λύρα ντου την ορφανή
να πιάσει να κουρντίσει
τα χέρια ντου να σύρουνε
το μαγικό δοξάρι
και ν’ αηδονολαλήσουνε
τα ολιόχρυσά τζη τέλια,
να πιάσει ομπρός η Κρήτη μας
και το χορό να σύρει..
Να παίξει “μαύρες φορεσές” σύγκορμη η γης να τρίζει
κι “όταν κοιμάται ο δυστυχής
να συρο-δοξαριάσει
δίπλες και τρίπλες το χορό να πιάσουν οι γλεντζέδες
και ξεκοφτούς να κάνουνε
κι όμορφα ταλιμάκια…
“Δακρύζω με παράπονο” να παίξει να μερέψουν
τ’ αγρίμια στσι βουνοκορφές, πάνω να τρουλαφθιάσουν…
“Ποιό κύμα φέρνει τη χαρά” τραγούδι παινεμένο
να παίξει να ξεσηκωθούν σβέλτοι ντεληκανήδες
να σύρουν όμορφο χορό
ο κόσμος ν’ αντιχήσει
ψηλά από τον ουρανό
να κατεβούν αγγέλοι
και να θαρρούν Χερουβικό
πως παίζει με τη λύρα
να ποθαμάξουν ούλοι ντως
από τη μελωδία…
“Ξένες καρδιές εγλέντιζα”
να παίξει να σειστούνε
τση γης οι χαλικόπετρες, τα ριζιμιά χαράκια,
οι πρίνοι να υποκλιθούν
που ‘ναι στα όρη απάνω,
κι απ’ τη γλυκάδα του σκοπού
η γης να γαληνέψει..
Μαλεβιζότικο σκοπό
στη λύρα ντου να παίξει
και τα φαράγγια να σειστούν πλαγιές λαγγοί κι αόρη…
Κι ο Θιός απ’ τα ψηλόρανα
να τονε ποθαμάσει
να πει “εστέρησά τονε του κόσμου κι είναι κρίμας γιατί τεχνίτης ήτονε
στση λύρας το δοξάρι
κι επρέπανέ ντου δυο ζωές για να γλεντά τσ’ αθρώπους,
κι όχι να περιφέρεται στα κατατόπια τ’ άδη τση Κρήτης ο σταυραετός με τσι χρυσές φτερούγες
τση Μεσσαράς το καύχημα, των Πλατανιώ το θρέμμα
καμάρι των Αμαργιωτώ”…..
Να μπόρειες κλάδο ν’ ανεβείς απόψε στα Πλατάνια
να ιδείς τιμές γα χάρη σου
να νοιώσεις περηφάνεια..
Να μπόρειες στ’ Αμαργιώτικα
να στέσεις γλεντοκόπι
να ιδείς τιμές για χάρη σου
που κάνουνε οι γι-αθρώποι…
Να ιδείς πως είν’ οι Κλάδηδες ούλοι ‘νεμαζωμένοι
ν’ ακούσουνε τη λύρα σου
την κοσμοξακουσμένη…