Ο Άγιος Νεομάρτυς Παύλος καταγόταν από τη Ρωσία. Αιχμαλωτίσθηκε σε παιδική ηλικία από τους Τάταρους, από τους οποίους τον αγόρασε κάποιος Χριστιανός της Κωνσταντινουπόλεως και τον άφησε ελεύθερο. Στη Βασιλεύουσα ο Άγιος νυμφεύθηκε Ρωσίδα γυναίκα, που ήταν πρώτα αιχμάλωτη, μετά της οποίας ζούσε βίο ευσεβή και φιλόθεο.
Όμως ο Άγιος, που έπασχε από τη νόσο της επιληψίας, κάποια στιγμή σε ώρα κρίσεως, ενώ οι γείτονές του τον οδηγούσαν στο ναό της Θεομήτορος της επιλεγομένης του Μογλουνίου, όταν συνάντησε στον δρόμο κάποιους Τούρκους, άρχισε να ζητά βοήθεια από αυτούς και να φωνάζει «Είμαι Αγαρηνός».
Οι Τούρκοι ανέφεραν τα συμβάντα στον βεζίρη, ο οποίος διέταξε την σύλληψη του Αγίου Παύλου και τον ιερέων του ναού. Όταν ο Άγιος συνήλθε από την κρίση της ασθένειάς του, οδηγήθηκε ενώπιον του άρχοντος, ο οποίος του ζήτησε να ομολογήσει επίσημα το Μουσουλμανισμό, υποσχόμενος πλούτο και τιμές και απειλώντας με βασανιστήρια και θάνατο. Ο Παύλος, ενδυναμούμενος και από την σύζυγό του, ομολόγησε με παρρησία το Όνομα του Χριστού. Έτσι τον έριξαν στη φυλακή και τον βασάνισαν. Αφού κήρυξε και πάλι την πίστη του στον Χριστό μπροστά στο βεζίρη, τη Μεγάλη Παρασκευή του έτους 1683 μ.Χ., οδηγήθηκε δέσμιος στον ιππόδρομο Ατμεϊντάν, όπου του απέκοψαν την τίμια κεφαλή του.
Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ο Ιωάννης Καρυοφύλλης.
Πηγή: saint.gr