Κείμενο – φωτογραφία: Γεώργιος Χουστουλάκης
Μετά την πρώτη νεροποντή, κάποτε στα χωριά της Κρήτης, τίποτα δεν ήταν το ίδιο όπως πριν! Όλα αλλάζουν πλέον ρυθμό, είτε ήταν Σεπτέμβριος μήνας είτε Οκτώβριος μήνας.
Άλλα συναισθήματα οι μεγάλοι, άλλα τα παιδιά! Οι μεγάλοι θα κάνουν το σταυρό τους που επιτέλους έβρεξε, και τώρα η αγωνία να δουλέψουν με κέφι στα χωράφια. Θα προσευχηθούν στο Θεό να αποδώσει ο κόπος τους καρπούς και έσοδα στο σπίτι, για να καταφέρουν και τούτη τη χρονιά να τα βγάλουν πέρα.
Τα παιδιά από την άλλη δεν είχαν τέτοια προβλήματα! Ήταν ξέγνοιαστα, και με την πρώτη βροχούλα,! Τα πιο μικρά τραγουδάγανε γνωστά τραγούδια της βροχής, που έμαθαν από το σπίτι τους:
«Βρέχει βρέχει και χιονίζει, κι η γιαγιά μου κοσκινίζει
να μου σάσει ένα κουλούρι, σα του τράγου το κουδούνι,
να το πάω του τσαγκάρη, να μου σάσει παπουτσάκια
να πατώ στα χαλικάκια, να μαζεύω τα σταχάκια με τα δυό μου τα χεράκια!
Να πηγαίνω στα σοκάκια να φιλώ τα κοριτσάκια!
Βρέχει – βρέχει και βροντά, έλα παπαδιά κοντά, να μοιράσουμε τα αυγά!
Ένα ‘γώ ένα συ, ένα του παπά ο γιός»!
Η γιαγιά θα τους πει παραμυθάκια για το «πουκαμισάκι που φύτρωσε»,εννοώντας όλη την ιστορία του λιναριού, από τη σπορά μέχρι το ξεπάτωμα και μετά όλη τη διαδικασία μέχρι τον αργαλειό να γίνει ύφασμα και μετά πουκαμισάκι και να το φορέσουν!
Ετοιμασίες για το σχολείο
Τα παιδιά θα νοιώσουν νωρίτερα από όλους την αλλαγή του καιρού, συγκεκριμένα από τα λατζούνια που θα πετάξουν το βλαστάρι τους. Είναι το γνωστό άνθος της ασκοτιζάρας (αγριοκρόμύδας). Θα αρχίσουν να το παίρνουν απόφαση, και να ξεχνάνε την ξεγνοιασιά του καλοκαιριού, οπότε σιγά – σιγά να προσαρμόζονται πια στην νέα σχολική τους χρονιά! Οι γονείς με τα λεφτά που αποκόμισαν από τα χαρούπια και τα μεροκάματα στα σταφίλια στο Μαλεβύζι, έχουν κρατήσει λεφτά για να ντύσουν τα παιδιά τους και να τους αγοράσουν τα σχολικά είδη.
Έβγαζαν τα χονδρά ρούχα
Οι γονείς θέλουν τα παιδιά ζεστά κι η γιαγιάδες ή οι μανάδες έπλεκαν πουλοβεράκια στα παιδιά ή εγγόνια αλλά και για τον πατέρα. Οι μανάδες σε παλιότερες εποχές έβαζαν μπροστά τον αργαλειό να υφάνουν ρούχα για την οικογένεια αλλά και πατανίες που ήταν οι κουβέρτες της εποχής, και άλλα κλινοσκεπάσματα, και κουρελούδες για το πάτωμα. Οι γονείς θα φροντίσουν να βγάλουν από τη κασέλα ή ντουλάπα ότι χειμωνιάτικα ρούχα έχουν να είναι πρόχειρα, παλτά πουλοβεράκια κλινοσκεπάσματα τη χλαίνη και το χοντρό πάπλωμα. Καμιά φορά Και η χλαίνη έπαιζε ρόλο κλινοσκεπάσματος.
Ξεκόπρισμα
Δουλειές υπήρχαν τόσες πολλές, που δεν τις προλάβαιναν! Έπρεπε να αδειάσουν τον κοπρόλακκο, που ήταν ένας μεγάλος λάκκος ένα μέτρο βάθος επί δυο ή τρία, όπου εκεί πετούσαν όλο το χρόνο την κοπριά που παράσερναν από τους στάβλους. Δεν έπρεπε να βραχεί, για να μην βαρύνει, γιατί εάν γίνει λάσπη η κοπριά, δεν μεταφέρεται εύκολα. Έτσι αν είχαν προνοήσει σωστά, θα την μαζέψουν νωρίτερα να πάει στα χωράφια πριν καν βρέξει! Κάθε σπίτι είχε πάντα και ένα κοπρόλακκο κάπου σε μια γωνιά του κήπου του σπιτιού, και αυτός ο λάκκος στην ουσία ήταν ο ασβεστόλακκος κατά το χτίσιμο του σπιτιού. Άδειαζαν εκεί ένα φορτηγό ασβεστόπετρες και τις έσβηναν με νερό. Στο τελείωμα του σπιτιού ο ασβεστόλακκος μετατρεπόταν σε κοπρόλακκο.
Το όργωμα και η σπορά
Η πρώτη βροχή θα ξεπλύνει τη φύση από σκόνες, αλλά κυρίως θα καθαρίσει τα χωριά και τις αυλές των σπιτιών από κοπριές ζώων σκόνες από τα άχυρα κατά το κουβάλημα, και το χωριό και το κάθε σπίτια θα αλλάξει όψη!
Μετά τη βροχή θα μοσχομυρίσει το χώμα, που θα αφρατέψει και ο ζευγάς θα βάλει μπροστά για το όργωμα. Θα οργώσει τα χωράφια εκεί που θέλει να σπείρει, τα περιβόλια που θα βάλει τα λάχανα (κηπικά) τα όσπρια τα σιτηρά κλπ.
Πρώτα θα βάλει πατάτες στο χωράφι που θα είναι οι χειμωνικές, και θα βγουν κατά τα μέσα του Γενάρη. Θα τους ρίξει μπόλικη κοπριά, για να είναι νόστιμες. Θα βγάλει φυτά από τις πρασιές που είχε βάλει στα μέσα του Αυγούστου για τα κηπικά του, όπως φρίγκια (λάχανα), κουνουπίδια, πράσα, μπαζά (σέσκουλα) κι αν δεν έχει βάλει, θα αγοράσει φυτά από άλλο συγχωριανό του. Επίσης σε άλλα παρτέρια θα καρφώσει κοκάρι, σε άλλο σκόρδα, σε άλλα θα σπείρει καμπιλιές σινιάβρι , σπανάκι, ραπανάκια, μαρούλια κλπ. Θέλει να έχει από όλα το σπίτι του! Ακόμα θα φυτέψει όψιμα κολοκυθάκια ντομάτες, μελιτζάνες πιπεριές ή φασόλες . Θα σπείρει επίσης κουκιά και άλλα όσπρια, και θα ρίξει την κατάλληλη κοπριά, που είναι και το μυστικό για να του βγουν τα όσπρια νόστιμα και προ πάντων καλόψητα!
Θα αρχίσει στη συνέχεια να σπέρνει τα δημητριακά, σιτηρά, κριθάρι ταγή, αλλά και ψυχανθή ειδικά για ζώα όπως το ρόβι που είναι ειδική τροφή για αγελάδες, λαθούρι ειδική τροφή για μουλάρια, βίκο άγριο αρακά, που ήταν ιδανικές τροφές για τα μεγάλα ζώα, ώστε να μπορούν να αποδώσουν κατά την εργασία του οργώματος. Βέβαια στην κατοχή που δεν υπήρχε ψωμί, ο κόσμος μαγείρευε και το ρόβι, μη γνωρίζοντας βέβαια πολλοί ότι ήταν ιδιαίτερα τοξικό, και πολλά παιδιά τότε, κινδύνεψαν ακόμα και να πεθάνουν επειδή είχαν φάει δροσερά λουβιά! Έκαναν ψωμί από το ροβάλευρο, ανακατεμένο με άλλα δημητριακά. Επίσης έσπερναν ήμερο αρακά, καθώς και μπιζέλια, γιατί όλα αυτά τα ψυχανθή φυτά, αποξηραμένα άρεσαν ιδιαίτερα στα αιγοπρόβατα.
Η τέχνη στο όργωμα
Οα πάει την πρώτη μέρα να κάνει τις πρώτες ζευγαριές. Θα κάνει το σταυρό του να πει «Στο όνομα σου Θεέ μου» και θα αρχίσει την πρώτη αυλακιά, χαράζοντας με το υνί ένα μεγάλο όργο, για παράδειγμα 40 μέτρα μάκρος με 24 πλάτος. Αυτό ο ζευγάς θα το ονομάσει «Ζευγαριά»!Δεν θα μπορεί όμως να το σπείρει έτσι τόσο μεγάλο, γιατί δεν θα ξέρει που είναι και που δεν είναι σπαρμένο το χωράφι με καρπό! Έτσι θα σκεφτεί να το χωρίσει κατά πλάτος σε 4 στενόμακρες λουρίδες, που η κάθε μια θα είναι 6 μέτρα πλάτος και 40 μήκος. Με τη μουζουροποδιά ζωσμένη στη μέση του και κρεμασμένη από τον λαιμό του, ο ζευγάς θα έχει μέσα τον ανάλογο καρπό, και θα προχωράει από μια άκρη της πρώτης σποριάς, αλλά στη μέση, και θα σπέρνει αργά. Θα πετά τον καρπό με τέχνη ανάμεσα από τα δάχτυλα τρία μέτρα από αριστερά του και άλλα τρία δεξιά του. Τόση η απόσταση της σποριάς, τόσο φτάνει να πετάει και τον σπόρο.
Άμα τώρα φτάσει στο τέλος της σποριάς, γυρίζει πίσω από την άλλη διπλανή σποριά, συνεχίζει και σπέρνει το ίδιο, μέχρι να τελειώσουν έτσι και οι τέσσερεις σποριές! Ο ζευγάς άμα σπείρει και οργώσει όλη τη ζευγαριά, ίσως συνεχίσει σε επόμενη, αλλά ίσως πάει στο σπίτι και να πει: «Σήμερα πήγα στο χωράφι, μα με έπιασε βροχή και ίσα που πρόλαβα και έσπειρα μόνο 4 σποριές!» Όλοι βέβαια θα καταλάβουν ότι πρόκειται για μια ζευγαριά. Κάθε σποριά θέλει 6 οκάδες κριθάρι ή 8 σιτάρι. Αυτός όμως που είναι έξυπνος, πρακτικός και έχει πείρα, δεν θέλει να κάνει περιττά σουλάτσα, έτσι θα κανονίσει με ένα δοχείο να χωράει 12 οκάδες κριθάρι για δυο σποριές, για να πάει και να να ΄ρθει από την άλλη. Μετά άλλη μια ποδιά για τις υπόλοιπες δυο, κοκ. Για τον ζευγά είναι όλα μελετημένα, γιατί απλά ξέρει τη δουλειά του!
Επειδή η τροφή για τα ζώα του κόστιζε πάντα ακριβά να την αγοράσει, θα περιμένει να φυτρώσει το χορτάρι για να βγάζει έξω να τα βόσκει στην εξοχή, που θα έχει δωρεάν τροφή. Θα σπείρει όμως και τα χασίλια του (σπαρτά για τροφή ζώων) είτε για να βάλει μέσα τα ζώα να τα ταΐσει, είτε να το κόβει λίγο – λίγο και να το δίνει δροσερό να το τρώνε είτε θα το θερίσει την Άνοιξη και να το κάνει σανό.
Παλιά στην Κρήτη όλοι σχεδόν όργωναν με τα βόδια και με το ξύλινο Ησιόδειο αλέτρι, τα οποία ήταν δυνατά ζώα. Όταν όμως ήρθαν οι πρόσφυγες από την Ανατολή στη χώρα μας, ήρθαν με την πραμάτεια τους φορτωμένη επάνω σε μουλάρια, και τα χρησιμοποιούσαν μετά τα ίδια και στο όργωμα! Είδαν λοιπόν και οι ντόπιοι στην Κρήτη, ότι τα μουλάρια εκτός ότι ήταν και εκείνα δυνατά στο όργωμα, ήταν χρήσιμα και στη μεταφορά του αλετριού και όλα τα άλλα! Έτσι δεν χρειαζόταν να ταΐζουν χωριστά άλλα ζώα για μεταφορά και άλλα ζώα για όργωμα, γιατί δεν συνέφερε οικονομικά! Έτσι λίγο πριν αποσυρθούν τα βόδια είχε κάνει και την εμφάνιση του το σιδερένιο αλέτρι, το μονόφτερο και το δίφτερο, και σαν πιο ελαφρύ αλέτρι μπορούσε πλέον και με το γαϊδούρι να οργώνει αλλά και να μεταφέρει τα ζυγάλετρα! Με τα ζώα τους έκαναν και τους δανεικούς με συγχωριανούς τους ή συγγενείς τους. Έβαζαν από ένα γαϊδούρι που το δανειζόταν εκατέρωθεν και έκαναν ζευγάρι, οπότε μπορούσαν να οργώνουν τα χωράφια τους και με το μονόφτερο αλέτρι που ήταν μεγαλύτερο και όργωνε βαθύτερα από το δίφτερο.
Ξελάκκισμα του αμπελιού
Στο αμπέλι επειδή δεν μπορεί να μπει το ζευγάρι για να το οργώσει, μετά την πρώτη βροχή που απάλυνε το χώμα, αφού έριχναν και την κοπριά ή λίπασμα, άρχισαν το ξελάκκισμα. Έσκαβαν γύρω από τη ρίζα της κουρμούλας ένα λάκκο , έκοβαν κάποιες επιφανειακές ρίζες για να μην πανωριζώνει και περίμεναν τις επόμενες βροχές οι λάκκοι να κρατήσουν περισσότερο νερό τον Χειμώνα.
Αν δεν είχαν οι ίδιοι αμπέλι, τότε έκαναν μεροκάματα, καθώς και στα δισκαφίσματα την Άνοιξη, στα λεγόμενα αμπελοσκάματα, τα οποία ήταν μια ιδιαίτερα επίπονη δουλειά.
Όργωμα και ξελάκκισμα της ελιάς
Συχνή εργασία μετά τη βροχή, ήταν κόπρισμα και όργωμα οι ελιές. Ήθελαν ένα σακί κοπριά η κάθε μια, και αφού την σκορπούσαν τριγύρω σε όλες όσο κρατάει η φουντωσιά, όργωναν το χωράφι, ολόκληρο. Τέλος έκαναν και ένα μεγάλο λάκκο γύρω από την κάθε ελιά, με δυο λούκια εκατέρωθεν για να τραβούνε προς το λάκκο το νερό της βροχής το χειμώνα. Μπορούσαν όμως και να φυτέψουν το νέο λιόφυτο τους, εκεί που είχαν ανοίξει την Άνοιξη τους αγρουλιδολάκκους. Τώρα ήρθε η ώρα να φυτέψουν και τους αγρουλίδους. Θα τους ποτίζουν μέχρι να χειμωνιάσει καλά, οπότε δεν χρειαζόταν να κουβαλούν πια νερό με το γαϊδούρι και τις κανίστρες!
Στέγασμα ή επισκευή τα υπόστεγα
Έπρεπε να στεγάσουν και τα υπόστεγα των ζώων και τον αχυρώνα να ελέγξουν αν μπαίνει νερό, ή να τα διορθώσουν. Η στέγαση γινόταν με καλάμια επάνω στα μεσοδόκια, μετά σφάκες κι από επάνω μαύρη λεπίδα, η οποία συγκρατούσε το νερό της βροχής. Την λεπίδα την έφερναν με τα γαϊδούρια ή μουλάρια φορτωμένη στα σακιά, για οποιαδήποτε στέγη είχε ανάγκη επιδιόρθωσης, του κυρίως σπιτιού ή των στάβλων.
Στα ξύλα
Μόλις τέλειωναν με τα στέγαστρα, έπρεπε να πάνε να κουβαλήσουν αρκετά ξύλα από το βουνό για να έχουν να μαγειρεύουν στην παρασθιά τον Χειμώνα, να ζεσταίνονται στο τζάκι, αλλά και να ζυμώνουν. Ήδη θα ξεκίναγαν και το πρώτο φτάζυμο της χρονιά με 70 οκάδες αλεύρι, για να φτιάξουν το φτάζυμο ψωμί και παξιμάδι για τον χειμώνα. Θα πέψουν ξύλα και του παππού και της γιαγιάς που δεν μπορούν πια να βγαίνουν στην εξοχή.
Καλωσόρισμα της πρώτης βροχής με βραστά κουκιά!
Συνήθιζαν στα χωριά της Κρήτης, τον χειμώνα να τον υποδέχονται με βραστά κουκιά κρεμμύδι και κρασάκι, για να ευχηθούν «Άιντε και καλό χειμώνα»! Κι αν δεν τον υποδεχόταν με την πρώτη βροχή σίγουρα θα τον υποδεχόταν με κουκιά στο πρώτο κρύο!