Eἰς τὸν Ἐλεάζαρον
Πρῶτος πρὸ Χριστοῦ πῦρ στέγων Ἐλεάζαρ,
Ἀθλήσεως προὔθηκε τοῖς ἄλλοις ἴχνη.
Eἰς τὴν Σολομονήν
Πρώταθλον ἄλλην καὶ πρὸ τῆς Θέκλης ἔχω,
Τὴν Σολομονήν, ἣν πρὸ Χριστοῦ πῦρ φλέγει.
Eἰς τοὺς ἑπτά Mακκαβαίους
Ἐξ ἑβδόμης πέμπουσι Παίδων ἑπτάδα,
Ἀρθρέμβολα, πῦρ, καὶ τροχοὶ πρὸς ὀγδόην.
Καῦσαν ἑνὶ πρώτη Σολομώνην, ἑπτά τε υἷας.
«Αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός» (Δ’ Μακκαβαίων, α’ 7, θ’ 4). Ο ευσεβής λογισμός είναι κυρίαρχος και εξουσιαστής επί των παθών. Αυτό με περίσσια ανδρεία απέδειξαν οι επτά αδελφοί Μακκαβαίοι με τη στάση τους απέναντι στο βασιλιά της Συρίας Αντίοχο (περί το 5327 από κτίσεως κόσμου ή 173 π.Χ.), όταν αυτός τους έταξε δόξες, τιμές και επίγειες απολαύσεις, αν αυτοί καταπατούσαν το Μωσαϊκό νόμο και έτρωγαν από τα απαγορευμένα φαγητά που τους πρόσφερε. Προηγήθηκε ο ενενηκονταετής διδάσκαλος τους, Ελεάζαρος, που εφάρμοσε στο έπακρο το νόμο που τους δίδασκε, με αποτέλεσμα ο Αντίοχος να τον ρίξει στη φωτιά.
Εμπνεόμενα από τη θυσία του γέροντα διδασκάλου τους, τα επτά αδέλφια κράτησαν την ίδια γενναία στάση απέναντι στο βασιλιά, όταν τους κάλεσε μπροστά του. Στην αρχή ο Αντίοχος προσπάθησε να τους κολακεύσει με διάφορα εγκώμια για τη νιότη τους. Τους είπε ότι αν έτρωγαν από τα ειδωλόθυτα που τους πρόσφερε, θα απολάμβαναν μεγάλες τιμές, και φυσικά θα τους έσωζε από το θάνατο. Τότε οι επτά αδελφοί απάντησαν στον Αντίοχο: «χαλεπώτερον γὰρ αὐτοῦ τοῦ θανάτου νομίζομεν εἶναι σοῦ τὸν ἐπὶ τὴ παρανομῶ σωτηρία ἠμῶν ἔλεον». Δηλαδή, είναι περισσότερο επιβλαβής και απ’ αυτόν το θάνατο, νομίζουμε, η συμπάθειά σου για την παράνομη σωτηρία μας.
Εξοργισμένος τότε ο Αντίοχος, με τροχούς, φωτιά και ακόντια, έναν-έναν τους σκότωσε όλους. Όταν είδε αυτό η μητέρα τους Σολομονή, ρίχτηκε μόνη της στη φωτιά και έτσι όλοι μαζί πήραν το στεφάνι του μαρτυρίου.
Τα ονόματα των Επτά Μακκαβαίών είναι: Αβείμ (ή Άβιβος), Αντώνιος (ή Αντωνίνος) ,Γουρίας, Ελεαζάρος, Ευσέβωνας, Αχείμ, Μάρκελλος (ή Σάμωνας, ή Εύλαλος ή Μάρκος).