Πέταξε με αεροπλάνο, πήρε λεωφορείο κι έφτασε στο Κιλκίς για ρίξει λίγες τουφεκιές σε τρυγόνια και ορτύκια στην έναρξη στη Βόρεια Ελλάδα! Έκανε έναν …μαραθώνιο, στα 70 του!
Ο Μάρκος Παναγιωτάκης, από τα Παλιά Ρούματα Χανίων, φορώντας τα παραδοσιακά στιβάνια (κρητικές μπότες) και το μαύρο κεφαλομάντηλο, πάτησε για άλλη μια φορά στη Μακεδονία, την οποία υπεραγαπά, όπως και όλοι οι συντοπίτες του. Καλεσμένος μιας φίλης του, συνταξιούχου δασκάλας, της Κατερίνας, βρέθηκε για μια εβδομάδα στο Χέρσο Κιλκίς.
Εκεί, τον αγκάλιασαν ντόπιοι κυνηγοί: ο Γιώργος Κυρλιάς, ο Γιώργος Δεμερτζής και Γιάννης Σιαπκάρης, από το Χέρσο, ο Κώστας Κουτσονίκος, από τον Ακρίτα και ο Παναγιώτης, από το Χωρύγι, οι οποίοι τον πήραν μαζί τους στις εξορμήσεις του.
«Κάναμε λίγα τρυγόνια και ορτύκια. Αλλά δεν ήρθα στη Μακεδονία για …νούμερα! Έκανα αυτό το ταξίδι, για να προσκυνήσω τα ιερά χώματά της, όπου για να ανθίσει το δένδρο της Ελευθερίας, το πότισαν με το αίμα τους και τα παιδιά της Κρήτης!», βγαίνουν αυθόρμητα οι λέξεις του: λόγια καρδιάς!
Ο Μάρκος, από τα Παλιά Ρούματα Χανίων, έχει ιερό δέσιμο με τη Μακεδονία. Ο παππούς ήταν πρωτοξάδελφος με τον πατέρα του Εμμανουήλ Χανιωτάκη, του καπετάν Βαβουλέ, που με το σώμα του έδρασε στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, με τον πιστό του τετράποδο σύντροφο, τον Λοφ, στη λίμνη των Γιαννιτσών και στην περιοχή της Αλμωπίας (Καρατζόβας).
«Σκύβω, το χώμα το φιλώ, εις τη Μακεδονία, εκεί που αίμα χύθηκε για την Ελευθερία…» ήταν η μαντινάδα που σκάρωσε σε μια παλιότερη τηλεφωνική επικοινωνία μας. Κι αυτήν θυμήθηκα, με τις φωτογραφίες που μου έστειλε, από την επίσκεψή του στο μνημείο της Δοϊράνης, όπου γονατιστός ακούμπησε τα χείλη του στο μάρμαρο, που αναγράφει τα ονόματα των πεσόντων από τη Μεραρχία των Κρητών, στην περιοχή στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμo (αποσπάσματα από το βιβλίο, «Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον πρώτον Παγκόσμιον Πόλεμο 1914 – 1918», έκδοση ΔΙΣ, Αθήνα 1961 – Εφημερίδα Πατρίς, 22/4/2004 (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος – Ιστορικές σελίδες από τα χωριά του Δήμου Καστελίου, Cretalive.gr).
«Θα ήταν …αμαρτία να βρεθώ σ’ αυτά τα μέρη και να μην αποτίσω φόρο τιμής στους συντοπίτες μου που έπεσαν για την Ελευθερία! Περάσαμε υπέροχα, με τους Μακεδόνες κυνηγούς, που –αν και δεν με ήξεραν- με δέχτηκαν στην παρέα τους ως φίλο! Είναι ξακουστή η κρητική φιλοξενία, αλλά αυτή που γνώρισε ήταν ακόμη πιο ζεστή!
Το κυνήγι ήταν η αφορμή, αλλά έγινε αιτία να χτιστεί γερή φιλία! Επιφυλάσσομαι να ανταποδώσω τη φιλοξενία στο νησί μου!», πρόσθεσε ο Μάρκος, που στο προσκύνημά του, πήγε με τα στιβάνια και το κεφαλομάντηλό του.
«Το μαύρο κεφαλομάντηλο, με τα κρόσσια που φοράμε, εμείς οι Κρητικοί, δεν είναι για ομορφιά. Τα κρόσσια έχουν ιερό συμβολισμό. Είναι τα δάκρυα, των τελευταίων υπερασπιστών της Κωνσταντινούπολης, που ήταν Κρήτες. Και το στιβάνι, που άρχισε να φοριέται από τους χωρικούς στο νησί μας, για να προστατεύουν τα πόδια τους από τα κακοτράχαλα μονοπάτια. Στη συνέχει ταυτίστηκε με την κρητική παραδοσιακή φορεσιά και τη λεβεντιά του Κρητικού», εξηγεί.
Και λίγο πριν αναχωρήσει για το νησί του, ο 70χρονος Κρητικός, με έναν αναστεναγμό, έστειλε το δικό του μήνυμα, για όσα συμβαίνουν αυτήν την περίοδο στην Ελλάδα και ειδικά για τον μαρτυρικό Έβρο: «Μη μωρέ καίτε την πατρίδα! Άλλοι θυσίασαν τις ζωές τους γι αυτόν τον τόπο! Σεβαστείτε το αίμα τους! Κάθε φωτιά είναι που βάζετε είναι και μια κόλαση για τις ψυχές τους!»
Πηγή: kynigesia.gr