Στα ανεμοδαρμένα χωριά του Ψηλορείτη οι αποκαλούμενοι «μεσίτες», άνθρωποι με κύρος στην τοπική κοινωνία, προσπαθούν να συμφιλιώσουν αντιμαχόμενες πλευρές προτού «μιλήσουν τα όπλα». (Φωτογραφία: Enri Canaj)
Στα χωριά του Ψηλορείτη τους αποκαλούν «μεσίτες». Είναι άνθρωποι με κύρος, οι οποίοι προσπαθούν να αμβλύνουν τις διαφορές συντοπιτών τους για να μην κλιμακωθεί η βία. Εάν «μιλήσουν τα όπλα», όμως, η αποστολή τους δυσκολεύει.
«Όταν πέσει μια χιονοστιβάδα βλέπεις ένα μεγάλο όγκο χιόνι, έχει κρυφτεί το μονοπάτι. Πρέπει να βγει σιγά σιγά ο ήλιος για να φανεί ξανά ο δρόμος. Είναι νωρίς ακόμη να μιλήσουμε για τα επόμενα βήματα. Δεν υπάρχει συνταγή γιατί ακουμπάς στον πόνο του άλλου», λέει για το πρόσφατο διπλό φονικό στα Ανώγεια ο Ανδρέας Κόκκινος, ιερέας στο γειτονικό χωριό των Λιβαδίων. Ο ίδιος έχει μεσολαβήσει αρκετές φορές στο παρελθόν ως συμφιλιωτής. Αλλά εάν υπάρξει νεκρός δεν αρκούν οι παρεμβάσεις λίγων ανθρώπων των οποίων ο «λόγος μετράει». Μετά τους φόνους των Γιώργου Ξυλούρη και Λευτέρη Καλομοίρη, μια ολόκληρη κοινωνία αναμένεται να εμπλακεί στις προσπάθειες επίτευξης ενός «συμβιβασμού συνύπαρξης» μεταξύ των δύο πλευρών.
Μέχρι στιγμής, από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν είναι ξεκάθαρος ο λόγος της λεκτικής αντιπαράθεσης η οποία φέρεται να προηγήθηκε των πυρών. Στις 11 το βράδυ του Σαββάτου 2 Μαΐου οι αστυνομικές αρχές του Ρεθύμνου ενημερώθηκαν για τη μεταφορά δύο θυμάτων πυροβολισμού στο κέντρο υγείας Ανωγείων.
Η αυτοψία στην ασφάλτινη οδό πλάτους επτά μέτρων, ανάμεσα στις γειτονικές οικίες των δύο θανόντων, ξεκίνησε δύο ώρες αργότερα. Εντοπίστηκαν οκτώ κενά φυσίγγια και τέσσερις βολίδες πιστολιού, καθώς και ένα κομμάτι μαύρου υφάσματος. Ο χώρος φωτογραφήθηκε και στη δικογραφία επισυνάφθηκε σχεδιάγραμμα και χάρτης της περιοχής από το Google Earth. Ο Μανώλης Καλομοίρης κατηγορείται για τον φόνο του Ξυλούρη. Στην προανακριτική απολογία του ανέφερε ότι θόλωσε και πυροβόλησε ενστικτωδώς στη θέα του νεκρού πατέρα του.
Θα χρειαστούν αρκετές ημέρες μέχρι να δοθούν λεπτομερείς απαντήσεις για το συμβάν από τα εργαστήρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών. Παράλληλα με την αστυνομική έρευνα έχουν ήδη κινητοποιηθεί στην τοπική κοινωνία «μηχανισμοί ειρήνευσης».
«Μηχανισμοί ειρήνευσης»
Ο Βασίλης Βουιδάσκης, συνταξιούχος καθηγητής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, είχε ζήσει από κοντά παρόμοιες προσπάθειες αποτροπής αντεκδίκησης στα Ανώγεια, μετά τον φόνο του 23χρονου Μανώλη Στρατάκη τον Απρίλιο του 2017 από συγγενή και συγχωριανό του. Αυτή ήταν η πρώτη ανθρωποκτονία στο χωριό έπειτα από πολλές δεκαετίες (ορισμένοι ντόπιοι τοποθετούν χρονικά το προηγούμενο φονικό μέσα στο χωριό στο έτος 1964). Αμέσως μετά το συμβάν η οικογένεια του δράστη έφυγε μακριά. Αφησαν τα πρόβατά τους στα χειμαδιά και εγκαταστάθηκαν στο Καστέλλι του Ηρακλείου, όπου πέρασαν το καλοκαίρι και τον χειμώνα.
Οπως λέει στην «Κ», ο κ. Βουιδάσκης τους επισκεπτόταν εκεί τακτικά, προσπαθώντας να τους μαλακώσει. Ηθελε να αποτρέψει μια βιαστική επιστροφή τους στο χωριό, η οποία μπορεί να πυροδοτούσε απρόβλεπτες συνέπειες. Παρόμοιες επαφές έκαναν και άλλοι άνθρωποι, κυρίως «σύντεκνοι», δηλαδή κουμπάροι, με την οικογένεια του θύματος.
Κύλησαν έτσι αρκετοί μήνες, ώσπου στα τέλη Ιουλίου του 2018 εμφανίστηκαν ξανά στα Ανώγεια συγγενείς του δράστη. Στο δημοτικό σχολείο του χωριού συγκεντρώθηκαν περίπου 50 άτομα για να ανακοινωθούν οι όροι της μιας πλευράς προς την άλλη. Τελικά έγινε δεκτή η επιστροφή τους στην Καβαλαριά, τη γειτονιά όπου είχαν τα σπίτια τους, με την προϋπόθεση τα πρόβατά τους να μη γυρίσουν στα παλιά τους βοσκοτόπια. Ηταν σαν να είχε υπογραφεί ένα «κοινωνικό συμβόλαιο», μια άτυπη συμφωνία αρμονικής συνύπαρξης με αμοιβαίες υποχωρήσεις μεταξύ των δύο οικογενειών.
Ο Αρης Τσαντηρόπουλος, καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, έζησε το 1992 για ένα χρόνο στα Λιβάδια, έγινε ομοτράπεζος των ντόπιων σε συμβιβασμούς και μελέτησε από κοντά το έθιμο του σασμού. Ετσι αποκαλείται στην Κρήτη η διαμεσολάβηση (από το ρήμα «σιάχνω», δηλαδή φτιάχνω). Συνήθως κτηνοτρόφοι, δάσκαλοι, γιατροί ή ιερείς αναλάμβαναν στις τοπικές κοινωνίες τον ρόλο του «μεσίτη». Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συχνά ότι και εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης προσπαθούν να συμβιβάσουν αντιμαχόμενες πλευρές. Ενας ξυλοδαρμός, μια ζωοκλοπή ή καταπάτηση εδαφών, ακόμα και μια παρεξήγηση θα μπορούσαν σε κάποιες περιπτώσεις να προκαλέσουν αλυσιδωτές συγκρούσεις χωρίς την παρέμβαση ειρηνοποιών.
Οπως γράφει ο κ. Τσαντηρόπουλος σε άρθρο του στο συλλογικό βιβλίο «Ανδρισμοί: αναπαραστάσεις υποκείμενα και πρακτικές από τη μεσαιωνική μέχρι τη σύγχρονη περίοδο», οι διαμεσολαβήσεις είναι πιο δύσκολες εάν οι αντίπαλοι είναι συγγενείς και ζουν στο ίδιο χωριό. Λόγω του συστήματος «ανδροπατροτοπικής μεταγαμήλιας εγκατάστασης», αναγκαστικά θα γειτνιάζουν.
«Οι άντρες χτίζουν σπίτια για να εγκατασταθούν μετά τον γάμο τους κοντά στο πατρικό σπίτι. Ο τελευταίος γιος γηροκομεί τους γονείς και ως αντάλλαγμα κληρονομεί το πατρικό σπίτι. Το αποτέλεσμα είναι κάθε οικισμός –είναι πιο εμφανές στους ορεινούς κτηνοτροφικούς– να συγκροτείται από συστάδες σπιτιών όπου σε κάθε μια κυριαρχεί αριθμητικά μία ευρεία ομάδα αιματοσυγγένειας», αναφέρει ο κ. Τσαντηρόπουλος.
Σκοπός των «μεσιτών» δεν είναι να καταλογίσουν δίκιο και άδικο. Δεν είναι δικαστές για να μοιράσουν ευθύνες. Δεν αναμοχλεύουν το παρελθόν, αλλά κοιτούν στο μέλλον. «Λένε χαρακτηριστικά ότι σκοπός τους είναι “να κλείσει η δουλειά για να μην κλείσουν σπίτια”», εξηγεί στην «Κ» ο κ. Τσαντηρόπουλος. Αφού προηγηθούν επισκέψεις και συνομιλίες στις δύο αντίπαλες πλευρές, το τελετουργικό του συμβιβασμού λήγει συνήθως με έναν «συμποσιασμό». Ο κ. Τσαντηρόπουλος περιγράφει ότι οι συμμετέχοντες στο τραπέζι είναι εθιμικά μόνο άντρες, ως ποτό επιλέγεται το κρασί και αποφεύγεται η ρακή (αν και πρόκειται για παραδοσιακό ποτό στην Κρήτη, έχει υψηλό ποσοστό οινοπνεύματος και μπορεί να προκαλέσει μέθη). Με το «σκούντηγμα» των ποτηριών, το εβίβα, σφραγίζεται και η συμφιλίωση. Οπως διαλύεται το αλάτι στο νερό, έτσι να σβήσει και η έχθρα τους, λένε στα ορεινά χωριά. Το βάπτισμα ενός παιδιού μεταξύ των δύο οικογενειών είναι ένας ακόμη τρόπος επικύρωσης του συμβιβασμού.
Οι επιγαμίες
Μέλημα ενός μεσίτη είναι να παρακολουθεί σε βάθος χρόνου την πορεία της συνύπαρξης. Ο Ανωγειανός λυράρης Βασίλης Σκουλάς συμμετείχε στο παρελθόν σε παρόμοιες ενέργειες. Διευκρινίζει όμως ότι σε περίπτωση απώλειας ανθρώπινης ζωής δεν μιλάμε πλέον για σασμό. «Τώρα αυτό τον ρόλο δεν τον αναλαμβάνουν συγκεκριμένοι άνθρωποι, αλλά όλος ο τόπος ενδιαφέρεται. Προσπαθείς με κουβέντες και συζητήσεις να απαλύνεις όσο γίνεται μια κατάσταση, να αποσπάς τη σκέψη των ανθρώπων», λέει. Ο κ. Τσαντηρόπουλος παρατηρεί ότι έπειτα από φόνους, κατά την προσπάθεια συμφιλίωσης μπορεί να γίνουν και επιγαμίες, να παντρευτούν δηλαδή μέλη από τα πιο περιφερειακά κλαδιά των οικογενειακών δέντρων των αντίπαλων πλευρών.
Στην περίπτωση του πρόσφατου διπλού φονικού στα Ανώγεια, ένα πρώτο βήμα προσέγγισης φαίνεται ότι έγινε στην κηδεία του Λευτέρη Καλομοίρη, ενός εκ των δύο θανόντων, όταν η κόρη του είπε στον επικήδειο λόγο της, σύμφωνα με την τοπική εφημερίδα «Ανωγή»: «Χάθηκαν δύο ψυχές και θρηνούμε και για τις δύο. Ο Θεός να δίνει δύναμη και στις δύο οικογένειες να αντέξουν τον πόνο και να προχωρήσουν ώστε όλα να τελειώσουν εδώ».
Από την Eνετοκρατία μέχρι σήμερα
Οι μηχανισμοί επίλυσης διαφορών έχουν μακρύ παρελθόν στην Κρήτη. Ο κ. Τσαντηρόπουλος εντοπίζει τις πρώτες αναφορές συμβιβασμών στην Eνετοκρατία. Οι οικογένειες τότε υπέγραφαν ένα συμφωνητικό ενώπιον νοτάριου (συμβολαιογράφου) ότι δεν θα συνεχίσουν την έχθρα. Στα αρχεία του νοτάριου Ιωάννη Κρούσου του Γιώργη βρέθηκαν 33 έγγραφα της περιόδου 1612-1639, τα οποία ο ίδιος αποκαλούσε «ιστρουμέντια της αγάπης». Αφορούσαν κλοπές, φιλονικίες, βεντέτες, βιασμούς. Με τα χρόνια ακολούθησαν και άλλες παραλλαγές συμφιλίωσης μέχρι να φτάσουμε στους «μεσίτες».
Ο κ. Τσαντηρόπουλος προβληματίζεται από το εάν εισακούονται πλέον ορισμένοι παλιότεροι ειρηνοποιοί σε διάφορες περιοχές της Κρήτης. Μεγαλύτεροι σε ηλικία «μεσίτες» αποστασιοποιήθηκαν λόγω γήρατος, κάποιοι πέθαναν.
«Ο “μεσίτης” είναι άνθρωπος που αγαπάει την κοινωνική δικαιοσύνη. Βγαίνουν νέα φιντάνια που κρατούν τις παραδόσεις», λέει ο πατέρας Κόκκινος, προσθέτοντας ότι ο θεσμός δεν έχει σβήσει στα χωριά του Ψηλορείτη. Σχετικά με την πρόσφατη υπόθεση στα Ανώγεια τονίζει ότι θα χρειαστεί να περάσει καιρός. «Οταν πονά ο άλλος δεν ξύνεις την πληγή», λέει. «Πρέπει η πληγή να μαλακώσει, να μπει ο Θεός μέσα, να σε γαληνέψει και μετά να μπει ανθρώπινο χέρι».
Πηγή: Καθημερινή – Γιάννης Παπαδόπουλος