Της Ζαμπίας Λαζανάκη
Αυτήν την Αποκριά που επανήλθε στην θέση της ,και καλά έκανε, μετά από δύο χρόνια, σκέφτομαι τα μαθητούδια μου, που θα περάσουν για πρώτη φορά στο σκληρό δίσκο της παιδικής τους μνήμης τα καρναβάλια!
Ευτυχώς, τα περισσότερα θα την ντύσουν με γέλια ,χαμόγελα και ξεγνοιασιά. Όχι όλα όμως…
Τα είδα την Παρασκευή που είχαμε τον αποκριάτικο χορό πόσο άβολα ένιωθαν κάποια μέσα στη στολή τους .Πόσο άγχος τους προκαλούσε το καπέλο που έπρεπε να φορεθεί σωστά για να μην βγαίνει,το βάψιμο στο πρόσωπο που έφερνε δάκρυα όταν άρχισε να σβήνει.
Και τότε βγάζαμε το καπέλο και με ένα μωρομάντηλο σβήναμε τον ιστό της αράχνης ,την καρδούλα στο μάγουλο, το αστέρι στο μέτωπο, το μουστάκι και το μούσι… και σβήναμε και τα δάκρυα !
Κάποια δεν ήθελαν καν να παρουσιάσουν την στολή τους, ούτε να τη ζωγραφίσουν και ήταν αυτά που καθόταν σε μια γωνιά την ώρα του χορού σαν να έβλεπαν τηλεόραση από το σαλόνι του σπιτιού τους.
Τι να κάνουμε;
Οι Απόκριες δεν είναι για όλους!
Ούτε και για εμένα ήταν!
Κι εγώ σε αυτά τα “κάποια” παιδιά ανήκα…
Πόσο αμήχανα ένιωθα όταν ερχόταν οι Απόκριες !
Με κανένα αποκριάτικο ρούχο δεν ένιωθα άνετα, με καμία παρέα δεν διασκέδαζα .Σε αντίθεση με τα αδέρφια μου που έδιναν σόου στο χωριό κάθε χρόνο!
Ειδικά ο Γιώργος μας…που έκοβε τις αποκριάτικες βόλτες του ντυμένος γυναίκα και σκορπώντας άφθονο γέλιο με τα καμώματα του.
Μετά από πολύ ψάξιμο στα ντουλάπια της μαμάς μου κατέληξα σε ένα σετ που το φυλούσα σαν κόρη οφθαλμού να μην το πειράξει κάνεις ,γιατί με αυτό ντυνόμουν σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού.
Μέχρι που μεγαλώντας άρχισε να με στενεύει και τότε του χάρισα την ευγνωμοσύνη μου και το δίπλωσα ξανά στην ντουλάπα της μαμάς.
Ήταν ένα πολύχρωμο πουκάμισο και μια λεπτή ,υφαντή ,άσπρη, μακριά φούστα, που η μητέρα τη χρησιμοποιούσε σαν μεσοφόρι.
Εύκολο να καταλάβεις ότι ντυνόμουν τσιγγάνα για διεκπεραίωση , για να κάνω το χρέος μου απέναντι στην Αποκριά .
“Δεν πειράζει που ένιωθες έτσι.
Δεν αρέσουν σε όλους οι Απόκριες
Δεν είμαστε όλοι φτιαγμένοι για να φοράμε στολές ,μάσκες και να διασκεδάζουμε με αυτό “.
Αυτό θα έλεγα στη μικρή Ζαμπία, αυτό λέω και στους μαθητές μου που δείχνουν να είναι μόνο οι θεατές του χορού.
Θυμάμαι την πρώτη φορά που πήρα μέρος σε καρναβάλι για να ξορκίσω την αμηχανία που μου προκαλούσε αυτή η γιορτή.
Δεν ήξερα τι σκεπτόμουν αλήθεια και γιατί το έκανα αυτό!
Ήταν στο καρναβάλι των Μοιρών.
Υπήρχε ένα άρμα τότε με τον Θεό Διόνυσο και με αρχαίους Έλληνες και Ελληνίδες.
Πρέπει να ήμουν η πιο κατηφής αρχαία Ελληνίδα που υπήρξε ποτέ.
Κάθε πέντε λεπτά ερχόταν ο Παντελής, ο φίλος μας , νομίζω αυτός ήταν ο Διόνυσος και μου έλεγε:
“Γελάμε …διασκεδάζουμε..”
Κι εγώ τον κοιτούσα με το βλέμμα του πυρετού από 39 και πάνω…
Ένα μαρτύριο έζησα και ο εξορκισμός δεν ήρθε…
Ήρθε μετά από χρόνια όταν συνόδευα τα παιδιά μου σε χορούς και καρναβάλια .Έρχεται όταν ντύνομαι για να δω τη λάμψη στα μάτια των μαθητών μου
…και τότε ξεδιπλώνω την Αποκριά που έχω φυλάξει από τα παιδικάτα μου και την βλέπω να μου χαμογελά …χωρίς αμηχανία πια!