του Πέτρου Ι. Μηλιαράκη*
Η πρόσφατη ταραχώδης Συνεδρίαση της Βουλής που αφορούσε γεγονός πολιτικής έντασης σε επίπεδο κορυφής, γεννά το ερώτημα του παρόντος κειμένου: «ποιός θα επικρατήσεις πολιτικά»; Με τούτο ως προδιάθεση υπ’ όψιν τα εξής:
Οι επιστήμες της συμπεριφοράς (Behavioral Sciences) αφορούν πολλούς τομείς της γνώσης. Ειδικότερα στην πολιτική επιστήμη η «μπιχαβιοριστική προσέγγιση» έχει τις ρίζες της ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Κύριος θεμελιωτής της είναι ο αμερικανός Σαρλ Μίριαμ (Charles Merriam), που καθόρισε νέες βάσεις και εισήγαγε νέες επιστημονικές τεχνικές, τις οποίες αξιοποίησε ο διάδοχος του Χάρολντ Λάσγουελ (Harold Lasswell), χρησιμοποιώντας αυστηρές τεχνικές για την προσέγγιση της πολιτικής συμπεριφοράς. Με τούτη την εισαγωγή ίσως είναι χρήσιμα τα εξής:
- η πολιτική κατάσταση
Το «πολιτικό σύστημα» θα πρέπει να επικεντρωθεί στις αλήθειες που προσδιορίζουν τα πολιτικά δεδομένα. Και τούτο γιατί η χώρα, για πρώτη φορά βρίσκεται σε τόσο κρίσιμο σταυροδρόμι πολιτικών και εθνικών εξελίξεων. Συνεπώς υπ’ αυτές τις συνθήκες το «παρόν πολιτικό σύστημα» προκειμένου να υπηρετήσει τις ανάγκες διακυβέρνησης αλλά και αντιπολίτευσης, επιβάλλεται να αποβάλει λαϊκισμούς και να προσχωρήσει στην ανάγκη ανανεωμένου (σύγχρονου) πολιτικού λόγου με τεκμηρίωση και χαρτογράφηση των συνεπειών των όποιων πολιτικών προτάσεων.
Υπ’ όψιν επίσης ότι στην παρούσα συγκυρία σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκεται και το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα , το οποίο όχι μόνο λόγω της εν γένει αρχιτεκτονικής της Λισαβόνας, αλλά και λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του ευρωσυστήματος, δοκιμάζεται από έντονες αντιφάσεις –αντιθέσεις και από πολλαπλά επίπεδα ή κύκλους πολιτικών και οικονομικών επιρροών.
Σε επίπεδο πολιτικής επιστήμης, αλλά και νομικής επιστήμης, κυριαρχούν κυρίως δύο όροι: ο όρος «κοινωνικό συμβόλαιο» και ο όρος «μανιφέστο» (άλλωστε οι επαναστάσεις ιδρύουν δίκαιο). Ο όρος δε των ημερών στην πολιτική συζήτηση που αναφέρεται ως «αφήγημα», αφορά και περιγράφει προχειρότητα πολιτικών, ευκαιριακή αντιμετώπιση και κυρίως πολιτική σκοπιμότητα. Και για να ακριβολογούμε αφορά «κομματική σκοπιμότητα», δηλαδή τη σκοπιμότητα της κοινοβουλευτικής επιβίωσης και το χειρότερο για την πολιτική, τον «επαγγελματισμό της πολιτικής». Έτσι ας δούμε επιγραμματικώς τους όρους «κοινωνικό συμβόλαιο» και «μανιφέστο».
Το «κοινωνικό συμβόλαιο» αφορά όρο που ανήκει στην περίοδο του Διαφωτισμού (μοντέρνα εποχή), με κύριο εκπρόσωπό του τον Ζαν-Ζακ Ρουσσώ (Jean-Jacques Rousseau) και εξέφρασε τάσεις για τη διασφάλιση της «κοινωνικής συναίνεσης» που αφορούσε στην τότε κοινωνία (1762).
Το «μανιφέστο» αφορά στη διακήρυξη επαναστατικής ρήξης για τη δημιουργία μιας άλλης τάξης πραγμάτων. Στην ιστορία κυριαρχεί το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», όπου η «Ένωση Κομμουνιστών» στο Συνέδριο που έγινε στο Λονδίνο το Νοέμβριο του 1847, ανέθεσε στους Μάρξ (Marx) και Ένγκελς (Εngels) να συντάξουν τη σχετική διακήρυξη.
Στις σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες με πολύ μεγάλη δυσκολία θα διαπιστωθεί πρόθεση των ευρωπαϊκών κοινωνιών (στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η ελληνική κοινωνία), να προσχωρήσουν σ’ ένα νέο «κομμουνιστικό μανιφέστο» ή σ’ ένα περίγραμμα «κοινωνικού συμβολαίου» απλής διευθέτησης.
Οι σύγχρονες κοινωνίες απαιτούν τον ανανεωμένο και τεκμηριωμένο πολιτικό λόγο που θα προσδιορίζει επακριβώς ενέργειες και παρενέργειες σ’ ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Συνεπώς όποιος φορέας με βάση τις αξίες του δεν προβαίνει σε αναπαραγωγή ιδεολογίας και σε επανεκτίμηση των συνεπειών που προτείνει, είναι καταδικασμένος να περιορισθεί σε απλή πολιτική διαχείριση κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης-επιβίωσης και μόνον.
- σε «ποιόν» ανήκει το πολιτικό μέλλον;
Με τούτα τα δεδομένα τίθεται σαφώς το ερώτημα: Σε «ποιόν» ανήκει το πολιτικό μέλλον; Προς αποφυγή δε παρεξηγήσεων, προφανώς αναφέρομαι σε συλλογικότητες, δηλαδή σε πολιτικά υποκείμενα-φορείς, και όχι σε φυσικά πρόσωπα, αν και τα φυσικά πρόσωπα διαδραματίζουν κυρίαρχο πολιτικό ρόλο. Το ερώτημα αυτό μπορεί να απαντηθεί με τα εξής:
Πρόδηλο είναι ότι υφίσταται ένα ρευστό και αβέβαιο για τις όποιες εξελίξεις «πολιτικό κλίμα». Το Εκλογικό Σώμα είναι κατά το μάλλον και μάλλον προσανατολισμένο στην άρνηση της λιτότητας –από την οποία άλλωστε και πλήττεται. Άρα ως ακροατήριο έχει «τάση» κατ’ αρχήν παραδοχής στον «αντιμνημονιακό λόγο».
Υπ’ όψιν επίσης ότι στη συντριπτική πλειοψηφία τους τα πολιτικά κόμματα του δημοκρατικού τόξου, δεν δέχονται έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και συνεπώς οι πολιτικές τους θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένες στα δόγματα που η ενωσιακή πολιτική και οικονομική τάξη πρεσβεύει. Επίσης το μέγιστο ποσοστό του Εκλογικού Σώματος και της κοινωνίας γενικότερα δεν δέχεται έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση (άρα θα υποστεί τις πολιτικές που κυριαρχούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση), ενώ το μέγιστο ποσοστό που ανήκει και στο 61,3% του Δημοψηφίσματος του 2015, προδήλως αρνείται(!) έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και επαναφορά της οικονομίας σε εθνικό νόμισμα. Είναι άλλωστε κοινός τόπος πλέον, ότι η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα θα αφορά προδήλως καταστροφικές μη δυνάμενες να περιγραφούν καταστάσεις. Ως εκ τούτου Ευρωπαϊκή Ένωση και ευρωσύστημα θα πρέπει να εντάσσονται στα υπό επεξεργασία προγράμματα.
Σε κάθε περίπτωση είναι πρόδηλο ότι απολύτως αποκρυσταλλωμένη θέση στο Εκλογικό Σώμα και εν γένει στην κοινωνία δεν υφίσταται ως προς την κομματική τοποθέτηση, όπως επίσης σαφές είναι ότι η κοινωνία ευρύτερα αγνοεί τα δεδομένα της Οικονομικής Διακυβέρνησης στο πλαίσιο της ενωσιακής τάξης πραγμάτων. Ως εκ τούτου κυριαρχούν: σύγχυση, άγνοια τεχνικών όρων της οικονομίας και εξ όλων αυτών ανασφάλεια.
Ενώπιον αυτής της κατάστασης η συμπεριφορά του Εκλογικού Σώματος είναι η επιφύλαξη και η αναμονή. Συνεπώς πρέπει στον παρόντα χρόνο οι όποιες δημοσκοπήσεις να μην συνεπάγονται βεβαιότητες, προσδοκίες ή ανασφάλειες, αλλά σοβαρή προσγείωση στα εν γένει δεδομένα που επικρατούν στην κοινωνία, καθώς και αξιόπιστο πολιτικό λόγο.
Τούτων δοθέντων «όποιος» φορέας πολιτικής, ήτοι πολιτικό υποκείμενο, επικουρούμενο με το κατάλληλο προσωπικό πολιτικού ήθους, αλλά και επιστημονικής κατάρτισης και τεκμηρίωσης, επιχειρήσει να αποκωδικοποιήσει και τελικώς να αποκρυπτογραφήσει στο λαό την πλήρη αλήθεια, και επεξεργαστεί πρόγραμμα εξ αντικειμένου εφικτό, χωρίς βερμπαλισμούς, απλουστεύσεις και λαϊκισμό, «αυτός» ο φορέας θα επικρατήσει πολιτικά. Αρκεί οι «θέσεις του» να μεταβολισθούν θετικά κυρίως από το δύσπιστο Εκλογικό Σώμα!
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
«το “παρόν πολιτικό σύστημα” προκειμένου να υπηρετήσει τις ανάγκες διακυβέρνησης αλλά και αντιπολίτευσης, επιβάλλεται να αποβάλει λαϊκισμούς»
——————————————–
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).