Του Γιώργου Μαμάκη
Στη λεκάνη απορροής του φράγματος Αποσελέμη, η οργιώδης άνοιξη κρατάει ακόμη γερά — μια πνοή πρασίνου και ανθισμένων πλαγιών αντιστέκεται στον νοτιά που φυσά με θέρμη, σαν να θέλει να φέρει πρόωρα το καλοκαίρι. Οι λόφοι κυματίζουν από χρώματα, και το θολωμενο ποτάμι ακόμη ρέει. Είναι η εποχή όπου η φύση δεν υποχωρεί, αλλά διεκδικεί την τελευταία της ακμή πριν αρχίσει η ξηρασία.
Στους πρόποδες των γύρω λόφων, οι σχίνοι έχουν σκάσει απ’ το φως, και μέσα στις ρεματιές ανθίζουν ακόμα οι άγριες ίριδες και οι παπαρούνες σκορπώντας άρωμα γλυκό και επίμονο.
Και μέσα σ’ αυτή την εύφορη σιγή, ο νοτιάς φυσά σαν προειδοποίηση — όχι εχθρικός, αλλά σαν άγγελος μετάβασης. Η οργιώδης άνοιξη επιμένει, μα ξέρει: ο χρόνος της τελειώνει.
Και εμείς ξέρουμε ότι οι επιλογές μας δεν αλλάζουν το χθες & το άγχος δεν αλλάζει το αύριο.
Το ξεχνάμε καμιά φορά αυτό. Χανόμαστε στις σκέψεις για το τι έγινε, τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει αλλιώς… Ή ανησυχούμε για όλα όσα δεν έχουν έρθει ακόμα. Και μέσα σε αυτή τη συνεχή κίνηση μπρος-πίσω, μας διαφεύγει το μόνο σημείο που είναι αληθινό: το τώρα.
Το παρόν είναι ο μόνος χώρος όπου μπορούμε να πάρουμε μια ανάσα και να νιώσουμε ξανά τη σύνδεση με τον εαυτό μας. Δεν χρειάζεται να λύσουμε το παρελθόν, ούτε να προβλέψουμε το μέλλον. Χρειάζεται απλώς να σταθούμε εδώ, να ακούσουμε, να νιώσουμε, να επιλέξουμε με παρουσία.
Κάθε φορά που το καταφέρνουμε, έστω και για λίγο, κάτι μέσα μας μαλακώνει. Σαν να επιστρέφουμε σε έναν εσωτερικό τόπο όπου όλα είναι πιο ήσυχα. Εκεί, συναντάμε ξανά τον εαυτό μας.