Της Χαριστή Φανουράκη Κουκουμπεδάκη
Αλήθεια Χάρε δεν ‘ποχορταίνεις να παίρνεις τους καλούς ανθρώπους και να στολίζεις το ρημασμένο άδη σου.
Εζήλευγές του τούτου του ψιμυδευτού αντρόυνου κι εμπήκες πάλι στη μέση αντροϋνοξεχωριστή.
Του αγαπητού όλων μας Κώστα Σταθοράκη και της γυναίκας του της αγαπημένης μας Ουρανίας.
Λύσαξες Χάρε που να όψεσαι και να συρομαδιέσαι… να πάρεις τον καλύτερο εγλετζέ και ξεχωριστό καλοσυνάτο Γαλιανό.
Στον άδη τον ήθελες κι εκείνο κι επαρακάτσευγες πάλι ασκημοποδωμένε, βερεμιάρη, κασιδιάρη και αχόρταγε.
Άλλαξε μπλιο τη στράτα σου ανεγύρισε και ξεκουμπίσου από τη Γαλιά…..
Κι άμε στσι μαύρες θάλασσες λείπε από ολόκληρο το ντουνιά….
Αφιερωμένο στη μνήμη του ξεχωριστού ανθρώπου Κώστα Σταθοράκη που επρέπιζε τη Γαλιά την Ιεράπετρα κι όπου επάθειενε τη γης…
“””””””””””””””””””
Και τα πουλιά εσωπάσανε
κι οι πέτρες εραΐσα
κι εγείρανε τσι κλώνους τως
ως και τα κυπαρίσσα….
Φύλλο δεν σιέται τω δεντρώ
και σκουρονεφαλιάζει
κι ήλιος δε βγήκε σήμερο
και στη Γαλιά
δε λιάζει…
Ως και τα τζουγκροχάρακα
λυπούνται και θρηνούνε
στερνό αντίο μερακλή θένε κι αυτά να πούνε…
Πενθούνε οι Γαλιανές πλαγιές
θλίβουνται κι οι πεζούλες
και τα σοκκάκια τα στενά
κι οι καντονάδες ούλες.
Κλαίει κι ο κάμπος
κι έστεσε θρήνο και μοιρολόι
κι όλα εμαραθήκανε στση φεύγας του τ’ απόι…
Κακιά βαστώ του Χάροντα και θα του πιάσω αμάχη
απού δεν φήνει ένα γ-καλό άδικο να του λάχει…
Πρέπει πως ζεύκι ήθελε στον άδη ντου να κάμει
κι έριξε την αμάδα ντου σ’ άθρωπο που χε νάμι…
Κι εκόπιασε κατσά κατσά ωσάν τον κατσουλούπη
Ο Χάροντας που πάνω ντου δεν έχει ούτε σουλούπι…
Κι ετόξεψέ ντου την καρδιά
με του θανάτου βέλος
αφού το βασιλίκι ντου ποτέ
δεν έχει τέλος…
Άντρα γλεντζέ τον ήθελε
μα και καλοσυνάτο
με τ’ άδη τσι καλά καλούς
να κάμουνε
κοινάτο…
Και με το μερακλίκι ντου να λάμψει ο τόπος τ’ άδη
αφού ‘τον άντρας τση πρεπιάς
μα και χωρίς ψεγάδι…
Οι μερακλήδες Γαλιανοί
γλέντι θα ν- έχουν στέσει
να τονε βάλουν στου χορού
οθεν τη μέση μέση…
Στ’άδη την πόρτα ο κύρης του θα στέκει ν’ ανημένει
και τάβλα με ψητά κι οφτά
θα ν’ έχουνε στεμένη..
Και θα κρατεί η μάνα ντου μπρούσκο σ’ ένα μπουκάλι
σε κούπα ασημοσκάλιστη του γιου τζη για να βάλει….
Κι ο αδερφός του θα σταθεί να σφιχταγκαλιαστούνε
που μυστικά ο γείς τ’ αλλού καιρό χουνε να πούνε..
Να παίζει κι η βιολόλυρα του Γαλιανού Λευτέρη
του κάτου κόσμου να σειστούν τ’ αραχνιασμένα μέρη.
Να ποθαμάξει ο Χάροντας στην εσμιγιάν ετούτη
που να ‘καιγε το μπέτη ντου φωθιά με το μπαρούτι…
Γιατί δε φήνει ένα γ-καλό
που ανθομυρίζει δυόσμο
μονο τονε λαλεί ο σκληρός
ντρέτα στον κάτω γ-κόσμο…
Τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένειά του…
Κώστα…ήρθες το Σάββατο και ξαργύρωσες το τελευταίο λαχείο που πήρες από τη Μυτιλήνη τι να πω τόσο γρήγορα έφυγες κι εσύ….
Τέτιοι άνθρωποι όταν φεύγουν ορφανεύουν οι τόποι μας…
Κρίμα κρίμα μεγάλο κρίμα….
Να αναπαυτείς στην αγκαλιά του Θεού…
“””””””””””””””