Η παράδοση και ο βίος του Οσίου Κυρ Ιωάννου του Ξένου αναφέρει για την ίδρυση της Μονής ότι ιδρύθηκε μετά από εντολή της Παναγίας. Ο ασκητής Ιωάννης πηγαίνοντας από τόπο σε τόπο έφτασε στην Τούρμα (τοπονύμιο της περιοχής) Καλαμώνα, στο βουνό Μυριοκέφαλο.
Ο χειμώνας ήταν βαρύς και ο Ιωάννης έμενε σ’ ένα σπήλαιο, στη θέση Κούμαρο προσευχόμενος και τρώγοντας αγριόχορτα. Μόλις μπήκε στο σπήλαιο έμεινε τυφλός για 7 ημέρες, χωρίς να πάψει να προσεύχεται.
Την 7η μέρα άκουσε μια φωνή να του λέει: «Ιωάννη, βγες έξω και κοίταξε ανατολικά», πειθαρχώντας λοιπόν σ’ αυτή τη φωνή, βγαίνοντας έξω και αφού στράφηκε στην ανατολή, επανήλθε το φως των ματιών του, τότε είδε ένα μεγάλο φως. Η φωνή συνέχισε: «Ιωάννη σε αυτόν τον τόπο να κτίσεις εκκλησία στο όνομα της υπεραγίας Θεοτόκου της Αντιφωνήτριας».
Έφθασε λίγη απόσταση από το μέρος που έβλεπε το φως, εκεί κουρασμένος και διψασμένος τον πήρε βαθύς ύπνος. Στο όνειρό του είδε άγγελο ο οποίος του είπε: «Ιωάννη μη γυρίσεις πίσω, να κάνεις τον σταυρό σου προς την ανατολή και να θέσεις το χέρι σου στη γη και θα βγει νερό να πιείς, για να συνεχίσεις το έργο σου». Αμέσως έκανε τον σταυρό του έβαλε το χέρι του στη γη με τα 5 δάχτυλά του. Από τη θέση αυτή άρχισε να τρέχει νερό από 5 πηγές (σώζονται και σήμερα), πλύθηκε και ξεκουράστηκε. Άρχισε τότε να ψάχνει μέσα στους βάτους για την εικόνα, χωρίς αποτέλεσμα. Τότε οι εργάτες έβαλαν φωτιά και ενώ καιγόταν το δάσος, ακούστηκε μια φωνή: «Εδώ Είμαι». Ο Ιωάννης έτρεξε αμέσως και βρήκε την εικόνα της Παναγίας μέσα στις φλόγες, καμένη λίγο στην άκρη (έτσι σώζεται και σήμερα). Αγόρασε τότε το μέρος και με τη βοήθεια των χριστιανών έχτισε τη Μονή στ’ όνομα της Παναγίας της Αντιφωνήτριας (επειδή η φωνή τον πρόσταξε).