Ψυχοσάββατο

3 λεπτά ανάγνωσης

Του Μιχάλη Στρατάκη*

Ψυχοσάββατο κι εγώ δε κλουθούσα στο σημερνό σπερνό, στη γυναίκα μου στην εκκλησιά.

Μοναχή της εξαναπήγε τα κόλλυβα και δε μου ‘καμε και τραβάγια, γιατί κατέχει πως εγώ δεν πιστεύω μοναχά στα ψυχοσάββατα, μα πιστεύω και στις ψυχοδευτέρες, και στις ψυχοτρίτες, και στις ψυχοτετάρτες, και στις ψυχοπέμπτες, και στις ψυχοπαρασκευές, και στις ψυχοκυριακές.

Όλες τση μέρες, ψυχομέρες, για τους αθρώπους απού μου λείπουνε τση λογιάζω.

Μήτε και τα σημερνά κόλλυβα τα ρέγομαι, γιατί ο νους μου ξακλουθά να ‘ναι σκαλωμένος στα παιδικάτα μου, στη φτωχογειτονιά των Καμινίων του Μεγάλου Κάστρου, στην εκκλησιά της Αγιάς Βαρβάρας.

Και όσο η Μαρία ήτανε στην εκκλησιά, εγώ έκανα το δικό μου μνημόσυνο, αφήνοντας τα χαλινάρια του νου μου και δίνοντας του την ευκαιρία να ξαναμολάρει κατά κείνα τα χρόνια, κατά κείνη τη γειτονιά, κατά κείνη την εκκλησιά, κατά κείνους τους βασανισμένους αθρώπους της βιοπάλης και της περηφάνειας.

Εξαναβρέθηκα στα σκαλούνια της Αγιάς Βαρβάρας, ομπρός στις μαυροφορεμένες γυναίκες με τα τσεμπέρια στην κεφαλή, απού κρατούσανε τση δίσκους με τα κόλλυβα.

Εξανάφησα τη μαθιά μου να περιδιαβεί τση δίσκους και να θαυμάσει το μεράκι των αθρώπινων χεριών, μα πάνω απ’ όλα της ψυχής τ’ αθρώπου που ‘χε δώσει στα κόλλυβα όλη την ομορφιά τ’ ουρανού.

Πραγματικά κεντήδια ήσανε οι δίσκοι.

Με το κατακόκκινο του ρογδιού, το καφετί των καρυδιών, το πάλευκο της άχνης ζάχαρης, το ασημί και το χρυσό των μικρών κουφέτων, το πράσινο του βάρσαμου, το κίτρινο του σταριού, το μαυριδερό των σταφίδων κι εκείνο το ασύληπτο χρώμα που μοναχά τα παιδικά μάθια μπορούνε να δούνε, σαν ανήκουνε σε κοπέλι που πεινά.

Δεν εσκάλωσε η θύμηση μου σε κιανέναν από κείνους τους δίσκους, μα αναζήτηξε το δίσκο της γριάς Πουπάκενας, σαν που τον αναζητούσε και τότες.

Φτωχή ήτανε η μαύροκακομοίρα η Πουπάκενα και δεν είχε τη μπόρεση να σάξει μυριοστολισμένο δίσκο με κόλλυβα.

Για τούτο, σα να ντρεπότανε, επήγαινε και στεκότανε τελευταία στη σειρά, στο κάτω σκαλούνι τσ’ εκκλησιάς, με το δίσκο της αγκαλιά.

Μόνο τα μαύρα μάθια της φαινότανε, ανάμεσα στις δίπλες του τσεμπεριού, κι ο δίσκος της.

Ξαναφέρνω στο νου μου εκείνο το δίσκο και θολώνουνε τα μάθια μου.

Πράμα στολίδι δεν είχανε τα κόλλυβα.

Φαινότανε ολόγδυμνο το βρασμένο στάρι κι από πάνω λίγη ζάχαρη.

Ένας σταυρός στη μέση, γινομένος από κομμάθια βερύκοκου και πράμα άλλο.

Εγώ, στην γριά την Πουπάκενα επήγαινα και έπαιρνα κόλλυβα.

Τα ‘τρωγα και εξαναπήγαινα.

Έπαιρνα και σε μια χάρτινη σακούλα και τα πήγαινα τση μάνας μου.

Μόνο από το δίσκο της γριάς Πουπάκενας έπαιρνα κόλλυβα.

Και ίσως ήμουνα ο μόνος…

* Ο Μιχάλης Στρατάκης είναι Δημοσιογράφος από τις Γκαγκάλες της Μεσαράς

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων

Ψυχοσάββατο…

1 λεπτά ανάγνωσης

Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται – «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής).

Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ’ αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».

Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν…».

 

 

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων

Ψυχοσάββατο

3 λεπτά ανάγνωσης

Του Μιχάλη Στρατάκη*

Ψυχοσάββατο κι εγώ δε κλουθούσα στο σημερνό σπερνό, στη γυναίκα μου στην εκκλησιά.

Μοναχή της εξαναπήγε τα κόλλυβα και δε μου ‘καμε και τραβάγια, γιατί κατέχει πως εγώ δεν πιστεύω μοναχά στα ψυχοσάββατα, μα πιστεύω και στις ψυχοδευτέρες, και στις ψυχοτρίτες, και στις ψυχοτετάρτες, και στις ψυχοπέμπτες, και στις ψυχοπαρασκευές, και στις ψυχοκυριακές.

Όλες τση μέρες, ψυχομέρες, για τους αθρώπους απού μου λείπουνε τση λογιάζω.

Μήτε και τα σημερνά κόλλυβα τα ρέγομαι, γιατί ο νους μου ξακλουθά να ‘ναι σκαλωμένος στα παιδικάτα μου, στη φτωχογειτονιά των Καμινίων του Μεγάλου Κάστρου, στην εκκλησιά της Αγιάς Βαρβάρας.

Και όσο η Μαρία ήτανε στην εκκλησιά, εγώ έκανα το δικό μου μνημόσυνο, αφήνοντας τα χαλινάρια του νου μου και δίνοντας του την ευκαιρία να ξαναμολάρει κατά κείνα τα χρόνια, κατά κείνη τη γειτονιά, κατά κείνη την εκκλησιά, κατά κείνους τους βασανισμένους αθρώπους της βιοπάλης και της περηφάνειας.

Εξαναβρέθηκα στα σκαλούνια της Αγιάς Βαρβάρας, ομπρός στις μαυροφορεμένες γυναίκες με τα τσεμπέρια στην κεφαλή, απού κρατούσανε τση δίσκους με τα κόλλυβα.

Εξανάφησα τη μαθιά μου να περιδιαβεί τση δίσκους και να θαυμάσει το μεράκι των αθρώπινων χεριών, μα πάνω απ’ όλα της ψυχής τ’ αθρώπου που ‘χε δώσει στα κόλλυβα όλη την ομορφιά τ’ ουρανού.

Πραγματικά κεντήδια ήσανε οι δίσκοι.

Με το κατακόκκινο του ρογδιού, το καφετί των καρυδιών, το πάλευκο της άχνης ζάχαρης, το ασημί και το χρυσό των μικρών κουφέτων, το πράσινο του βάρσαμου, το κίτρινο του σταριού, το μαυριδερό των σταφίδων κι εκείνο το ασύληπτο χρώμα που μοναχά τα παιδικά μάθια μπορούνε να δούνε, σαν ανήκουνε σε κοπέλι που πεινά.

Δεν εσκάλωσε η θύμηση μου σε κιανέναν από κείνους τους δίσκους, μα αναζήτηξε το δίσκο της γριάς Πουπάκενας, σαν που τον αναζητούσε και τότες.

Φτωχή ήτανε η μαύροκακομοίρα η Πουπάκενα και δεν είχε τη μπόρεση να σάξει μυριοστολισμένο δίσκο με κόλλυβα.

Για τούτο, σα να ντρεπότανε, επήγαινε και στεκότανε τελευταία στη σειρά, στο κάτω σκαλούνι τσ’ εκκλησιάς, με το δίσκο της αγκαλιά.

Μόνο τα μαύρα μάθια της φαινότανε, ανάμεσα στις δίπλες του τσεμπεριού, κι ο δίσκος της.

Ξαναφέρνω στο νου μου εκείνο το δίσκο και θολώνουνε τα μάθια μου.

Πράμα στολίδι δεν είχανε τα κόλλυβα.

Φαινότανε ολόγδυμνο το βρασμένο στάρι κι από πάνω λίγη ζάχαρη.

Ένας σταυρός στη μέση, γινομένος από κομμάθια βερύκοκου και πράμα άλλο.

Εγώ, στην γριά την Πουπάκενα επήγαινα και έπαιρνα κόλλυβα.

Τα ‘τρωγα και εξαναπήγαινα.

Έπαιρνα και σε μια χάρτινη σακούλα και τα πήγαινα τση μάνας μου.

Μόνο από το δίσκο της γριάς Πουπάκενας έπαιρνα κόλλυβα.

Και ίσως ήμουνα ο μόνος…

* Ο Μιχάλης Στρατάκης είναι Δημοσιογράφος από τις Γκαγκάλες της Μεσαράς

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων

Ψυχοσάββατο

1 λεπτά ανάγνωσης

Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται – «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής).

Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ’ αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».

Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν…».

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων

Ψυχοσάββατο

2 λεπτά ανάγνωσης

Ψυχοσάββατο είναι η κοινή ονομασία του Σαββάτου πριν από την Κυριακή της Απόκρεω και του Σαββάτου πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής.

Αν και όλα τα Σάββατα του έτους είναι αφιερωμένα στις ψυχές των χριστιανών, που έχουν αποβιώσει ανά τους αιώνες, με την ελπίδα της ανάστασής τους κατά τη Δευτέρα Παρουσία, σύμφωνα με τις Γραφές, η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία τιμά και ειδικά τη μνήμη τους τα δύο προαναφερθέντα Σάββατα.

Η Χριστιανική Εκκλησία τιμά το σώμα του ανθρώπου ως «ναόν του εν ημίν Αγίου Πνεύματος» και διδάσκει ότι αυτό θα αναστηθεί κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή. Γι’ αυτό απορρίπτει την καύση των νεκρών, την οποία θεωρεί ειδωλολατρική συνήθεια, και υιοθετεί την ταφή των νεκρών, ευχόμενη υπέρ αυτών.

Τα δύο Ψυχοσάββατα τιμώνται από τους πιστούς με μνημόσυνα στις εκκλησίες, τρισάγια στους τάφους των προσφιλών τους προσώπων, μοίρασμα κολλύβων και ελεημοσύνες στους φτωχούς («ψυχικό»). Το έθιμο απαγορεύει την εργασία, σύμφωνα το δίστιχο:

Ανάθεμα που δούλεψε τα τρία τα Σάββατα
Της Κρεατινής, της Τυρινής και των Αγιοθοδώρων.

Το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής λέγεται και του Ρουσαλιού, επειδή έλκει την καταγωγή του από τη ρωμαϊκή γιορτή των Ρουσαλίων ή Ροζαλίων. Είναι η ημέρα, που σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία, οι ψυχές επιστρέφουν στον Κάτω Κόσμο, αφού κατά τη διάρκεια της πασχαλινής περιόδου κυκλοφορούσαν ελεύθερα πάνω στη γη. Τη θλίψη των ψυχών, αλλά και των οικείων τους, εκφράζει το δίστιχο:

Όλα τα Σάββατα να παν, να παν και να γυρίσουν
Το Σάββατο του Ρουσαλιού να πάει, να μην γυρίσει.

Στο Ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων, που όμως δεν αναγνωρίζεται από την Εκκλησία, αναφέρεται και η παλαιότερη συνήθεια των ανύπαντρων κοριτσιών να τοποθετούν τα κόλλυβα κάτω από το μαξιλάρι τους και να παρακαλούν τον Άγιο να φανερώσει στον ύπνο τους τον άνδρα που θα παντρεύονταν.

Πηγή: sansimera.gr

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων

Ψυχοσάββατο…

1 λεπτά ανάγνωσης

Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται – «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής).

Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ’ αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».

Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν…».

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων

Ψυχοσάββατο…

1 λεπτά ανάγνωσης

Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται – «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής).

Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ’ αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».

Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν…».

 

Μοιραστείτε το άρθρο

Ακολουθήστε μας

Ροή Ειδήσεων