Γράφει ο Βασίλης Νιτσιάκος
Με αφορμή την απαγόρευση των πανηγυριών λόγω κορονοϊού άνοιξε μια δημόσια συζήτηση, στην οποία εκφράζονται διάφορες απόψεις και οι επαγγελματίες του χώρου διχάστηκαν και ως προς την ποιότητα και το περιεχόμενό τους, ξεφεύγοντας από την οικονομική του διάσταση, που έτσι κι αλλιώς είναι σημαντική, καθώς γύρω από αυτού του τύπου τις εκδηλώσεις δραστηριοποιούνται πολλά επαγγέλματα και «τρων ψωμί» πολλές οικογένειες. Πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκε ότι επιτρέπονται τα πανηγύρια αλλά απαγορεύεται ο χορός
Δεν θα σταθούμε στο οικονομικό σκέλος της συζήτησης αλλά με αφορμή αυτό καλό είναι δούμε λίγο τις απαρχές, το θρησκευτικό, το κοινωνικό και το εν γένει πολιτισμικό «ισοδύναμο» των πανηγυριών.
Στην ερώτηση πόσο παλιό είναι το κοινοτικό θρησκευτικό πανηγύρι, θα μπορούσε να απαντήσει κανείς όσο παλιά είναι και η κοινότητα. Μια τέτοια θέση προϋποθέτει κατ’ αρχήν την αποδοχή της θεωρητικής άποψης ότι η κοινότητα, πέρα και πάνω από μια κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, είναι κατ’ εξοχήν πολιτισμικό φαινόμενο με έντονη τη συμβολική διάσταση. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κοινότητα συνιστά κυρίως αίσθηση του συν-ανήκειν, συνείδηση κοινής ιστορικής μοίρας, αντίληψη συλλογικότητας, που ορίζεται πάντοτε σε σχέση με άλλες ανάλογες οντότητες, και σ’ αυτό το πλαίσιο σημαντικό ρόλο παίζει η έννοια της διάκρισης, η έννοια του συνόρου που χωρίζει την κοινότητα από τον υπόλοιπο κόσμο.
Η προσέγγιση που υιοθετούμε στη μελέτη του θρησκευτικού πανηγυριού, προκειμένου να ερμηνεύσουμε την κοινωνική του λειτουργία και ιδιαίτερα το ρόλο του στη διαδικασία της συμβολικής συγκρότησης της κοινότητας, βασίζεται στην υπόθεση εργασίας ότι το θρησκευτικό πανηγύρι έχει ως πυρήνα του μια σχέση θρησκευτικού-λατρευτικού χαρακτήρα, αλλά με βάση και αφορμή αυτή τη σχέση αναπτύσσονται φαινόμενα ιδιαίτερης συμβολικής σημασίας για την κοινωνική συγκρότηση, αναπαραγωγή και ανασυγκρότηση της κοινότητας στον χώρο και τον χρόνο.
Τα εθνογραφικά δεδομένα του βαλκανικού και του μεσογειακού χώρου μας επιτρέπουν να μιλάμε για μια άμεση σχέση του πανηγυριού με την κοινότητα. Κατά κάποιον τρόπο, το πανηγύρι παρακολουθεί την εξέλιξη της κοινότητας ιστορικά, όχι απλά εκφράζοντας σε τελετουργικό επίπεδο τις κοινωνικές δομές αλλά συμβάλλοντας στην ίδια τη συγκρότησή τους με τη σημαντική του λειτουργία σε συμβολικό επίπεδο. Είναι γνωστό, παραδείγματος χάριν, ότι στις εθνογραφικές ζώνες όπου επιχωριάζει ιστορικά το πατροπλευρικό σύστημα συγγενειακής οργάνωσης οι πατροπλευρικές ομάδες γνωστές ως «φάρες», «πατριές», «ζάντρουγκες» κ.λπ. λατρεύουν έναν προστάτη, ο οποίος αποτελεί σύμβολο ενότητας της ομάδας και διάκρισης σε σχέση με άλλες ανάλογες.
Η μέρα της γιορτής αυτού του αγίου καθίσταται γιορτή όλης της ομάδας και μετατρέπεται έτσι ουσιαστικά σε πανηγύρι με έντονο τον κοινωνικό συμβολισμό. Τη μέρα αυτή όλα τα σπίτια της ομάδας είναι ανοιχτά και δέχονται επισκέψεις, με αποτέλεσμα, δεδομένης της συνοίκησης, να γιορτάζουν οι γειτονιές («μαχαλάδες») που συγκροτούνται με βάση τη σχέση καταγωγής από την πατρική πλευρά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και σήμερα σε πολλές κοινότητες, παρά το γεγονός της εμπέδωσης της κοινοτικής συνείδησης σε επίπεδο χωριού, συνεχίζουν να γιορτάζουν χωριστά οι μαχαλάδες κατά τον εορτασμό της εκκλησίας που είναι αφιερωμένη στον άγιο της συγγενειακής ομάδας που συγκρότησε ιστορικά το συγκεκριμένο μαχαλά και που βρίσκεται στα χωρικά του όρια. ΄Ετσι, παράλληλα με τα κεντρικά πανηγύρια, που εκφράζουν συμβολικά την ενότητα της κοινότητας, επιβιώνουν και τα μικρότερα, που αντιστοιχούν στις επιμέρους ομάδες που συγκροτούν την ευρύτερη κοινότητα του χωριού.
Όπως και να είναι, από το σχετικό εθνογραφικό υλικό που διαθέτουμε αποκομίζει κανείς την αίσθηση ότι το πανηγύρι ως τελετουργία συνιστά ένα πεδίο όχι απλώς εκδήλωσης των κοινωνικών δομών, αλλά μια κοινωνική και πολιτισμική πρακτική, μέσω της οποίας οι κοινωνικές ομάδες διαπραγματεύονται τις σχέσεις τους, και η κοινότητα γενικά συγκροτείται και ανασυγκροτείται συμβολικά μέσα στο χρόνο.
Αν ξεφύγει λοιπόν κανείς τόσο από μια εξελικτική προσέγγιση του κοινοτικού θρησκευτικού πανηγυριού όσο και από μια θεώρηση που εκλαμβάνει την τελετουργία ως αντανάκλαση των κοινωνικών δομών και υιοθετήσει την έννοια της πρακτικής, που συνεπάγεται την αναγνώριση μιας διαλεκτικής σχέσης ανάμεσα στη δομή και τη δράση, τότε το θρησκευτικό πανηγύρι, ως κοινωνική εκδήλωση με έντονη την τελετουργική διάσταση, μπορεί να καταστεί ένα πεδίο μελέτης της κοινωνικής συγκρότησης σε επίπεδο κοινότητας, όπου η τελετουργία συνιστά πρακτική μέσα από την οποία δεν αναπαράγεται απλά με συμβολικό τρόπο η κοινότητα αλλά συγκροτείται.
Με βάση τα ανωτέρω, μπορούμε να πούμε ότι το πανηγύρι είναι υπόθεση της κοινότητας. Ωστόσο, σε μια κατάσταση εξαίρεσης και με δεδομένη την αποσύνθεση και την παρακμή των κοινοτήτων, μπορεί η πολιτεία να αναθέσει την ευθύνη της προστασίας του πληθυσμού σε αυτή; Ανεξάρτητα από την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, παραμένει ανοικτό το άλλο ερώτημα: Μπορεί να γίνει πανηγύρι δίχως χορό;
Πηγή: in.gr