Είναι γνωστή η φιλία του «ανατρεπτικού» συγγραφέας Νίκου Καζαντζάκη με τον «πρίτζιπα», όπως αποκαλούσαν τον Γεώργιο οι Κρητικοί, Ύπατο Αρμοστή της Κρήτης.
Οι αναμνήσεις του Νίκου Καζαντζάκη ως παιδί συνδέονται απόλυτα με τον Αρμοστή Γεώργιο τον οποίο ο Καζαντζάκης έζησε από 15 χρονών, όταν επέστρεψε με την οικογένεια του στην Κρήτη.
Στην «Αναφορά», ο Καζαντζάκης περιγράφει παραστατικά την ημέρα εκείνη που ο πρίγκιπας Γεώργιος έφτασε στο νησί ως ύπατος αρμοστής. Μέσα στην αναστάσιμη ατμόσφαιρα του ενθουσιασμού για την εκπλήρωση των εθνικών πόθων, ο δεκαπεντάχρονος μαθητής αισθάνεται να διαβαίνει το κατώφλι της εφηβείας.
Όταν μάλιστα δημιουργήθηκε το μεγάλο θέμα με τον «Τελευταίο πειρασμό», τον οποίο ο Καζαντζάκης είχε αφιερώσει στην πριγκίπισσα Μαρία Βοναπάρτη, σύζυγο του Γεωργίου, και ο μεγάλος λογοτέχνης απειλήθηκε με αφορισμό από την Εκκλησία, η μεσολάβηση τόσο του πρίγκιπα Γεωργίου όσο και της βασίλισσας Φρειδερίκης, ήταν καθοριστικές.
Ο Καζαντζάκης ήταν θρήσκος, βεβαιώνουν πολλοί, αλλά αυτό δεν εμπόδιζε την αυστηρή κριτική του σε κάποιους ιεράρχες, καυτηριάζοντας τα κακώς κείμενα.
Από το 1947 έως και το ’54, ταξιδεύει συνεχώς σε χώρες της Ευρώπης όπου τα έργα του μεταφράζονται και γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία. « Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» και « ο τελευταίος πειρασμός» εξοργίζουν τον Πάπα και το Βατικανό εκδίδει απαγόρευση της κυκλοφορίας των βιβλίων του! Ανάμεσα στις επιτυχίες και τα βραβεία που παίρνει ο Καζαντζάκης, συναντά και την αντίδραση της ελληνικής εκκλησίας.
Ήδη απο το 1928, την εκστρατεία για τον «αθεϊσμό» του Καζαντζάκη, άρχισε ο μητροπολίτης Σύρου Τήνου και Μυκόνου Αμβρόσιος, και 26 χρόνια μετά, το 1954 η Ιερά Σύνοδος, ετοιμάζεσαι να τον αφορίσει, χαρακτηρίζοντάς τον, «άθεο και ανατροπέα» για το περιεχόμενο των παραπάνω δύο βιβλίων του.
Ο μητροπολίτης Χίου, στην έκθεση του χαρακτηρίζει τα βιβλία «αντεθνικά, αντιχριστιανικά, εξευτελίζουν ιερά και όσια, προσβάλλουν τον κλήρο, την εκκλησία και κηρύττουν την αθεΐα.
Ο ακήρυκτος πόλεμος Εκκλησίας – Καζαντζάκη, συζητείται στον πνευματικό κόσμο, που παίρνει θέση υπέρ του συγγραφέα, όπως και στα Δημοτικά Συμβούλια πολλών δήμων που εκδίδουν ψηφίσματα συμπαράστασης.
Το θέμα φτάνει στη Βουλή με ερωτήσεις κρητικών βουλευτών (Μητσοτάκη, Λουλακάκη, Κοθρή), όπου ο Κων. Μητσοτάκης θα τονίσει: «ο Καζαντζάκης στο έργο του ο Χριστός Ξανασταυρώνεται αποδεικνύεται αληθινός χριστιανός και μάλιστα περισσότερο από τους διώκτες του».
Το θέμα ξανασυζητείται με εισηγητή τον μητροπολίτη Κασσανδρίας, σε νέα συνεδρία της Ιεράς Συνόδου η οποία απευθύνει « πατρικήν παραίνεσιν» στο λαό, « ίνα φεύγουσι τα βιβλία ταύτα» τα οποία « δια της σαγήνης της τέχνης ανυπόπτως δηλητηριάζουσι τας ψυχάς…» και αναμένεται να προχωρήσει στον αφορισμό του συγγραφέα.
Ο Τύπος της εποχής, όμως, αίφνης παρατηρεί ότι «μεταξύ των μητροπολιτών επικρατεί μετριοπάθεια και δεν πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις των άκρων…». Είναι το αποτέλεσμα παρέμβασης απ’ το παρασκήνιο, κατόπιν άνωθεν εντολής. Τις μέρες εκείνες που ξέσπασε σάλος για τα βιβλία, στη Γαλλία συναντάται με την πριγκίπισσα Μαρία Βοναπάρτη ο Καζαντζάκης, στην οποία είχε αφιερώσει τον «τελευταίο πειρασμό».
Ο Καζαντζάκης γνωριζόταν με τη Μαρία και τον μακαρίτη σύζυγό της πρίγκιπα Γεώργιο με τον οποίο διατηρούσε φιλία όταν ήταν ύπατος αρμοστής στην Κρήτη. Παρεμπιπτόντως, η βασίλισσα Φρειδερίκη, που βρισκόταν στο Παρίσι, επισκέπτεται τη Μαρία κι εκεί γνωρίζει τον Καζαντζάκη που την κρατά συντροφιά και αναπτύσσεται μεταξύ τους φιλία και αλληλοεκτίμηση.
Από εκεί η Φρειδερίκη κινείται στο παρασκήνιο για να αποτρέψει τον αφορισμό! Την επομένη κιόλας το πρωί, ο υπουργός Παιδείας Αχ. Γεροκωστόπουλος συναντά τον φλογερό ιεράρχη της Ηπείρου στον πόλεμο του ‘40 Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα, που ήταν ήδη ενήμερος από τον αυλάρχη της Φρειδερίκης Λελούδα, ότι «η υπόθεση δεν πρέπει να φτάσει στα άκρα».
Μετά ήλθε στην Αθήνα και η είδηση της συνάντησης Φρειδερίκης- Καζαντζάκη, με τις σχετικές φωτογραφίες από το Παρίσι, και απομάκρυνε και διέγραψε έτσι κάθε απειλή για αφορισμό…
Η Ιερά Σύνοδος, μετά την παρέμβαση της Φρειδερίκης, παρέπεμψε, το θέμα της καταδικαστικής αποφάσεως των βιβλίων στο Πατριαρχείο, τον δε Καζαντζάκη, επειδή ήταν Κρητικός, στην Εκκλησία της Κρήτης «ίνα καλέσει τούτον εις ανασκευήν και αναίρεσιν των βλασφημιών».
Ο πατριάρχης Αθηναγόρας ενήμερος για τη στάση της Φρειδερίκης, συγκρότησε επιτροπή εκ μητροπολιτών « ίνα εξετάση άνευ προκαταλήψεως και μετά μεγίστης προσοχής τα έργα του συγγραφέως…» προτρέποντας τους: «Μην κάνετε αυτό που έκανε το Βατικανό».
Μετά από λίγο καιρό η υπόθεση ατόνησε και μπήκε στο αρχείο.
Όταν πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκης, στη κηδεία του ξεχώριζαν τα στεφάνια του πρίγκιπα Γεωργίου & της πριγκίπισσας Μαρίας, καθώς και των δύο παιδιών τους, πρίγκιπα Πέτρου & πριγκίπισσας Ευγενίας.
Πηγή: Joanna Dimitriadou