Του Τίτου Ταγαράκη*
Πέρασαν κιόλας 31 χρόνια από τότε που η Ολομέλεια της Βουλής, με τις
ψήφους της ΝΔ και του τότε ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ, δικαιοπαρόχου του ΣΥΡΙΖΑ, αποφάσισε την παραπομπή του ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ και άλλων στελεχών του ΠΑΣΟΚ στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Εδώ και λίγες βδομάδες φαίνεται πως το φάντασμα του «βρώμικου 1989»
αναδύεται δια στόματος Αλέξη Τσίπρα, λες και αυτό το ανοσιούργημα έχει
στοιχειώσει στον χώρο της αριστεράς.
Βεβαίως στους αριστερούς συντρόφους του ΣΥΡΙΖΑ, πολλοί εκ των οποίων ήταν
πρωταγωνιστές (βλ.Φώτη Κουβέλη) η αναφορά του Τσίπρα περί «βρώμικου 89»
ανέσυρε αναμνήσεις που πληγώνουν και προκάλεσε θυμό και δυσαρέσκεια σε
σημείο που να αναγκάσει τον «ποιητή» να τα μαζέψει.
Βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά που η αριστερά έχει κάμει την αυτοκριτική
της για τα πεπραγμένα του 89, αφού εκ των υστέρων, τόσο ο εκ των παρόντων στην
ψηφοφορία εκείνη Λεωνίδας Κύρκος μίλησε για λάθος παραπομπή του Ανδρέα
Παπανδρέου, όσο και η κεντρική επιτροπή του ΚΚΕ.
Λένε πολλοί πως ο Τσίπρας ανέσυρε το 1989 «ως βρώμικο» από μια απέλπιδα
προσπάθεια απαγκίστρωσης μέρους της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ και
ενσωμάτωσης του στο ΣΥΡΙΖΑ, αν και έχει καταλάβει πως ότι πήρε το πήρε και ότι
ΠΛΕΟΝ έχει ξεκαθαρίσει η «ήρα από το στάρι» και οι εναπομείναντες έχουν
βαθειά εμπεδώσει πως δεν πρόκειται να στηρίξουν μια ΝΕΟΔΕΞΙΑ ΠΑΡΑΤΑΞΗ, όπως καθαρά φάνηκε από τα πεπραγμένα της.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, αφορμή για την θύμηση του «βρώμικου 89» δεν
ήταν άλλη από το γεγονός ότι για μια ακόμη φορά προσφέρθηκε να γίνει Ανδρέας Παπανδρέου, προφανώς χωρίς ντροπή και μετριοφροσύνη (άγνωστες λέξεις στο λεξικό του) και να αυτοτοποθετηθεί στη θέση του διωκόμενου.
Είναι γεγονός βέβαια πως τον τελευταίο καιρό βρίσκεται σε σύγχυση, αφού ο ίδιος και κυβέρνηση του, μετά τις τελευταίες αυταπόδεικτες αποκαλύψεις των «αριστερών μεθόδων» κάλυψης των αρμών της εξουσίας, βρίσκονται με την
πλάτη στον τοίχο και αυτό φαίνεται καθαρά από το νέο στρατήγημα του ότι
«Οποιος πολίτης ή πολιτικό κόμμα δίδει έμφαση και σημασία στη χιονοστιβάδα
των αποκαλύψεων που αφορούν την προηγούμενη περίοδο διακυβέρνησης
ΕΝΕΡΓΕΙ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ αφού διασπά την ενότητα
που καθιστά αναγκαία μια σειρά από τρέχοντα γεγονότα, την εκ του Κορονοϊου
επαπειλούμενη οικονομική δυσπραγία ή τις κλιμακούμενες απειλές της
Τουρκίας».
Βεβαίως το στρατήγημα του αυτό δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με το
τρίπτυχο πλέγμα των αποκαλύψεων και σαν να επιδιώκει συμψηφισμούς με τα
υπαρκτά σκάνδαλα της κυβερνήσεως του και συγκεκριμένα:
ΠΡΩΤΟΝ υπόθεση Παπαγγελόπουλου/Νοvartis- Ποδηγέτηση της Δικαιοσύνης.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ υπόθεση Παπά – Ελεγχος Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
ΤΡΙΤΟΝ υπόθεση ΜΑΤΙ – Χειραγώγηση ερευνών της Πυρκαγιάς των 102 νεκρών.
Μετά τα παραπάνω είναι καθαρό πως η προηγούμενη κυβέρνηση που είχε
οργανώσει το συγκεκριμένο σχέδιο, δεν επρόκειτο η ίδια να φωτίσει με τον
τρόπο που αρμόζει, γι αυτό το δημοκρατικό αυτό καθήκον επωμίζεται η σημερινή και είναι προφανές πως όσοι εκ των υστέρων ζητούν «ειρήνευση» στην ουσία
ζητούν συγκάλυψη.
Επομένως αυτό κάθε άλλο παρά βλάπτει το Δημόσιο Συμφέρον και δεν
συνδέεται με την αντιμετώπιση των λεγομένων εθνικών ζητημάτων, για τα
οποία ούτως ή άλλως δεν υπάρχει συμφωνία και ούτε εξαιρούνται της
πολιτικής διαπάλης.
Τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ για τις παραπάνω αυταπόδεικτες πράξεις και μεθοδεύσεις του έσφαλε και μάλιστα οι μεθοδεύσεις αυτές «κάλυψης των αρμών της εξουσίας» ωχριούν μπροστά σε εκείνες της σκληρής Δεξιάς της 10ετίας του 1960, γι αυτό ας
πάψει πλέον να αυτοαποκαλείται αριστερά, γιατί την αριστερά ο λαός αλλιώς την φαντάστηκε.
* Ο κ. Τίτος Ταγαράκης είναι Επίτιμος Δικηγόρος και τ. Προέδρου Νομαρχιακού
Συμβουλίου Ηρακλείου