Κείμενο – Φωτογραφίες: Νικόλαος Φουκαράκης
Βλέποντας αυτή την φωτογραφία ή σκέψη μου κάνει ένα μεγάλο πισωγύρισμα στο χρόνο και με γυρίζει στα παιδικά χρόνια και στον μαγευτικό κάμπο του Λασιθίου, σε εκείνο τον επίγειο παράδεισο με την μοναδική του ομορφιά.
Εκεί σ ‘αυτόν το κάμπο που υπήρχε η τέλεια αρμονία και γαλήνη μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης.
Σ’αυτόν τον μαγευτικό κάμπο που αγκάλιαζε όλους τους Λασιθιώτες με τα 18 χωριά του και όλα τα έκανε ένα.
Εδώ οι Λασιθιώτες ακούραστα και αγόγγυτα έδιναν τα καλοκαίρια μια ατελείωτη μάχη με την γη, λουσμένοι καθημερινά με τον ιδρώτα μέσα στην μάχη της δουλειάς.
Ο ήλιος όμως σαν άρχιζε να ψηλώνει το καλοκαίρια γινόταν καυτός και η γη κάτω έβραζε και πύρωνε και μόνο τότε στο καταμεσήμερο μέσα ο Λασιθιώτης μπορεί να έκανε ένα μικρό διάλειμμα ξεκούρασης σε κάποιο ασκιανό ενός δεντρού.
Οι μύλοι στολισμένοι σαν σε χορό στο πανηγύρι με τα ολόλευκα πανιά τους έδιναν και αυτοί τον δικό τους αγώνα στο πλάι του Λασιθιώτη .
Ένα πράμα όμως θα μου μείνει αξέχαστο από κείνα τα παιδικά χρόνια μέσα στα καυτά καλοκαίρια στον κάμπο.
Είναι αυτό που σαν έκανε ο μύλος το δικό του χρέος να γεμίσει την στέρνα εμείς τα παιδιά δεν χάναμε την ευκαιρία και την στέρνα του νερού την μετατρέπαμε σε μια δικιά μας πισίνα μια λέξη που μπορεί να ήταν ακόμα σχεδόν άγνωστη στην Κρήτη αφού ακόμα και ο τουρισμός δεν τις είχε ανακαλύψει .