Πώς ουκ έμελλεν είναι και τα θηρία,
Aλεξάνδρω τιθασσά τω Xριστού θύτη.
Ὁ Ἀλέξανδρος, εἷς ὢν τῶν θυηπόλων,
Ἄνευ αἵματος, εἷς ἦν καὶ τῶν Μαρτύρων.
Ο Άγιος Αλέξανδρος έζησε στα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα μέχρι τα μέσα του 3ου και έκανε μαθητής του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως. Διέπρεψε στις σπουδές του και διακρίθηκε στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Αργότερα αποδείχτηκε επίσκοπος της Φλανιάδος στην Καππαδοκία.
Η εκεί δράση του, τον λάμπρυνε ακόμα περισσότερο. Και επειδή ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Νάρκισσος ήταν υπέργηρος (116 ετών), προσέλαβε βοηθό επίσκοπο τον Αλέξανδρο και συγχρόνως διάδοχο του.
Όταν λοιπόν ο Νάρκισσος πέθανε μαρτυρικά, ο Αλέξανδρος ανέλαβε τον επισκοπικό θρόνο Ιεροσολύμων. Από τη θέση αύτη ο Αλέξανδρος αγωνίστηκε για την πίστη, φώτισε και οικοδόμησε το λαό, μερίμνησε συγχρόνως για την ίδρυση βιβλιοθήκης στην Ιερουσαλήμ, στην οποία μάζεψε πολλά εκκλησιαστικά και θεολογικά συγγράμματα, για να βοηθήσει τις μελέτες των νεοτέρων κληρικών.
Το 251 μ.Χ., κατά τον διωγμό της Εκκλησίας επί Δεκίου, συνελήφθη από τον άρχοντα της Παλαιστίνης στην Καισαρεία. Αυτός αξίωσε από τον πιστό επίσκοπο ν’ αρνηθεί τον Χριστό. Εκείνος όχι μόνο δεν δέχτηκε, αλλά και παρατήρησε με θάρρος και δύναμη την ειδωλολατρική πλάνη. Παραδόθηκε τότε τροφή στα θηρία, αφού προηγούμενα υπέστη σκληρά βασανιστήρια. Τα λιοντάρια τον πλησίασαν χωρίς να τον βλάψουν καθόλου, πέθανε όμως από τις πληγές των βασανιστηρίων.
Η μνήμη του Αγίου Αλέξανδρου επαναλαμβάνεται και την 16η Μαΐου.
Πηγή: saint.gr