Πλήρωσε για να γλιτώσεις. Με αυτή τη λογική φαίνεται να κινούνται οι εμπλεκόμενοι με το σκάνδαλο των επιδοτήσεων που έχουν ήδη έρθει αντιμέτωποι με τη Δικαιοσύνη. Αρκετοί εξ αυτών επιλέγουν να επιστρέψουν τα ποσά που πήραν παρανόμως, προκειμένου να αποφύγουν τις ποινικές συνέπειες.
Το κίνητρο αυτό εκτιμάται ότι θα αποδώσει περισσότερα και ταχύτερα στο δημόσιο ταμείο απ’ ό,τι μια διαδικασία αναζήτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων εκ μέρους του κράτους. Η διαδικασία αυτή, για την επιστροφή χρημάτων που δόθηκαν ενώ δεν οφείλονταν, ορίζεται από τον νόμο 2520/1997 και αρχικά τουλάχιστον δεν περιλαμβάνει την εμπλοκή της Δικαιοσύνης, που στα διοικητικά δικαστήρια συνεπάγεται πολυετείς καθυστερήσεις.
Σε περίπτωση που σε κάποιο τυχαίο έλεγχο ή εξαιτίας καταγγελίας προκύψει ύποπτη καταβολή, ο ΟΠΕΚΕΠΕ καλεί τον ενδιαφερόμενο να διατυπώσει εντός εύλογης προθεσμίας έγγραφες παρατηρήσεις και συμπληρωματικά στοιχεία. Μόλις αυτά εξεταστούν, ο ΟΠΕΚΕΠΕ αποφαίνεται για τη νομιμότητα της πληρωμής. «Το ποσό εγγράφεται ως αχρεωστήτως καταβληθέν. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ έχει τη δυνατότητα παρακράτησης του ποσού από τις επόμενες πληρωμές του αγρότη, αν αυτός συνεχίσει να υποβάλλει αιτήσεις για ενισχύσεις, που είναι η συνήθης πρακτική για όσους θέλουν να διατηρήσουν ενεργά τα δικαιώματά τους. Σε περίπτωση δηλαδή που δεν κάνουν νέα δήλωση έπειτα από δύο χρόνια τα δικαιώματα χάνονται», εξηγεί η ίδια πηγή.
Αν ο οργανισμός δεν μπορεί να εισπράξει με αυτόν τον τρόπο, η διαδικασία αλλάζει. Αυτό συνήθως συμβαίνει σε περιπτώσεις που διαπιστώνονται σοβαρές απάτες εις βάρος του οργανισμού, όταν για παράδειγμα κάποιος κατάφερε να λάβει χρήματα με πλαστά μισθωτήρια ή δήλωση ψεύτικων εκτάσεων. Τότε, ο ΟΠΕΚΕΠΕ εισηγείται την έκδοση απόφασης του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης με την οποία διατάσσεται η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων.
Η απόφαση κοινοποιείται με αποδεικτικό επίδοσης στον ενδιαφερόμενο, ο οποίος καλείται να καταβάλει τα οριζόμενα ποσά μέσα σε ορισμένη εύλογη προθεσμία, ενώ του γνωστοποιείται ότι σε περίπτωση άρνησης καταβολής ή καθυστέρησης μπορεί να ακολουθήσει συμψηφισμός απαιτήσεων. Αν το ποσό δεν καταβληθεί οικειοθελώς, εισπράττεται κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων, δηλαδή το χρέος καταλογίζεται στην εφορία του ανυπάκουου «αγρότη».
Η συγκεκριμένη διαδικασία εκτιμάται ότι θα αποδώσει περισσότερα και ταχύτερα στο δημόσιο ταμείο απ’ ό,τι η χρονοβόρος αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων.
Πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των υποθέσεων παίρνει αυτόν τον δρόμο και τα χρήματα επιστρέφουν ταχύτερα. Ωστόσο, κάποιοι επιλέγουν τη δικαστική οδόν αφού ο νόμος τους δίνει τη δυνατότητα να στραφούν κατά της πράξης καταλογισμού που τους κοινοποιήθηκε εντός δύο μηνών στο διοικητικό πρωτοδικείο και να επιχειρήσουν παράλληλα αναστολή εκτέλεσης της ατομικής διοικητικής πράξης.
Έως και 15 χρόνια
Σύμφωνα με πληροφορίες, το διοικητικό πρωτοδικείο έχει εκδώσει περίπου 400 αποφάσεις που αφορούν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά του ΟΠΕΚΕΠΕ, ενώ το διοικητικό εφετείο έχει εκδώσει σχεδόν 150 αποφάσεις. Ο αριθμός αποφάσεων για το Συμβούλιο της Επικρατείας αγγίζει τις 60, με τον χρόνο για να ολοκληρωθεί μια υπόθεση στην ανώτερη δικαστική βαθμίδα να φθάνει ακόμη και σε 15 χρόνια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε υπόθεση που ξεκίνησε από πράξη του 1995 στον ΟΠΕΚΕΠΕ, με το οφειλόμενο ποσό να ανέρχεται σε 50 εκατ. δραχμές και την έκδοση απόφασης από το ΣτΕ να έρχεται το 2024. Αντίστοιχα, για ποσό ύψους 115.000 ευρώ που προέκυψε από πράξεις του 1994 και του 1995, εκδόθηκε απόφαση το 2020.
Δεκατέσσερα χρόνια απαιτήθηκαν για να εκδοθεί απόφαση για ποσό 350.000 ευρώ που αφορούσε πράξη του 2009, ενώ το 2022 εκδόθηκαν δύο αποφάσεις για ποσά 300.000 και 400.000 ευρώ που αφορούσαν πράξεις του 2007 και του 2008 αντίστοιχα.
Πηγή: kathimerini.gr