Κείμενο -Φωτογραφίες: Γεωργιος Χουστουλακης
Δεν υπήρχε μέρος στη Κρήτη, και κυρίως στα χωριά, που να μη νιώθουν οι άνθρωποι, απέραντη ζεστασιά και ευχαρίστηση, όταν σμίγανε μεταξύ τους και κάνανε μια καλά καλή παρέα!
Η χαρά στο πρόσωπο τους, ήταν εμφανής όταν σήκωναν το ποτηράκι να “σκουντρίξουν”, όπως το έλεγαν, μεταξύ τους!
Ήταν λες να ήταν έτοιμοι να δεχθούν την ”Θεία Μεταλάβωση”! Γελούσαν μέχρι και τα μουστάκια τους!
Το κρασάκι, ήτανε, λέγανε, ευλογία, και το βλέπανε αυτό και στον ίδιο τον παπά του χωριού, που δεν έχανε ούτε ο ίδιος την ευκαιρία, να πιεί και εκείνος διο τρία ποτήρια, στο συχωρεμό του Μακαρήτη!
Το κρασάκι έλυνε διάφορες!
Το ”το ποτηρι” όμως αυτό, που έπιναν στην παρέα, ήταν πολλές φορές και η βασική αιτία, να λυθούν και πολλά καθημερινά προβλήματα των ανθρώπων, που ενίοτε είχανε συσσωρευτεί.
Τα προβλήματα αυτά, όπως κάποιες παραξενιές κάποιων, τυχόν παρεξηγήσεις, κάποιες διαφορές, ενίοτε είχαν πάρει τον ”κακο δρομο”, και κάποιοι άνθρωποι, δεν έλεγαν ούτε “καλημέρα”!
Ένα ποτήρι κρασί, ήταν αρκετό να κάμει ευάλωτη τη δυσαρέσκεια, τη ψυχρή σχέση, και την κακοδιάδεση δυο ανθρωπων, γιατί έκανε το μυαλό πιό καθαρό, ώστε να μπορεί να κάνει το μεγάλο βήμα μπροστά!
Με το κρασάκι σαν αφορμή, ήταν η βασική αιτία, να καρποφορήσουν νέες διαθέσεις, και οι μεσολαβητές όπως και στους σασμούς, να κάνουν κι εδώ καλά τη δουλειά τους, να φέρνουν και πάλι ένα αίσιο αποτέλεσμα, ώστε τελικά να φιλιώσουν διό άνθρωποι! Το ίδιο και για τυχόν προξενιά, σε τυχόν αγοραπωλησίες και σε χίλιες άλλες δυο περιπτώσεις.
Το ποτηράκι με το κρασάκι, έδινε το απαραίτητο θάρρος στην παρέα, να λυθεί η γλώσσα, και να αρχίσουν, ας πούμε, τα πεναίδια για τον γιό ή την κόρη, και έτσι, μεταξύ σοβαρού και αστείου, να κάνουν το πρώτο ξεκίνημα και ένα πρώτο βήμα!
Να δείξουν έστω στην τάδε οικογένεια την συμπάθεια τους!
Έτσι από τα αστεία, ξεκίναγαν σιγά σιγά και τα πιο σοβαρά, και πράγματι, έτσι κατάφερναν και σμίγανε τα παιδιά τους!
Στο καφενείο
Όταν έμπαινε κάποιος στο καφενείο, “κέρασε τονε” φώναζαν δυνατά κάποιοι, κυρίως από την παρέα του, που καμιά φορά, το είχαν κιόλας στρώσει, και του φώναζαν να πάει κι αυτός κοντά τους, για να πιεί ένα ποτηράκι.
Έτσι, δίνανε τιμή και αξία ο ένας προς τον άλλο!
Αυτήν όμως την τιμή και την αξία, την ήθελαν όλοι οι μερακλήδες στα καφενεία.
Για αυτό, υπήρχε και ο άγραφος νόμος, που έλεγε:
“Δεν σε κερνώ για να μ’ αγαπάς, αλλά σε κερνώ για να με κερνάς”!
Αλίμονο να μπεις στο καφενείο, κι ο άνθρωπος που πριν εσύ έχεις κεράσει τόσες φορές, τον έχεις τιμήσει Δηλαδή, τώρα να είναι βουβός, και να κάνει το κορόιδο!
Αν όμως γινόταν το αντίθετο, εσύ έμπαινες στο καφενείο, και όλο το μαγαζί να φωνάζει: ”Κέρασε τονε”! Εσυ πλέον ένιωθες καταξιωμένος
Μα και ένας αγχωμένος σύζυγος, με τις σκοτούρες για τα οικονομικά του, που όλο και τον απασχολούν περισσότερο , που δεν βρήκε δουλειά, ντουχιουντίζει πως θα τα βγάλει πέρα.
Παει στο καφενείο, κι αμέσως οι άλλοι τον παίρνουν χαμπάρι!
Εκείνος βέβαια, τους λέει το πρόβλημα του, καθότι το καφενείο ειναι και κατά κάποιον τρόπο, και εξωμολογητήριο!
Οι συνθήκες εκείνες τις εποχές ήταν δύσκολες, και τα μεροκάματα βρισκόταν στα χέρια των λίγων.
-Μανώλη ίντα “χεις και κατέβασες τη προβοσκίδα;
-Αφραγκίες Κωστή, ίντα θες να ‘χω;
-Έκειονά μπρέ σε ντουχιουντίζει; Για σίμωσε κοντά, και πιες ένα δύο κρασάκια, και να ιδεις, πως θα ….τοκίζεις παράδες!
Όπως και κατά τας γραφάς, ο οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπων, αν μη τι άλλο, το κρασάκι δίνει φτερά στο άνθρωπο!
Έτσι και ο Μανώλης, ήπιε πράγματι δύο τρία κρασάκια, έφτιαξε η διάθεση του, και γύρισε στο σπίτι, και όλα μέλι γάλα!
Η παρέα στο σπίτι
Μεγάλη χαρά ένιωθαν, όταν “τρακάρανε” στο δρόμο μια ανδροπαρέα, και καταλήγαμε μετά να σε πο λίγο στο καφενείο, η σε σπίτι! Ακόμα πιο ωραία αν ήταν καλοκαιράκι, και το τραπέζι έξω στην αυλή, κάτω από τη μουριά!
Στο τραπέζι τους, απαραίτητο το μισοκαδιάρικο γυάλινο μπουκάλι κρασί, με μεζέ το βρίσκούμενο, για να συνοδεύουν με αυτό ο,τι τυχόν συζητάνε, από σοβαρά θέματα, μέχρι αμπελοφιλοσοφίες, χωρατά και πειράγματα!
Ένα κρασάκι βέβαια για τους άνδρες, ποτέ δεν ήταν αρκετό, επακολουθούσαν και άλλα!
Όταν ερχόταν παρεάκι στο δικό μας σπίτι, όταν εγώ ήμουν μικρός, μου έδινε ο πατέρας το μισοκαδιάρικο μπουκάλι’, και μου ‘λεγε:
-Πετάξου παιδί μου μέχρι του Παναγιο το μπακαλικο, και πε του να σου γεμώσει το μπουκάλι κρασί, άλλα να του πεις “απο το καλό”!
Και γειάε, να πας και να ‘ρθεις γερά – γερά αστραπή!
Οι γεροντότεροι του χωριού, το κρασάκι το είχαν πια σε καθημερινή βάση, και δύσκολα ”λειτουργούσαν” αν δεν έπιναν κάτι τι στην παρέα, έστω ένα ρακάκι, ένα κρασάκι επειδή όπως λέγανε ”στέγνωνε το στόμα τους”!
Έτσι οι πολύ γέροι, γινόταν πιο ζωηροί και πιο νταβραντισμένοι μετά από ένα δύο ποτηράκια κρασί!
Οι ευχές επάνω στο κρασί
Πολλές και αμέτρητες οι ευχές του κρασιού,
και ανα περίπτωση διαφορετικές.
Άλλες είχαμε στην γέννα, άλλες στην βάφτιση, άλλες στον γάμο, κι άλλες στις κηδείες.
Άλλες έκαναν στις επισκέψεις στο σπίτι, ή στο αντάμωμα κάπου έξω.
Στο σπίτι, έτρωγε όλη μαζί η οικογένεια το μεσημέρι η το βράδυ, και το κρασί ήταν απαραίτητο! Όπως ελεγε και η γιαγιά μου, το κρασί “είναι ξένη δύναμη”!
Στο τραπέζι έπιναν και οι γυναίκες ένα μονάχα ποτήρι, καθώς και τα παιδιά όλα, μικρά και μεγάλα, σχεδόν υποχρεωτικά!
”Κάνει αίμα” έλεγε η μάνα, ή ”καθαριζει το αίμα”, ή έλεγε πως το κρασάκι ”κάνει κόκκινα μάγουλα”!
Δίνανε ακόμα και του μωρού, να βρέξει λιγάκι τη γλώσσα του, κι αυτό ξερογλυφόταν χαμογελώντας πονηρά, δείχνοντας πόσο του άρεσε!
”Τσία”! Φωνάζανε οι μεγάλοι όταν σκουντρούσαν τα ποτήρια, “τσιγία’!’ έλεγε και το παιδάκι, που σκουντρούσε το ποτήρι!
”Ο Θιός να μας ε -ξεμιστεύγει”, έλεγε μια ευχή το άλλο κοπέλι, που του έμαθε ι πατέρας του.
” Ο Θιος να μας ε δίδει την υγεία μας”! Συνηθισμένη κι αυτή ευχή για την οικογένεια.
”Μετσυγεία σου!” Έλεγαν όλοι στο τέλος, σε όποιον έπινε το κρασί!.
Κρασί έπιναν και στο χωράφι.
Αν κάποιος έκανε δουλειές στο χωράφι, έσπερνε, όργωνε, θέριζε ή, έβγαζε πατάτες, μόνος η μαζί με την οικογένεια του, κάποια στιγμή θα σταματήσουν όλοι για να φάνε.
Αν τώρα πιό κάτω, βρισκόταν κι άλλοι χωριανοί η κοντοχωριανοί, που έκαναν κι εκείνοι αγροτικές δουλειές, η αν ήταν βοσκοί που έβοσκαν τα πρόβατα τους, τους φώναζαν να σιμώσουν να πιουν κι αυτοί ένα κρασάκι!
Αυτοί συνήθως πήγαιναν κοντά, έπιναν το κρασί τους με την κλασσική ευχή: ”Καλά διάφορα στοι κόπους σας”!
Τα ”διάφορα” που έλεγαν, εννοούσαν, να έχουνια καλή διάφορα, όπως λέμε σήμερα, αυτό που θα κάνει τη διαφορά, δηλαδή ένα καλό αποτέλεσμα, με μια καλή σοδειά και καλά κέρδη.
Ακόμα έλεγαν: ”Πάντα στα κερδισμένα οι κόποι σας”, ή “Πάντα με το καλό να σμίγωμε” ”καλή δύναμη”, και χίλιες δύο άλλες ευχές!
Όπως και να ‘ναι, το ένα ποτήρι κρασάκι ήταν θαυματουργό, ακόμα και σήμερα δεν λείπει από το τραπέζι στα περισσότερα σπίτια.
Σε κανένα τραπέζι βέβαια, όπου έπιναν κρασάκι, δεν αρνήθηκε ποτέ η παρέα, ακόμα και μια αναμνηστική φωτογραφία…
Τελειώνω με ένα στιχάκι δικό μου.
“Ένα κρασάκι είν’ αρκετό
σε καθαρό ποτήρι
να μην χαλά ο άνθρωπος,
κάθε καρδιάς χατίρι”!