Κείμενο: Αντώνης Κουκλινός – Φωτογραφία: Γιώργος Κοντοχριστοφής
Κάπου το 1965 μικιό κοπέλι του δημοτικού, εγνώρισα στη Παναγία Καλυβιανή τον π. Νεκτάριο.
Ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Τιμόθεος, ήτονε τότεσάς Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας.
Σε μια λειτουργία του Μητροπολίτη στο χωργιό μου, ήμουνε με το μακαρίτη το Σοφουλομανώλη στο ψαλτήρι κι έψελνα μαζί ντου.
Ο Τιμόθεος εγροίκα μνιά παιδική φωνή, μα δε ν’ εθώργιε το κοπέλι, γιατί έχωνε το μπόι μου, το ψαλτήρι και δε ν’ εβγόριζα να με θωρεί.
Σα ν’ ετελείωσε η λειτρουγιά, εζήτηξε να με γνωρίσει και με φωνιάξανε να πάω κοντά ντου.
Με λίγα λόγια εβρέθηκα δοκιμαστικά (ανε μ’ αρέσει) στη Παναγία τη Καλυβιανή.
Εκειά λοιπόν, εγνώρισα το πατέρα Νεκτάριο, που ήτονε δάσκαλος και εδίδασκε τα κοπέλια του ορφανοτροφείου.
Είχενε εντολή από το Τιμόθεο, να ασχοληθεί προσωπικά μαζί μου.
Το πρόβλημά μου για να κάτσω (ήθελα να φύγω) ήτονε πως είχενε, μόνο θηλυκά κοπέλια.
Κάθε μέρα ερχότανε ο Τιμόθεος και το νε θυμούμαι με τα ράσα, να παλαμνιάζει και να πουργιεύγει στσι μαστόρους απου εχτίζανε και ρίχνανε μπετά.
Το φορτηγό τση μονής το οδηγούσε ο χωργιανός μου ο Χαράλαμπος και μ’ έβανε να παίζω μπουκόλυρα και να τραγουδώ του Δεσπότη μα και του π.Νεκτάριου.
Αυτό που δε θα ξεχάσω ποτέ μου, είναι πως δεν ήθελε να φύγω και κάθε μέρα επηγαίναμε μαζί στσι κούνιες και μού ‘λεγε ανέκδοτα να γελώ και τροπάρια να μαθαίνω.
Σα δάσκαλος κατάλαβε πως είχε να κάνει με ένα έξυπνο μυαλό και επειδή ήμουνε κ’ από πολύ φτωχή οικογένεια, με πολλά κοπέλια, δεν ήθελε να φύγω και προσπαθούσε να με πείσει να κάτσω να σπουδάσω.
Δεν άντεχα στο περιβάλλον που δεν υπήρχανε αγόρια και έφυγα.
Τα χρόνια περάσανε και κάπχια στιγμή, βρέθηκα να φωτογραφίζω μια βάφτιση στη Παναγία τη Καλυβιανή και ήτονε ο π. Νεκτάριος στο ιερό μέσα.
Εγώ έκανα τη δουλειά μου αφηρημένος αφού δεν τον είδα.
Αυτός όμως με σκιάχτηκε από μέσα και περίμενε να τελειώσει το μυστήριο.
Σαν έκαμα τη δουλειά μου, τη ν’ ώρα που εμάζωνα τα πράματά μου να φύγω, επόρισε από το ιερό.
-Για έλα εδώ που σε θέλω…!!!!
Μόλις άκουσα τη φωνή ντου, ετροζάθηκα, τη γνώρισα μιάς και είναι πολύ χαρακτηριστική η χροιά ντου.
Έτρεξα και του φιλούσα τα χέργια συγκινημένος και δακρυσμένος.
-Πατέρα Νεκτάριε… πόσο χαίρομαι που σε ξαναβλέπω μετά από τόσα χρόνια…. Είναι απίστευτο για μένα πως με γνώρισες.
Μου έδωσε ένα μαλακό χτύπημα στο κεφάλι, με φίλησε στο κούτελο και αγκαλιάζοντάς με μου λέει.
-Βρέ Αντωνιό…. Νά ξερες πόσο ήθελε ο Τιμόθεος να μείνεις κοντά μας και προσπάθησα αλλά δεν τα κατάφερα να κάτσεις, ήθελες παρέα και σε δικαιολογώ.
-Ήμουν στο Ιερό μέσα και με το που μπήκες σε γνώρισα αμέσως..!
-Τι κάνεις έλα να καθίσουμε να μου τα πεις όλα θα σε ανακρίνω χαχαχαα.
Είπαμε πολλά… τυχαία είχα το βιβλίο μου μαζί μου και του το έδωσα.
Μόνο που με ξάνοιξε δακρυσμένος, φτάνει να καταλάβω πόση αστείρευτη αγάπη είχε μέσα ντου αυτός ο άνθρωπος.
Ξαναβρεθήκαμε πάλι σε άλλη βάφτιση που βρέθηκα να φωτογραφίζω και με περίμενε να τελειώσω για να πούμε τα νέα μας.
Πάνω στη κουβέντα μου λέει…
-Αντωνιό ήρθε η ώρα να σου πω κ εγώ μια μαντινάδα….
Απού ‘ χει πόνο μέσα ντου, να ‘ρθει να με γυρέψει,
Σαν αδερφός θα του σταθώ, τη πίκρα να παλέψει.
-Σου άρεσε Αντωνιό..???
-Ναι πολύ καλή είναι μπράβο π. Νεκτάριε…!
-Τι μπράβο μου λες βρέ..? δικιά σου… από το βιβλίο σου είναι..!!!!
Εκόμπλαρα προς στιγμή γιατί το μυαλό μου ήκαμε στάση και δε ν’ εθυμούμουνε πως είναι δικιά μου η μαντινάδα.
Το κατάλαβε και με πήρε μνια ν’ αγκαλιά.
Αφοπλιστικό χαμόγελο και αφοπλιστική η μορφή της καλοσύνης του.
Αξέχαστος θα μείνεις π. Νεκτάριε….
Καλό σου ταξίδι και καλό παράδεισο….