Δημοσιεύουμε τα συναξάρια των Αγίων της ημέρας σήμερα Παρασκευή, 28 Φεβρουαρίου 2025.
Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης: Ο ξεριζωμένος Άγιος με τα αναρίθμητα θαύματα σε Χριστιανούς και Τούρκους
Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος
Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1924), που η μνήμη του εορτάζεται στις 10 Νοεμβρίου, κοιμήθηκε στην Κέρκυρα, ως πρόσφυγας, το 1924, ξεριζωμένος από τον τόπο του.
Μάλιστα τον κατατρεγμό των Μικρασιατών τον είχε προβλέψει χρόνια νωρίτερα. Καταγόταν από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, όπου γεννήθηκε και ο όσιος Παΐσιος, τον οποίο βάπτισε ο αρχιμανδρίτης Αρσένιος.
Είναι συγκλονιστικές οι περιγραφές του οσίου Παΐσιου,που αν και πολύ μικρός, διατήρησε στη σκέψη και στην καρδιά του διδάγματα του αγίου, βιώματα της ζωής του, καθώς με την οικογένεια Ενζεπίδη ο Αρσένιος έφτασε στην Κέρκυρα, γέροντας πια, και πικραμένος από την ανελέητη σφαγή και την άδικη μεταχείριση σε βάρος των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.
Ακόμη συγκίνηση προκαλούν οι αναφορές του αγίου Παϊσίου για το πώς ο ίδιος έκανε την ανακομιδή των λειψάνων του.
Πήγε τον Οκτώβριο του 1958 στην Κέρκυρα, ξέθαψε ο ίδιος τα οστά από τον τάφο του και τα μετέφερε στην Κόνιτσα. Και από το 1970 φυλάγονται στο γυναικείο Μοναστήρι, που ίδρυσε, στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Μάλιστα σημειώνει πως το βράδυ, μετά την ανακομιδή, ενώ προσευχόταν μπροστά στα λείψανα του αγίου, ένιωσε να του περισφίγγουν άγρια το λαιμό για να τον πνίξουν.
Τότε φώναξε έντρομος «άγιε Αρσένιε, βοήθησέ με». Και αμέσως από δύο δυνατά χέρια ελευθερώθηκε. Όμως δεν είναι το μοναδικό θαύμα του αγίου Αρσενίου.
Ζωντανός ακόμη θεράπευε αδιάκριτα Χριστιανούςκαι Τούρκους. Δεν ξεχώριζε τους ανθρώπους, αλλά τους έβλεπε ως εικόνες του Θεού, άρα ως αδελφούς του, που χρειάζονται αγάπη και ανοχή.
Στείρες γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού διάβαζε ευχή ή έδιδε «φυλακτό», που ήταν ένα κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες αυτοσχέδιες ευχές.
Σε τυφλούς, βουβούς, χωλούς παραλυτικούς, δαιμονιζόμενους έκανε ανάγνωση ευαγγελικών περικοπών και γινόντουσαν καλά. Χριστιανοί και Τούρκοι έπαιρναν από το χώμα του κελιού του, το κατάπιναν με νερό και αποκτούσαν υγεία.
Μετά την κοίμησή του, το 1945, τα αδέλφια του οσίου Παϊσίου πήραν χώμα από τον τάφο του στην Κέρκυρα, το έριξαν στο σώμα ενός ανθρώπου, που επί πολλά χρόνια έμενε άλιωτο κι έλιωσε στη στιγμή.
Ο άγιος Αρσένιος, το καταθέτει ως μαρτυρία ο συντοπίτης του όσιος Παΐσιος πίστευε και βίωνε την πίστη του. Παρ’ ότι ζούσε ανάμεσα στον κόσμο, δεν άφηνε να τον κυριαρχήσουν οι κοσμικές επιθυμίες.
Πολύ απλός ήταν, γιατί γνώριζε, κάτι, που εμείς φαίνεται να το αγνοούμε, ότι η εγωπάθεια διώχνει το Θεό. Αντίθετα κοντά στο Χριστό φέρνει η πίστη και η προθυμία στα πνευματικά.
Χωρίς την έμπνευση της πίστης, χωρίς την φλόγα της αγάπης, δεν νιώθει κανείς ότι πλησιάζει το Χριστό. Στις ημέρες μας παρατηρείται να πιστεύουμε με νωχέλεια, λες και κάνουμε αγγαρεία.
Όταν εργαζόμαστε το καλό, όταν είμαστε πραγματικά πιστοί, χρειάζεται να βάζουμε τα δυνατά μας. Το παράδειγμα μας το δίνει και ο άγιος Αρσένιος. Η πίστη, που συνοδεύεται με αδιαφορία, που εκδηλώνεται χωρίς όρεξη, ή ένα πνευματικό καθήκον, που επιτελείται με απροθυμία, δεν έχουν αξία.
Η αμέλεια, η βραδύτητα, η οκνηρία προς το Θεό και προς το συνάνθρωπο μαρτυρούν ότι λείπει η ολόψυχη πίστη. Διαπιστώνεται πολλές φορές η εξής τραγικότητα στον άνθρωπο: Προσφέρει γενναία την καρδιά του στα του κόσμου, ενώ στο Θεό τα υπολείμματα των δυνάμεων και των διαθέσεών του.
Ο Αρσένιος ακολούθησε αντίστροφη πορεία, γι’ αυτό στέφθηκε με το στεφάνι του θαυματουργού Αγίου.
Πηγή: romfea.gr
Η Αγία Κυράννα η Νεομάρτυς
Η Αγία νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στο χωριό Αβυσσώκα ή Βυρσόκα, στη σημερινή Όσσα της Θεσσαλονίκης, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Στο Μαρτύριό της αναφέρεται ότι ήταν εξαιρετικά όμορφη. Αυτή η εξωτερική ομορφιά της Κυράννας, που δεν ήταν τίποτε άλλο από το αντικατόπτρισμα της εσωτερικής της ωραιότητας, αποτέλεσε και την αφορμή να οδηγηθεί στο μαρτύριο, καθώς κάποιος γενίτσαρος, εισπράκτορας των φόρων στο χωριό της Κυράννας, που την ερωτεύθηκε, προσπάθησε επανειλημμένα με κολακείες και δώρα να την ελκύσει και να την πείσει να αλλαξοπιστήσει, για να τη νυμφευθεί. Επειδή όμως η Κυράννα δεν αποδεχόταν τις κολακείες, ούτε πολύ περισσότερο τα δώρα του Τούρκου, αυτός νομίζοντας πως θα την κάμψει με τον φόβο άρχισε να την απειλεί ότι θα την βασανίσει σκληρά και τέλος θα την θανατώσει, αν δεν υποχωρήσει και δεν αρνηθεί την πίστη της. Αλλά ούτε αυτά τα μέσα έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα για το γενίτσαρο. Τότε την οδήγησε βίαια στον κριτή της Θεσσαλονίκης και ψευδομαρτύρησε εναντίον της, ότι του είχε δηλώσει ότι θα αλλαξοπιστήσει για να τη νυμφευθεί, αλλά τελικά δεν τήρησε την υπόσχεσή της. Η Αγία Κυράννα με πνευματική ανδρεία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό. Έτσι οι Τούρκοι την οδήγησαν στη φυλακή.
Ο γενίτσαρος, που την οδήγησε στον κριτή, ζήτησε και έλαβε την άδεια του Αλή Εφέντη, μπέη του κάστρου της Θεσσαλονίκης, να επισκέπτεται την Αγία στη φυλακή, όπου με κολακείες αλλά και βασανιστήρια προσπαθούσε να την μεταπείσει. Όταν έφευγε αυτός, συνέχιζε τα βασανιστήρια ο δεσμοφύλακας, τον οποίο έλεγχαν για την σκληρότητά του τόσο οι υπόλοιποι φυλακισμένοι, όσο και κάποιος άλλος φύλακας Χριστιανός.
Κάποια φορά ο γενίτσαρος επισκέφθηκε και πάλι την Αγία στη φυλακή και την βασάνισε μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός φύλακας επέπληξε τότε δριμύτατα το δεσμοφύλακα και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στο πασά, επειδή επέτρεπε να εισέρχονται στη φυλακή παράνομα άνθρωποι ξένοι και να βασανίζουν τους φυλακισμένους. Έτσι, όταν μετά από λίγο ο γενίτσαρος ξαναήλθε στη φυλακή, φοβούμενος ο δεσμοφύλακας δεν του επέτρεψε την είσοδο. Αυτός τότε τον κατήγγειλε στον Αλή Εφέντη, ο οποίος τον κάλεσε και τον επέπληξε, γιατί παράκουσε τις διαταγές του. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ο δεσμοφύλακας επέστρεψε οργισμένος στη φυλακή και ξέσπασε πάνω στην Κυράννα, την οποία κρέμασε και άρχισε να χτυπά αλύπητα. Μπροστά σε αυτό το θέμα όλοι οι φυλακισμένοι, ακόμη και οι Μωαμεθανοί, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να καταφέρονται εναντίον του δεσμοφύλακος, ο οποίος άφησε την Αγία κρεμασμένη κι έφυγε. Ήταν 28 Φεβρουαρίου του 1751 μ.Χ.
Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες ένα θείο φως κάλυψε ξαφνικά το σώμα της Αίας Κυράννας, η οποία άφηνε την τελευταία της πνοή, και ύστερα εξαπλώθηκε σε όλη την φυλακή. Μπροστά σε αυτό το θαύμα οι Χριστιανοί ευχαριστούσαν τον Κύριο, ενώ οι Μωαμεθανοί ενόμιζαν ότι ήταν φωτιά και τρομοκρατήθηκαν.
Ο Χριστιανός φύλακας, ο οποίος πήγε να κατεβάσει την κρεμασμένη Αγία, τη βρήκε νεκρή. Στο μεταξύ το φως είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε όλο το χώρο μια άρρητη ευωδία. Ο φύλακας τότε, περιποιήθηκε το ιερό λείψανο της Μάρτυρος, το οποίο την επόμενη μέρα παρέλαβαν οι Χριστιανοί και το ενταφίασαν έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στο Συναξάρι της Νεομάρτυρος αναφέρεται ότι το σκήνωμα της Αγίας ενταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδή στο Κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.
Ασματική ακολουθία της συνέγραψε ο Χριστόφορος Προδρομίτης.
Ως ημέρα της μνήμης της Νεομάρτυρος αναφέρεται σε Λαυρεωτικό Κώδικα η 1η Ιανουαρίου. Στην Όσσα όμως, η Αγία Κυράννα εορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου. Αιτία αυτής της εορτολογικής μετατοπίσεως ίσως είναι το ότι ο εορτασμός της κατά τις 28 Φεβρουαρίου συχνά συνέπιπτε με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, περίοδο χαρμολύπης, ενώ στις 8 Ιανουαρίου επιπλέον οι κάτοικοι της Όσσας ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο χωριό τους εξαιτίας των εορτών των Χριστουγέννων. Η μνήμη της Αγίας τιμάται πανηγυρικά και από τους Οσσαίους της Θεσσαλονίκης και στο ναό της Αχειροποιήτου κατά τη Κυριακή μετά τις 8 Ιανουαρίου.
Στο χωριό Όσσα, βρίσκεται ο Ιερός Ναός της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Κυράννας, που είναι και πολιούχος της κοινότητας, αφιερωμένος στη μνήμη της νεομάρτυρος Κυράννας. Ο ναός κτίστηκε το 1840 μ.Χ., όπως αναφέρει ο Αστέριος Θηλυκός ή το 1868 μ.Χ. σύμφωνα με επιγραφή κτίσεως. Σε αυτόν φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Κυράννας, φιλοτεχνημένη γύρω στο 1870, από τον Χριστόδουλο Ιωάννου Ζωγράφο από την Σιάτιστα.
Ο Άγιος Ιωνάς ο Λέριος
Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, διαπιστώνουμε ότι πολλοί Λεροί τους πέντε προηγούμενους αιώνες άφησαν τη Λέρο και πήγαν σττη Μονή της Πάτμου, δια να μονάσουν. Ενας από αυτούς ήταν και ο μοναχός Ιωνάς δια τον οποίον στο «ΒΡΑΒΕΙΟ» αναφέρονται:
«αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28)
εφονεύθη εις την Λειψόν ο δούλος
του Θεού Ιωνάς μοναχός ο Λέριος».
Ατομικά για τον Οσιομάρτυρα αυτόν της Εκκλησίας δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Οσα ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο του Αρχιμ. Νικηφόρου Κουμουνδούρου, εφημερίου των Λειψών «Μακαριστοί γέροντες και πέντε οσιομάρτυρες στη νήσο Λειψώ της Δωδεκανήσου». Οι Αγιες αυτές ψυχές ανεκυρήχθησαν οσιομάρτυρες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο , εορτάζοντες και οι πέντε μαζί την Α’ Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.
Ο Οσιομάρτυς Ιωνάς μαζί με άλλους ασκητές – αναχωρητές έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ το 1550 μ.Χ. Ζητούσαν να βρούν ένα τόπο που δεν θα τους ενοχλούσε ο κόσμος, που μόνοι θα υμνούσαν και θα συνομιλούσαν με το Θεό. Ετσι διάλεξαν ένα χώρο έρημο και αφιλόξενο για να εγκατασταθούν. Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο ναός του Ησυχαστηρίου, ψηλά από τη θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για το φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους, για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με τη έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι κι αν δεν είχαν τίποτα από αυτά; Είχαν και τους αρκούσε, η Χάρις του Θεού. Εφτιαξαν την Εκκλησία επ’ονόματι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μικρά κελιά για τους ίδιους.
Πότισαν τον άγονο χώρο του ασκηταριού περισσότερο με τον ιδρώτα τους και λιγότερο με το νερό. Σεβάστηκαν τη φύση, λάτρευσαν, εδόξασαν και υμνολόγησαν το Θεό, που επέτρεψε στο διάβολο να πειράζει τους ανθρώπους, αλλά έδωσε και στους ανθρώπους την δύναμη να τον νικούν. Εγιναν «άγγελοι τω βίω» ενώ ήταν «άνθρωποι τη φύσε » .Πολλοί από αυτούς θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία.
Οσο ψηλά όμως και αν ήταν το ασκηταριό, το επισκέπτονταν με τις άγριες διαθέσεις τους οι πειρατές. Σε μια επιδρομή εφόνευσαν το μοναχό Ιωνά από τη Λέρο. Ηταν 28 Φεβρουαρίου του 1561 μ.Χ. Ετσι ο Μοναχός Ιωνάς έγινε νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.
Δεν ήταν ο μόνος. Πρίν από αυτόν το 1558 μ.Χ. είχαν φονεύσει το μοναχό Νεόφυτο τον Αμοργινό. Το 1609 μ.Χ. ο μοναχός Νεόφυτος ο Φαζός εφονεύθη από τους αγαρινούς με σκεπάρνι. Το 1635 μ.Χ. ο Πεκήρ Πασάς από δαρμό εφόνευσε το μοναχό Ιωνά τον Νισύριο και το 1696 μ.Χ. ο αναχωρητής μοναχός Παρθένιος εφονεύθη με καμάκι που του τρύπησε το λαιμό. Και οι πέντε αδικοσκοτωμένοι μακαριστοί γέροντες κηδεύτηκαν με δάκρυα από τους συνασκητές τους και τους θρήνησαν οι ευσεβείς Λειψώτες και οι συμπατριώτες τους. Και όλοι μας τους διατηρούμε στη μνήμη μας με ευγνωμοσύνη και σεβασμό θεωρώντας τους καταξιωμένους οσιομάρτυρες.
Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής
Ο Όσιος Βασίλειος ο Ομολογητής, έζησε και έδρασε επί αυτοκρατορίας Λέοντα Γ’ του Ισαύρου (717 – 741 μ.Χ.) του εικονομάχου.
Από μικρή ηλικία ο Βασίλειος εγκατέλειψε τη κοσμική ζωή για να αφιερωθεί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου και την άσκηση. Αρχικά ζούσε σε κάποιο ερημητήριο τρέφοντας το πνεύμα του και την ψυχή του με τα δώρα της πίστεως και της αγάπης. Έγινε μαθητής και υποτακτικός του Οσίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου. Όταν όμως οι περιστάσεις τον κάλεσαν, ανταποκρίθηκε με θαυμαστή προθυμία και υπερασπίσθηκε την Ορθοδοξία με θάρρος και παρρησία. Διώχθηκε σκληρά, για την άκαμπτη αντίστασή του και τη θαρραλέα συνηγορία υπέρ της ορθοδοξίας. Φυλακίστηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια.
Όταν πέθανε ο τύραννος Λέων, ο Όσιος Βασίλειος αφέθηκε ελεύθερος και επανήλθε στο ασκητήριό του για να συνεχίσει τους μοναχικούς τους αγώνες.
Μέγας αγωνιστής της Εκκλησίας, στρατευόταν συνεχώς για την ενίσχυση της ορθόδοξης πίστης, για τη διαφώτιση των αιρετικών, για τη στερέωση των πιστών και τη μετάνοια των αμαρτωλών. Έτσι οσιακά αγωνιζόμενος εκοιμήθη εν ειρήνη.
Πηγή: saint.gr