του Μητροπολίτου Γορτύνης και Αρκαδίας κ.κ. Μακαρίου
Πανηγυρική ομιλία του (τότε) Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Κνωσού (και νυν Γορτύνης και Αρκαδίας) κ. Μακαρίου, επ΄ ευκαιρία του Α΄ πανηγυρικού εορτασμού της μνήμης των Αγίων Νεομαρτύρων Αρχιερέων της Εκκλησίας Κρήτης και των μετ’ αυτών αθλησάντων κληρικών και λαϊκών (1821-1822), κατά την Συνοδική Θ. Λειτουργία της 23 Ιουνίου 2001, στον Ι. Μητροπολιτικό Ναό του Αγ. Μηνά Ηρακλείου.
«Σεβασμιώτατε Γέροντα, Αρχιεπίσκοπε Κρήτης κ. κ. Τιμόθεε, Πρόεδρε της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης.
Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς της Εκκλησίας Κρήτης.
Εξοχώτατοι Άρχοντες του τόπου, αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί.
Μετά την απόφαση και την προτροπή της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, να ομιλήσω σήμερα, στην Ιερά και Ιστορική για την Κρήτη, Σύναξη αυτή, για τον πρώτο πανηγυρικό εορτασμό των Νέων Αγίων Νεομαρτύρων της Κρήτης, θα ήθελα να ευχαριστήσω ευλαβώς, τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. κ. Τιμόθεο και την περί Αυτόν Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης, για την προσγενομένη μοι τιμή.
Εν συνεχεία μάλιστα της εξαπολυθείσης Συνοδικής Εγκυκλίου της Εκκλησίας της Κρήτης, του παρελθόντος Μηνός Ιανουαρίου, τρέχοντος έτους, σύμφωνα με την οποία έγινε γνωστή η επίσημη ανακήρυξη των ανωτέρω Αγίων Νεομαρτύρων, από την Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, ερχόμαστε σήμερα αξιοχρέως, κύκλωθεν του Αγίου Θυσιαστηρίου, του Ιερού τούτου Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μηνά, να πανηγυρίσουμε, τον πρώτο εορτασμό της Ιεράς Μνήμης των. Των Αγίων Νεομαρτύρων εκείνων, των αθλησάντων, των καλώς στεφανωθέντων, υπέρ του Κυρίου Ιησού Χριστού, της Αγίας Εκκλησίας, της αμωμήτου Πίστεως μας και της ελευθερίας του Γένους και της Κρήτης.
Τιμώντας λοιπόν μια πλειάδα Νεομαρτύρων, μέσα από την έκλαμπρη θέα του Αγίου Θυσιαστηρίου, κατά την σημερινή αναίμακτη Θεία Ευχαριστία, ακούμε για άλλη μια φορά να ξεχύνονται στα ώτα μας, οι γνωστοί καθαροί και δωρικοί ήχοι από την ανάβαση στο λιθόστρωτο, στον «κρανίου τόπου”, όπου έγινε τόπος ακήρατης ζωής. Ανεβαίνουμε ένδοθεν ημών, τις λειασμένες από το χρόνο βαθμίδες της μαρτυρικής οδού, της των Χριστιανών Πολιτείας. Μυρίζουμε το εξώκοσμο άρωμα αυτής της παμμύριστης οδού, με τις δροσοσταλίδες του Ουρανού, της ραντισμένης με τα αίματα και τους ιδρώτες των Νεομαρτύρων. Οδός εις συνέχειαν Ιησού Χριστού, εις συνέχειαν των Μεγαλομαρτύρων, «εις οσμήν ευωδίας πνευματικής”. Και να, καθώς αναβαίνουμε μέσα από το μαρτύριο, ένα ξέφωτο στο βάθος, ξεπροβάλει: Τα έσχατα.! Βλέπουμε κατά χάρη το επέκεινα, το «τέλος” της οδού αυτής, «εις τους αιώνας των αιώνων”, την σωτηρία, την λύτρωση, την Ανάσταση.
Δεν είναι άλλη, διαφορετική η οδός μέχρι σήμερα. Εδώ και 2.000 χιλιάδες χρόνια είναι η ίδια. Η μυριοπερπατημένη οδός από Μάρτυρες και αγωνιστές, με τις ποικίλες μορφές των ακλινών θυσιών τους. Η οδός του Μαρτυρίου των Χριστιανών, η οδός η απάγουσα στην όντως Ζωή. Ο τόπος της αναψύξεως. Με θέα λοιπόν την αποκάλυψη από την Θεία Ευχαριστία, την εκ νεκρών Ανάσταση «κατά τας γραφάς”, ανεβαίνει ως ευώδες θυμίαμα, η προσευχή της ευχαριστιακής προσφοράς του Σώματος της Εκκλησίας.
Ανεβαίνουν οι μικρές προσευχές μας, στο Θρόνο της Πανθυσίας του Θεού, για μας και για όλη την κτίση, και Εκείνος δια των θυσιών και των Μαρτυρίων των Αγίων Νεομαρτύρων, αντικαταπέμπει σήμερα, στο μικρό της ουδενίας μας, μια γαλάζια δροσίζουσα θάλασσα, ένα ειρηνικό πέλαγος μυστικής δρόσου, ένα πελώριο σύννεφο, θείων ευλογιών και πλουσίας χάριτος. Καθορά η Παναγάπη, σήμερα, το Άγιο Θυσιαστήριο, κυκλούμενο από την Θεόλεκτη χορεία των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών της Τοπικής Εκκλησίας. Τους χάριτι Θεού, διαδόχους των Αγίων Νεομαρτύρων Αρχιερέων της ευάνδρου Κρήτης. Προς τίνα με καλείτε;
Βλέπει η Πανσοφία, τους προεστούς του λαού, τον ευσεβή και φιλάγιο λαό, τους προνοία Αυτού, απογόνους των αθλησάντων κληρικών και λαϊκών. Προς τι άραγε τούτο; Αναγνωρίζει ο Πανσθενουργός, τα κατ΄ εικόνα Αυτού, πλασμένα πρόσωπα, συναγμένους επί τω αυτώ, για τον πρώτο εορτασμό του Μαρτυρίου και της θυσίας των Αγίων νέων Νεομαρτύρων, κατά τα σκοτεινά εκείνα έτη για την Μεγαλόνησο και ιδού: Ευσπλαχνίζεται, ευλογεί και αντικαταπέμπει. Γίνεται «πάλιν και πολλάκις”, «Φως εκ Φωτός” και φωτίζει. Γίνεται η και μόνο, για μια στιγμή μεγαλοχαρά Του, μια άφατη πανήγυρις.
Αυτή που ξεπηδά και διαχέεται κι΄ απ΄ τα κράσπεδα του Θρόνου της ετοιμασίας Του, σαν μια πνοή αύρας, σαν ένας μυροβόλος άνεμος. Αυτή που συνεγείρει τους Αγγέλους του Θεού, που συναρπάζει τα λειτουργικά πνεύματα που διακόνησαν και σήμερα την Αγία Τράπεζα. Αυτή που συνθέτει μεθυστικούς ύμνους, νηφάλιας μέθης για την Κρήτη, από τον άκρατο οίνο της κατανύξεως, κατά τον Προφητάνακτα Δαυίδ. Αυτή που κρύπτει το θεϊκό κέλευσμα: Κρήτες εορτάσατε και χαρείτε σήμερον. Τέκνα Παύλου και Τίτου, συνθέστε εναρμόνιους ύμνους και ευφρόσυνες ωδές.
Ανέτειλε γαρ η μνήμη των νέων Αγίων Νεομαρτύρων. Ψάλατε και ευφρανθείτε, για τον ουράνιο στολισμό, της χορείας των Αγίων Προπατόρων και θεοειδών Πατέρων σας. Κράξατε εν όλη καρδία: «Χαίρετε αθλοφόροι μακάριοι, της ευσεβείας τα θεία πυξία”. «Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός”. Ο Θεός του Τίτου, των Δέκα και των Τεσσάρων. «Ο καταστήσας εν ουρανοίς”, τα ανύστακτα Πνεύματα των Αγίων Νεομαρτύρων. Ο ενισχύσας αυτούς. Ο προσδεξάμενος τους νέους φαιδρούς αθλοφόρους. Η εντολή σήμερα σ΄ αυτούς; Λευκοφορέστε και συνεορτάσετε με τους παλιούς Μάρτυρες της Κρήτης.
Σύρετε το λειτουργικό χορό του Ιερού Βωμού, της θυσίας της Εκκλησίας της Κρήτης. Το μαρτυρικό αίμα Σας μαλάκωσε την γη της Κρήτης, για να ανέβει εύκολα ο στεναγμός των κεκοιμημένων, η αποφορά του βάθους των εγκάτων της Ιστορίας, για να ενισχύσει τις ρίζες και τα ακρόριζα των πολυφόρων κλημάτων της Αμπέλου του Κυρίου, που εδώ και 2000 χρόνια, είτε σε καιρούς ειρήνης, είτε σε καιρούς πολέμου, δόξης ή αδοξίας, ζει και τρέφεται σ΄ αυτό το τόπο. Είτε εν ημέραις υγρές, είτε εν ημέραις ευπαθείς και ξηρασίας. Είτε από τις χαρές, είτε από τις πικρίες. Άλλοτε στιλπνές, μεγάλες και ένδοξες σαν τις υψηλές προφυλακές του τόπου, κι΄ άλλοτε σαν αποκαΐδια πεταμένα στο βάθος του σκότους, λαθροβιώνοντας, στο τέλος της χαράδρας.
Επί του πόνου πλέον, ένας αναβαθμός. Έλεος. Επί της θυσίας θρίαμβος, επί της πικράς δουλείας ελευθερία, επί του σκότους πλουτισμός φωτός, επί της Κρήτης νέοι τερπνοί πυρσοί, νέοι ουρανοφύλακες ειρήνης, νέοι σηματωροί της πατρώας ευσέβειας. Έτσι σήμερα στο βρόγχο του θανάτου, θριαμβευτικά υψώνουμε την λόγχη του Σταυρού Του. Στην ασχήμια της φρίκης, δοξολογικά περιφέρουμε εν αγαλλιάσει ψυχής, το αναστάσιμο σουδάριο του Παναγίου Τάφου Του. Εορτάζουμε μια σπουδαία ύψωση της τοπικής Εκκλησίας, την αξία κατάταξή τους. Ομολογούμε μαζί τους, την σταυροαναστάσιμη κληρονομία μας.
Αποκάλυψε η άμετρος Χάρις του Θεού, η πολυπαθούσα Εκκλησία, από την ευγενική φυτεία της Αγιοτόκου Κρήτης και άλλα μαρτυρικά τέκνα και άλλους γλυκούς καρπούς αντίστασης και πάλης. Αποκάλυψε ξανά, το αεί εν μέσω ημών και του Θεού. Τους λαμπρούς πρεσβευτές, τους Αγίους ένδοξους νέους Ιερομάρτυρες της κατά Κρήτην Αποστολικής Αγίας Εκκλησίας. Δεν μεταφέρω απλώς εδώ, από τα λόγια των παλιών, κι΄ από τα παραμύθια. Κόβω τα λόγια της γιαγιάς, της «μπάτουσκα”, τώρα που οι μάρτυρες, πήραν πια την θέση τους, «την σπλαχνική στο τέμπλο”.
Γεράσιμο τον Μητροπολίτη Κρήτης, Νεόφυτο τον Επίσκοπο Κνωσού, Ιωακείμ τον Επίσκοπο Χερρονήσου, Ιερόθεο τον Επίσκοπο Λάμπης, Ζαχαρία τον Επίσκοπο Σητείας, Ιωακείμ τον Επίσκοπο Πέτρας, Γεράσιμο τον Επίσκοπο Ρεθύμνης, Καλλίνικο τον Επίσκοπο Κυδωνίας, Μελχισεδέκ τον Επίσκοπο Κισάμου, Καλλίνικο τον Επίσκοπο Διοπόλεως και μαζί μ΄ αυτούς, τους αθλήσαντες και μαρτυρήσαντες κληρικούς και λαϊκούς.
Δοκιμάσθηκαν από την τυραννική μανία της μισαλλοδοξίας και του φανατισμού και τους χαρίστηκε να συναντήσουν στο διάβα της εδώ ζωής τους, όπως οι Άγιοι Απόστολοι, την θυσία και τα φρικτά μαρτύρια του διδασκάλου των Κυρίου Ιησού, του εσφαγμένου υπέρ ημών Αρνίου. Προσκομίστηκαν από όλη την Κρήτη, ως οι Πρωτομάρτυρες στο Κολοσσαίο. Στην αγχόνη του Θανάτου, στο κοφτερό ξίφος του κατακτητή, στους γέλωτες του μανιασμένου πλήθους, στους εμπαιγμούς του φανατισμένου όχλου.
Στις 23 Ιουνίου, σαν σήμερα, του έτους 1821, εδώ σε τούτη την αυλή, σ΄ αυτό το χώρο, κατέκοψαν τους αυχένες 100 περίπου Χριστιανών.
Στο Ηράκλειο συνολικά εφόνευσαν 800 και την άλλη μέρα, άλλους τόσους περίπου, στις Επαρχίες Μαλεβιζίου, Τεμένους και Πεδιάδος. Στα όρια της Επισκοπής Κνωσού άλλους 80 Χριστιανούς. Μαζί μ΄ αυτούς, εθανάτωσαν επί της Αγίας Τραπέζης, τον λειτουργούντα Ιερέα, στον παρακείμενο Παλαιό Ιερό Ναό του Αγίου Μηνά, 17 ιερείς και 5 Αγιορείτες Μοναχούς, που ευρίσκοντο στην Κρήτη, για την περιφορά της Αγίας Ζώνης της Παναγίας, λόγω της επιδημίας της πανώλης. Ακόμα τον Μητροπολίτη Κρήτης Γεράσιμο και τους Επισκόπους: Κνωσού Νεόφυτο, Χερρονήσου Ιωακείμ, Λάμπης Ιερόθεο, Διοπόλεως Καλλίνικο και Σητείας Ζαχαρία. Την Κεφαλή και μέρη του σώματος του Μητροπολίτη Κρήτης, περιέφερε ο μανιασμένος όχλος, σαν τρόπαια νίκης, στα χωριά και την Πόλη.
Στο Νομό Λασιθίου, στο χωριό Φουρνή, σκότωσαν τον Πέτρας Ιωακείμ. Έκαμαν ανηλεείς σφαγές και καταστροφές στην Ζήρο, στην Ζάκρο, στις Χοχλακιές και αλλού και στις 26 Ιουνίου, έσφαξαν 24 Μοναχούς και λαϊκούς στην Ιερά Μονή Τοπλού.
Στο Νομό Ρεθύμνης το Μάιο του 1822, απαγχόνισαν στην Μεγάλη Πόρτα του Ρεθύμνου, τον Ρεθύμνης Γεράσιμο και τους Ηγουμένους των Μονών. Το αίμα της Μαρτυρικής καρδίας του Ρεθύμνης Γερασίμου, ραντίστηκε από τους σφαγείς, πάνω στις σημαίες τους.! Πλησίον επίσης του Ρεθύμνου κατέσφαξαν, έως 60 και πλέον Χριστιανούς.
Στα Χανιά από την φυλάκιση και τις κακουχίες, απεβίωσε ο Κυδωνίας και Αποκορώνου Καλλίνικος, καθώς και άλλοι κληρικοί και λαϊκοί. Ακόμα έσφαξαν τις Μοναχές της Ι. Μονής Τιμίου Προδρόμου Κορακιών και Μοναχούς της Ιεράς Μονής Γουβερνέτου.
Στην Κίσαμο μετά από πικρότατες δοκιμασίες, απηγχόνησαν την ημέρα της Αναλήψεως, στην πλατεία της Σπλάντζιας στα Χανιά, τον Μαρτυρικό και άκακο Επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ, αφού πρώτα τον περιτριγύρισαν στα σοκάκια και στις ρύμες των χωριών και της Πόλεως Χανίων, κουρελιασμένο, γυμνό, εμπαιζόμενο και δαρμένο, σαν τους Προφήτες του Θεού, που σύρθηκαν στα μαρτύρια, για την αλήθεια, την δικαιοσύνη και την προστασία του πιστού λαού.
Σημειωθείτω ότι η Εκκλησία Κρήτης, ουδέποτε λησμόνησε αυτή την Παγκρήτια θυσία. Το 1881, επί Αρχιερατείας Μητροπολίτου Κρήτης Μελετίου, στην συμπλήρωση 60 χρόνων από την σφαγή, τέλεσε μνημόσυνο και τίμησε τα θύματα και τους Μάρτυρες της σφαγής. Το 1971, επί Αρχιερατείας Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου, στην συμπλήρωση 150 χρόνων από το Μαρτύριο των σφαγιασθέντων, τέλεσε Συνοδική Θεία Λειτουργία και αποκάλυψε στο Νάρθηκα αυτού του Ιερού Ναού, την σχετική και γνωστή σ΄ όλους τους Κρήτες, αφιερωματική μαρμάρινη πλάκα.
Εσάς τιμούμε και σήμερα. Τώρα όμως μέσα από τα κοντάκια των μαρτυρολογίων, που για Σας έκαμε η Εκκλησία. Σήμερα Εσάς τιμούμε, τους καθαιρέτες της αισχύνης. Σήμερα ξεφυλλίσουμε τις χρυσές σελίδες του Κρητικού Αγιολογίου και διαβάζουμε το δικό Σας κοντάκιο, την δική Σας ευπρόσδεκτη ωδή προς τον Θεόν. Σήμερα 23 Ιουνίου του 2001, Αρχιερατεύοντος του Γεραρού και ειρηνικού Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. κ. Τιμοθέου, μετά των περί Αυτόν, Σεβασμιωτάτων Αρχιερέων της Εκκλησίας Κρήτης, των συγκροτούντων την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας Κρήτης, τις αρχές και το λαό, Εσάς τιμούμε και εορτάζουμε, λίγο μετά το πέρασμα σ΄ ένα καινούργιο αιώνα, την πρώτη εορτή της Ιεράς Μνήμης Σας και έχοντες ιστορική μνήμη, απολεπίζεται και εξατμίζεται, η εναγώνια οδύνη της βασανιστικής εκείνης θλίψης για το αύριο.
Το τίμιο αίμα Σας, μάτωσε και πότισε αυτή την γη. Εσκούρεψε προς το βαθύ το κόκκινο το χρώμα ο αγρός, ο καρπός των ματωμένων τριαντάφυλλων. Έτσι κι αυτά, κάθε που πλησιάζει η Άνοιξη για νάρθει το Καλοκαίρι, την ιερά μνήμη Σας πρωμαρτυρούν, λες κι΄ είναι το «βυσσινί ρούχο της Παναγίας”, που πάνω του φέρει τον πόνο του Μαρτυρίου του Σταυρού, τ΄ αναφιλητά από τα δάκρυα, τον αγώνα της κάθε ημέρας, μα και το ιλαρό φως από την Ανάσταση.
Άραγε στις μελλοντικές αλώσεις, έχει Θεέ μου, έχει ακόμα αίμα και ατμίδα καπνού; Συ οίδας Κύριε. Συ γιγνώσκεις.! Στην λεωφόρο των μεγάλων προκλήσεων, στο χωνευτήρι της μαρτυρικής δοκιμασίας όλων των λαών, στον αιώνα της νέας εποχής, της παγκοσμιοποίησης και της μετανεωτερικότητας, του σήμερα, τι να σημαίνουν όλα τα πιο πάνω;
Κρήτες Ορθόδοξοι, εισερχόμεθα στο νέο αιώνα με την πίστη, την παράδοση και τους μεγάλους πρεσβευτές Αγίους μας. Εισερχόμεθα κομίζοντες την άφατη ειρήνη την ποθούμενη καταλλαγή, το ίσο διάλογο, την τίμια συνεργασία, την συνεννόηση, την ακρόπολη της κοινότητας των Ορθοδόξων. Το Ευαγγέλιο το Αγίων Μαρτύρων, την πίστη του Χριστού. Τα ευγενή και ακριβά της παραδόσεως αυτού του τόπου, στα οποία αναπαύεται αιώνες τώρα, αυτός ο πλούσιος πονεμένος Ρωμαίικος πολιτισμός. Αν οι σήμερον εορταζόμενοι Άγιοι Νέοι Νεομάρτυρες, δεν γινόταν ο αιματηρός κυματοθραύστης τότε στην εποχή τους, θα είχαμε σήμερα μια συν Χριστώ ομολογία καλή και τερπνή μεν, αλλ΄ όχι μια εν Χριστώ ζωή, ζέουσα και οδοδεικτούσα, το ειρηνικό μέλλον της Χριστιανικής Ευρώπης.
Το ξέρουν όλοι πια σ΄ Ανατολή και Δύση: Aπ΄ την Ανατολή το φως της εν Χριστώ Γέννησης και το φως της πνευματικής Αναγέννησης. Στα έσχατα χρόνια μας για την Χριστιανική Κρήτη, το φως και η πίστη του Χριστού, ο πολιτισμός της Μεγαλονήσου, αναθερμάνθηκε αποφασιστικά από τους σημερινούς Αγίους.
Μεγαλύνουμε την χάρη Τους, προσκυνούμε ευλαβικά την Αγία τους Εικόνα, διαβάζουμε τα μαρτύριά τους, και ένα ρίγος κατεβαίνει στην ραχοκοκαλιά της ύπαρξης από την πάλη του αγώνα, από την εθελοθυσία των Αγίων Νεομαρτύρων.
Η φωνή του Αγίου Κρήτης Γερασίμου, κατά την ημέρα της σφαγής Του, συντηρείται και ακούγεται σ΄ αυτή την Αυλή, το υπερώο της Εκκλησίας Κρήτης, ως μια διηνεκής υπενθύμιση : «Πρόσχωμεν τα Άγια τοις Αγίοις”.
Ψαύουμε τους τοίχους και τα αγκωνάρια του Παλαιού Αγίου Μηνά και ένας αίνος, ένας ύμνος ξεφεύγει χορταστικά απ΄ την καρδιά: «Την πολυθαύμαστον Κρήτην” και τους Αγίους Νεομάρτυρες τιμήσωμεν. Υψώνουμε τα χέρια στο Θεό και τον ευχαριστούμε και για την σημερινή ευεργεσία. Απλώνουμε παντού το μήνυμα της ειρήνης, την αποστροφή στο φονταμενταλισμό και το φανατισμό. Διατρανώνουμε την αφοσίωση στην Εκκλησία του Αγίου Τίτου, στους Αγίους μας, στα τιμαλφή του πολιτισμού μας.
Μένουμε εκεί στην κλειστή Πόρτα για τον επαρχιωτισμό και την σκληροκαρδία, στο φως που καιει στο κανδήλι του τόπου του Μαρτυρίου του Γρηγορίου του Ε΄, στην Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, που άνοιξε τις πόρτες διάπλατες, για να χωρέσει όλος ο κόσμος και να μάθει και να δει. «Γεύσασθε και ίδετε”.
Μένουμε στην Κρήτη, γαντζωμένοι επί αιώνες τώρα, πάνω σ΄ αυτό τον τιμημένο βράχο της Μεσογείου, που σήμερα γιορτάζει και βαθαίνει, ένα από τα τελευταία θεμέλια του.
Μεγάλη η θυσία των, μέγα το έλεος των, ταις πρεσβείαις Αυτών μνήσθητι ημών Κύριε.”