Έρευνα: Δρ Ζαχαρίας Καψαλάκης
Στο αρχείο της Δημογεροντίας Ηρακλείου, σε πρόσφατη έρευνά μου, εντόπισα τρεις άκρως ενδιαφέρουσες επιστολές, με αποστολέα τον Δημογέροντα των επαρχιών Καινουργίου και Πυργιώτισσας Λεωνίδα Κουρμούλη (1) και αποδέκτη την Δημογεροντία του Τμήματος Ηρακλείου (2).
Επιστολές, όλες προ της επαναστάσεως του 1866, που δίνουν το στίγμα στα δρώμενα στο μεσσαρίτικο κάμπο, την πρώτη από τις οποίες δημοσιεύουμε σήμερα, σε πρώτη δημοσίευση.
Επιστολές, που αφήνουν να διαφανούν οι διαφορές που υπήρχαν μεταξύ των καπεταναίων, στην περίπτωσή μας ο καπετάν Μιχάλης Κόρακας (3) και των ανθρώπων της Δημογεροντίας, που ουσιαστικά ήταν οι πολιτικοί της εποχής εκείνης.
Το γεγονός επίσης ότι τόσο ο καπετάν Μιχάλης Κόρακας, όσο και Λεωνίδας Κουρμούλης, είναι οι άνθρωποι που ουσιαστικά πρωταγωνίστησαν στο κίνημα των αδελφοποιητών της Μεσσαράς και στα γεγονότα του Πλατάνου το καλοκαίρι του 1878, ο πρώτος με το μέρος των καπεταναίων και ο δεύτερος ηγέτης των αδελφοχτών, δίνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αφού φανερώνει τις σχέσεις τους αρκετά χρόνια πριν.
Η πρώτη λοιπόν από τις τρεις επιστολές (Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου – Αρχείο Δημογεροντίας -Κ.Α. 2 – Α.Α. 10-1400) αναφέρεται σε μια τυχαία συνάντηση αναφέρεται σε μια τυχαία συνάντηση των δυο προαναφερομένων πρωταγωνιστών καθώς και στους έντονους διάλογους που αντάλλαξαν.
Γράφει λοιπόν ο Λ. Κουρμούλης:
Χωρίον Κουσέ την 24 Νοεμβρίου 1863
Προς
την ΄Ενδημον Δημογεροντία του Τμήματος Ηρακλείου
Φίλτατοι και αγαπητοί μου Κύριοι Συνάδελφοι.
Σας προσκυνώ.
Πρώτον ερωτώ δια το αίσιον της περιπόθητης υγείας σας και δεύτερον αν ερωτάτε και δια λόγου μας, χάρη τη Θεία, καλά είμεθα.
Εξεύρετε δια την μισθοδοσία του κυρίαρχη μας, επήγα εις το χωρίον Πόμπια και εσύναξα τους προεστούς και τους ομίλησα δια την μισθοδοσία. Και μου απεκρίθησαν ότι: «Τα γρόσια θα τα δώσομε μόνο την Κυριακή να κοπιάσεις να τα ξερίξομε και ευθύς να τα μαζώξομε». Επίσης επήγα και εις τα άλλα περίχωρα και όλοι απεκρίθησαν πως θα τα συνάξουν, αλλά να πάγω εμπρός από την Πόμπια να τα πάρω.
Τέλος πάντων. Επήγα την Κυριακή εις την Πόμπια. Εις τον δρόμο σμίγω τον Κόρακα και του λέγω: « Πού πηγαίνεις; Να πάμε εις το χωριό σου να ξερίξομε τα γρόσια του Δεσπότη». Και μου αποκρίνεται ότι δεν τον μέλη τίποτης, «… μα αν πάγεις δεν μαζώνεις τίποτης. Μόνο αν θέλεις κατέβα να πάμε εις το Πετροκεφάλι».
Του λέγω: « Εγώ μια φορά, όπου έδωκαν οι προεστοί υπόσχεση ότι θα μαζωχτούν σήμερης, θα πάγω. Και μάλιστα, εμιλήσαμε και με τον καπετάν – Στεφανάκη δια να πάμε και εις τα μέσα χωριά δια να ξεμπερδεύομεν παράδες. Μάλιστα, έχει και ο Στεφανάκης διαταγή από τη δημογεροντία δια να πάγει εις ταις Φλαθιάκες δια να μοιράσει του Αλέξη το πράγμα, κατά την απόφαση της Δημογεροντίας».
Τότε μου αποκρίνεται και λέγει: « Δεν του πρέπει του καπετάν – Στεφανάκη να ανακατώνεται εις την επαρχία μου, γιατί θα τη βγάλομε κακά. Και τι θα υπάγει αυτός να μοιράζει εις ταις Φλαθιάκες, όπου το πράγμα ο Αλέξης το έχει του γιου του του Νικολή χαρισμένο. Το πράγμα του κανείς δεν το ορίζει να το χαρίσει ενούς του παιδιού;».
Του λέγω εγώ ότι: « Καπετάν Μιχάλη το πράγμα του το ορίζει ο καθένας να το χαρίσει του παιδιού του. Αλλά, έως όσο ζει. Όταν αποθάνει ο γονέας, ο νόμος βάζει τα πράγματα κάτω, όπου έδωσε του ενούς του παιδιού και παίρνουνε όλα τα παιδιά εξίσου.»
Τότε μου αποκρίνεται και μου λέγει: « Διάλε τσαποθαμένους του για νόμος, απού τον έκαμε και απού τον έχει και απού τον κουλαντρίζει. Μα ετούτο θάναι αιτία και θα βάλω το δαχτύλι μου να μη μαζώξει ο Δεσπότης τα γρόσα, αν περάσουνε και εκατό χρόνους. Μα δεν τόνε φοβούμαι, μήδε από τους αφορεσμούς του, μήδε από τις κατάρες του. Μα ένας ξεφλούδης τάβαλε με ταμένα και πράμα δεν έκαμε, όχι ετούτος.»
Τότε του έδωσα κι εγώ την απάντηση, ότι χρειάζεται. Μάλιστα, όταν τά ‘πε αυτά τα λόγια τα σκληρά, ήταν εκεί άνθρωποι και ο επιστάτης της Δημογεροντίας παρρησία. Και ο ζαπτιές όπου σας φέρνει το γράμμα και αυτός ήταν εκεί και ρωτήστε τον.
Λοιπόν, εκατέβηκε εις το Πετροκεφάλι ο καπετάν – Μιχάλης και έσμιξαν με τον Σκουντή και δεν τον άφησε να πάγει εις ταις Φλαθιάκες. Μόνο του είπε ο καπετάν – Στεφανάκης, ότι μια φορά και δεν θέλεις να έρχομαι στην επαρχία σου, εγώ θα γράψω εις την Δημογεροντία και ας κάμει ότι γνωρίζει. Αλλά δεν γνωρίζω εγώ αν σας έγραψε ο καπετάν – Στεφανάκης.
Λοιπόν, σαν είδα τέτοια άσκημα φερσίματα, έγινα έτοιμος δια να έλθω μέσα. Αλλά οι προεστοί της Πόμπιας και ο καπετάν – Στεφανάκης δεν με άφησαν, μόνο μου είπαν: « Κάτσε να ξερίξομε τα γρόσια του κυριάρχη μας δια να τα μαζώξομε. Διότι, αν φύγεις να υπάγεις να τους ειπείς αυτά τα λόγια, ημπορεί να μανίσει και ημπορεί να μην εύγει εξοδιόλου και θα κάμεις κακό εις τας επαρχίας, διότι θα πιστοδρομήσει η δουλειά των σχολείων.»
Δια τούτο έμεινα και επήγαμε εις όλα τα χωριά με τον καπετάν – Στεφανάκη και εξερίχναμε τα γρόσια και τα συνάσσουν. Και είναι μερικά χωριά όπου τα έχουν συναμένα, αλλά ένεκα όπου εφοβήθησαν οι πελιπασίδες από τον στρατιωτικόν φόρον, όπου τους πιάνουν τώρα και πληρώνουν το φόρο.
Θέλω να στείλετε ένα γράμμα να το διαβάζω εις τα χωριά, δια να συνάσσω τα γρόσια και να τους δίδω απόδειξη του κάθε χωριού. Και να τα αναφέρεται τούτα όλα όσα σας γράφω εις την σεβασμιότητα του δια να γνωρίζει ποίοι είναι οι ραδιούργοι των επαρχιών, όπου ανακατώνουν το παν.
Αυτά όπου σας γράφω αν η σεβασμιότητα του αδιαφορήσει ηξεύρετε ότι θα δώσω την παραίτησή μου. Διότι αυτά δεν είναι συκοφαντίες, αλλά είναι με αποδείξεις.
Με τον ζαπτιέ όπου έρχεται να με απαντήσετε δια το Βαρσαμόνερο. Μου έδωσαν οχτώ χιλιάδες γρόσια και να μου γράψετε τι θα κάμω.
Ταύτα και υγιαίνετε
Ο συνάδελφός σας
Λεωνίδας Κουρμούλης
(1) – Ο Λεωνίδας Κουρμούλης γεννήθηκε στον Κουσέ της Μεσσαράς το 1815 και πέθανε το 1925. Διετέλεσε δημογέροντας της Δημογεροντίας του Τμήματος Ηρακλείου, πριν την επανάσταση του 1866. Ηγέτης του κινήματος των αδελφοποιητών της Μεσσαράς (1878) – Πληροφορίες για την οικογένεια των Κουρμούληδων στο βιβλίο του Γεωργίου Μ. Πατεράκη ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ – Κουρμούληδες και Συναγωνιστές τους – ΗΡΑΚΛΕΙΟ 1989.
(2) – «… Ο θεσμός των Δημογεροντιών που κατοχυρώθηκε με φιρμάνι του 1858, είχε μεγάλη σημασία για την ζωή των χριστιανών και ο ρόλος τους ήταν ιδιαίτερα σοβαρότατος στις επόμενες δεκαετίες, κυρίως σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας, κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου και παιδείας….» Σελ. 359 – Θεοχάρης Δετοράκης Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ – ΗΡΑΚΛΕΙΟ 1990.
(3) – Ο καπετάν Μιχάλης Κόρακας γεννήθηκε το 1879 στην Πόμπια Μεσσαράς και πέθανε το 1882. Από τους σπουδαιότερους οπλαρχηγούς των Κρητικών επαναστάσεων κατά των Τούρκων, με δράση και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
(4) – Ο καπετάν Γιάννης Στεφανάκης ή Σκουντής γεννήθηκε στο Σίβα της Μεσσαράς το 1790 και πέθανε το 1881. Οπλαρχηγός, έλαβε μέρος σε αρκετές επαναστάσεις. Πληρεξούσιος της Κρήτες στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Διετέλεσε Δήμαρχος Μεθώνης.