«Ελάτε να πυρωθείτε» σημαίνει «ελάτε να ζεσταθείτε» στα μυλοποταμίτικα, δηλαδή στην κρητική διάλεκτο που μιλούν στα χωριά του Μυλοποτάμου, όπως τα Ζωνιανά. Είχα «πυρωθεί» αρκετά καθώς περπατούσα σε θερμοκρασίες καύσωνα πηγαίνοντας να συναντήσω στην πλατεία Κολωνακίου τον Μάικλ Χέρτσφελντ, τον ανθρωπολόγο και νεοελληνιστή (μεταξύ άλλων ιδιοτήτων) του Χάρβαρντ. Βρετανός εβραϊκής καταγωγής, μου ζητάει να μιλήσουμε στα ελληνικά. Κατά τη διάρκεια της κουβέντας σοβαρεύει ξαφνικά και μου λέει με κρητική προφορά: «Γρίκα επαέ, θαρρώ πως άνε ντακάρω να μιλώ ετσιέ, δε θα κατές μουδέ δροσέ» (Ακου ’δω, αν αρχίσω να μιλώ έτσι, δεν θα καταλάβεις ούτε μια στάλα δροσιά). Απολαμβάνει την έκπληξη που μου προκαλεί. Ανάλογη έκπληξη προκάλεσε σε Μυλοποταμίτες που τον πέρασαν για τουρίστα. Παρίστανε τον οργισμένο και τους απάντησε στα μυλοποταμίτικα να τον αφήσουν ήσυχο.
Ο Μιχάλης, όπως μου ζητεί να τον αποκαλώ, είναι ένας ακαδημαϊκός με διεθνές κύρος για τις μελέτες και τα βιβλία του για την Ιταλία, την Ταϊλάνδη και κυρίως για την Ελλάδα. Τέσσερα από τα βιβλία του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Ανάμεσα σε αυτά βρίσκεται «Η Ποιητική του Ανδρισμού» (2012) που κυκλοφόρησε στα αγγλικά το 1985 με τίτλο «The Poetics of Manhood» και είναι το αποτέλεσμα της μελέτης που έκανε κατά την παραμονή του στα Ζωνιανά της Κρήτης τις δεκαετίες του ’70 και ’80. Προχωρημένο μεσημέρι, ο Μιχάλης έχει ήδη γευματίσει και αρκείται σε μια σόδα στο Peros. «Εχω ζήσει 11-12 χρόνια στην Ελλάδα και σχεδόν δύο από αυτά στα Ζωνιανά». Στην πρώτη έκδοση του βιβλίου του δεν είχε αποκαλύψει το όνομα του χωριού. Του είχε δώσει το φανταστικό όνομα «Γλέντι». «Το φανέρωσα μετά το 2007 γιατί κάποιοι δημοσιογράφοι μαύρισαν το όνομα του χωριού και αυτό είναι άδικο».
Η βεντέτα
Υπερασπίζεται με πάθος την ηθική ακεραιότητα και τον ευγενή χαρακτήρα των περισσότερων κατοίκων των Ζωνιανών. Ναι, αλλά οι βεντέτες; «Η βεντέτα συνδέεται με έναν κώδικα συμπεριφοράς και ηθικής που είναι πολύ αυστηρός, αλλά αποτελεί διαστρέβλωση της πραγματικότητας να παρουσιάζεται σαν να πρόκειται για χωριό κακούργων. Σκέψου ότι όλοι φροντίζουν για τον “σασμό”, για την τελετή συμφιλίωσης και όχι για τη διαιώνιση της βεντέτας. Υπάρχει εκτίμηση στον επιδεικτικό ανδρισμό, αλλά θα ήθελα να υπερασπιστώ το καλό όνομα του χωριού γιατί γνωρίζω τους ανθρώπους. Γνωρίζω την υπερηφάνεια τους, αλλά και τη μεγάλη λύπη τους για το κακό όνομα που βγήκε. Η συνωνυμία του χωριού με τη βία δεν δικαιολογείται με τίποτα, και καλό θα ’ταν να ρωτήσεις ποια συμφέροντα εξυπηρετούνται από μια τόσο μονόπλευρη προβολή του χωριού».
Μου εξηγεί ότι κύρια στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον πολιτισμό του χωριού είναι η αντίσταση στην κεντρική εξουσία σε ορισμένα ζητήματα και η πεποίθηση ότι οι κάτοικοι μόνοι τους μπορούν να ρυθμίσουν καλύτερα τις υποθέσεις τους χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις. Ακολουθεί η επιθυμία για μια συλλογική ζωή με τα κληρονομημένα γνωρίσματα και έθιμα του τόπου τους καθώς και η βεβαιότητα ότι όλα αυτά αντιπροσωπεύουν μια γνήσια κοινωνία. Υπερασπίζονται τη δική τους αυθεντικότητα, σε αντίθεση με τα ξενόφερτα, δυτικά μοντέλα που θέλουν να τους επιβάλουν οι γραφειοκράτες.
Εχει παρατηρήσει ότι ανάλογες πεποιθήσεις μπορεί να συναντήσει κανείς σε παραδοσιακές κοινωνίες σε άλλες χώρες και πολιτισμούς, όπως στην Ταϊλάνδη. «Δεν είναι τυχαίο ότι ο δυτικός επισκέπτης αποκαλείται με παρόμοιες λέξεις στην Ελλάδα και στην Ταϊλάνδη: Φράγκος και Φαράνγκ. Ο ντόπιος, σε χώρες που ενώ δεν έγιναν ποτέ τυπικά αποικίες των δυτικών, ωστόσο υποχρεώθηκαν να δεχτούν την πατρωνία και την πολιτισμική καθοδήγηση των μεγάλων αποικιακών δυνάμεων, βλέπει τον δυτικό με ένα συνδυασμό θαυμασμού και μνησικακίας».
Η στάση της Δύσης
Ο Μιχάλης μάς ξέρει σαν την παλάμη του. Εχει αποδώσει με την έννοια «κρυπτοαποικιοκρατία» ήδη από το 2002 αυτή την έμμεση αλλά καταπιεστική πολιτισμική ηγεμονία. Εχει διακρίνει πολλά ίχνη αυτής της πεποίθησης στην Ελλάδα, που όμως λέει ότι σβήνουν με τον καιρό. Η συζήτηση στρέφεται στη σύγκριση με τους προγόνους. Μου λέει ότι η επίμονη σύγκριση με το αρχαίο παρελθόν ήταν ένα εύρημα της Δύσης για να δικαιολογήσει τις παρεμβάσεις της στην Ελλάδα. «Η στάση της Δύσης ήταν περίπου η εξής: “Δεν είστε στο επίπεδο των προγόνων σας, γι’ αυτό εμείς θα σας βοηθήσουμε να τους φτάσετε”. Ηταν ένα προσβλητικό σχήμα για τους Ελληνες που δυστυχώς δεν έχει εξαφανιστεί πλήρως ακόμη, αν και σιγά σιγά γίνεται το αντικείμενο σοβαρής και ποικιλόμορφης κριτικής, μέσα και έξω από την ίδια την Ελλάδα».
Ο Χέρτσφελντ πιστεύει ότι υπάρχει συνέχεια ανάμεσα στην αρχαία και στη σημερινή Ελλάδα, η οποία αποδεικνύεται μέσα από τη συνέχεια της γλώσσας. Ωστόσο, οι λαογράφοι, οι φιλόλογοι και οι αρχαιολόγοι του 19ου αιώνα διαμόρφωσαν για τους Ελληνες ένα άπιαστο αρχαίο πρότυπο. «Οι Ελληνες αναφέρονταν συνεχώς στο παρελθόν γιατί είχαν την ανάγκη να αποδείξουν ότι είναι ισάξιοι των προγόνων τους. Σήμερα εκτιμούν περισσότερο αυτό που είναι στη βιωμένη πραγματικότητα και όχι αυτό που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι κατά τη γνώμη εξωτερικών παρατηρητών και μόνο». Βεβαίως, εγώ θα έλεγα ότι ίσως έπαιξε ρόλο και η υποχώρηση της παιδείας γι’ αυτή την όψιμη «απελευθέρωση» των Νεοελλήνων από τα αρχαία πρότυπα, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση…
Να αναγνωρίσουμε την ικανότητα των αγράμματων να δημιουργούν γνώση
Πίσω από τον προσηνή Μιχάλη βρίσκεται ένας οξυδερκής ακαδημαϊκός που ακτινογραφεί τα πάντα. Η αγγλική προφορά του στις ελάχιστες αγγλικές λέξεις που του ξεφεύγουν αποκαλύπτει μια αριστοκρατική εκπαίδευση στο Κολέγιο Ντάλιτς του Λονδίνου και στο Κέμπριτζ. Ο πατέρας και η μητέρα του μόλις άρχιζαν την ακαδημαϊκή τους σταδιοδρομία όταν εκλέχθηκε ο Χίτλερ καγκελάριος, το 1933. Τα παράτησαν και μετανάστευσαν στο Λονδίνο. Ο πατέρας νομικός, η μητέρα χημικός. Στο Κέμπριτζ ο Μάικλ έκανε παρέα με Ελληνες και έμαθε να παίζει τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη στο μπουζούκι. Διάβασε ένα βιβλίο για την Κρήτη του Μάικλ Λιουέλιν Σμιθ (που αργότερα έγινε πρέσβης της Βρετανίας στην Αθήνα) και έτσι ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Κρήτη.Το 1972 γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του στην Αθήνα. Εργαζόταν –και συνεχίζει να λειτουργεί ως σύμβουλος– στον εκπαιδευτικό οργανισμό College Year in Athens, ο οποίος εκπροσωπείται από το Διεθνές Κέντρο Ελληνικών και Μεσογειακών Σπουδών. Δηλώνει αριστερός, αλλά έχει μεγάλη εκτίμηση για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή της μεταπολίτευσης. «Εκανε δημοψήφισμα για τη βασιλεία, κατάργησε την καθαρεύουσα που ήταν εργαλείο αποκλεισμού της εργατικής τάξης και συνέλαβε την αναγκαιότητα να χάσει το κόμμα του τις εκλογές του 1981 για να στερεωθεί η δημοκρατία μέσα από την εναλλαγή στην εξουσία».Πήγε πρώτη φορά στα Ζωνιανά τον Νοέμβριο του 1974. Ακόμα θυμάται τη στιγμή που άνοιξε την πόρτα και μπήκε στο πρώτο καφενείο. Στα τόσα χρόνια, μία φορά μόνο λογόφερε με έναν κάτοικο των Ζωνιανών. «Είπα οργισμένος “θα σηκωθώ να φύγω από το χωριό”. Αμέσως έσπευσαν άνθρωποι της φάρας του αντιπάλου του να τον καθησυχάσουν. Οργάνωσαν σασμό (τελετή συμφιλίωσης) σε ένα καφενείο. Ηλθαν δώδεκα αντιπρόσωποι της φάρας εκείνου που λογοφέραμε, σηκώσαμε τα ποτήρια με το κόκκινο κρασί και είπαμε “νερό κι αλάτσι”. Από τότε με λέει “κουμπάρο”».
«Επαναστάτης»
Γίνεται στοχαστικός: «Εκείνο που καταστρέφει την ανθρωπότητα είναι η άρνηση να ακούσεις τον άλλον, να μη θέλεις να ακούσεις τι θα σου πει. Εχω κάνει συζητήσεις με Ζωνιανούς για την έννοια της σημασίας που δεν θα πίστευες. Κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί θεωρία. Εχει έρθει η ώρα να αναγνωρίσουμε όχι μόνο τους μη δυτικούς πολιτισμούς, αλλά να αναγνωρίσουμε την ικανότητα των αγράμματων να δημιουργούν γνώση». Του λέω ότι αυτή είναι μια πολύ επαναστατική άποψη. «Αν είναι έτσι, τότε είμαι επαναστάτης», απαντά με ενθουσιασμό και συμπληρώνει: «Για μένα οι δρόμοι της γνώσης οδηγούν όχι μόνο στη Ρώμη, αλλά και στα Ζωνιανά».
«Είμαι αυτός που έγινα»
«Με ρωτάνε: “Ποιος είσαι;” Απαντώ ότι είμαι αυτός που έγινα». Στις 13 Ιουλίου έγινε Ελληνας. Ελαβε τιμητικά την ελληνική υπηκοότητα. «Είναι τιμή μου, αισθάνομαι ευγνωμοσύνη και υπερηφάνεια». Ο Μάικλ είναι Ελληνας, είναι Εβραίος, είναι Κρητικός, είναι Βρετανός. Μου λέει ότι «η ανθρωπολογία είναι η μελέτη των οικείων διαστάσεων της ανθρώπινης ζωής, όχι μόνο των επίσημων. Μελετάμε και τα επίσημα στοιχεία, αλλά το ενδιαφέρον μας στρέφεται λιγότερο στον άνθρωπο του Διαφωτισμού και πολύ περισσότερο στον ανθρωπάκο της έκφρασης, όπως ακούγεται στις στιγμές αυτοδικαιολόγησης, “άνθρωποι δεν είμαστε;” Δηλαδή, δεν είμαστε ποτέ “τέλειοι”, αλλά “τα καταφέρνουμε” όπως στην περίπτωση του Ελληνα καταφερτζή – του ανθρώπου, δηλαδή, που ξέρει να επιβιώνει και που το κάνει με αυτό που λέμε ανθρωπιά».
Η συνάντηση
Στην κοσμοπολίτικη πλατεία Κολωνακίου, στην εθνική πασαρέλα με τις ποπ «κονσέρβες» να ταλαιπωρούν την ακοή των θαμώνων, εκεί ο «αρχαίος» Olympus ωτακουστής μου, ξαπλωμένος πάνω στο τραπέζι, καταγράφει τα γνήσια λόγια ενός από τους πιο αυθεντικούς φιλέλληνες της εποχής μας, ενός από τους πιο αφοσιωμένους λάτρεις της πατρίδας μας, των ανθρώπων της και των αινιγμάτων της. Πόσες αντιθέσεις χωρούν στην κόγχη μιας συνάντησης; Είμαστε στο Peros και τροφοδοτούμε αυτή τη συζήτηση με μια σόδα για τον Μιχάλη και μια Coca-Cola light για μένα. Λογαριασμός: 8 ευρώ.
Πηγή: kathimerini.gr
(Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ)