του Αντώνη Κουκλινού
Δε ντο θελε αληθινά, η χέρα που με κράθιε,
πάνω στσοι πυροβολισμούς, που τη σκανδάλη επάθιε.
Ούτε κι εγώ δε ντό θελα, μα μπήκα στη θαλάμη,
κι έκαμα άθρωπο φονιά, εσένα να ξεκάμει.
Και στη παρέα σου κιανείς, δε ντό θελε να γίνει,
μα βλέπεις ίντα γίνεται, ο κόσμος οντε πίνει.
Που πάνε οι αδέσποτες, οντε πυροβολούνε,
σε γλέντι και ξεφάντωμα, μπιστόλια οντε θα βγούνε.
Είμαι η σφαίρα που γι αυτό, μ’ έχουν κατασκευάσει,
να γονατίζω τον εχθρό, σύνορα μη περάσει.
Κι αντίς γι αυτό με κάμετε, μαγκιά και αντριλίκι,
σφαίρες να πέφτουνε βροχή, σε κάθε σιναλίκι.
Τση σφαίρας που σε σκότωσε, δε φταίει το μολύβι,
πάντα η οπλοκατοχή κι ένα φονιά θα κρύβει.
Η σφαίρα που σε σκότωσε και σ’ έβαλε στον Άδη,
από τη χέρα εδικού, να τονε να προλάβει.
Να με σηκώσει πλιά ψηλά, στο ν’ ουρανό να πάω,
να μου γλυτώσεις φίλε μου κι άδικα μη σε φάω…κουκλινός
Καλοστραθιά σου αδικοχαμένε φίλε.
Δε σε γνώριζα και σ’ έμαθα δυστυχώς απο το σκοτωμό σου.
Ενα ελάχιστο φόρο τιμής για το χαμό σου φίλε….!