Μετὰ κλάδων νοητῶς, κεκαθαρμένοι τὰς ψυχάς, ὡς οἱ Παῖδες τὸν Χριστόν, ἀνευφημήσωμεν πιστῶς, μεγαλοφώνως κραυγάζοντες τῷ Δεσπότη, Εὐλογημένος εἶ Σωτήρ, ὁ εἰς τὸν Κόσμον ἐλθών, τοῦ σῶσαι τὸν Ἀδάμ, ἐκ τῆς ἀρχαίας ἀρᾶς, πνευματικῶς γενόμενος φιλάνθρωπε, νέος Ἀδὰμ ὡς εὐδόκησας, ὁ πάντα Λόγε, πρὸς τὸ συμφέρον, οἰκονομήσας δόξα σοι.
(Κάθισμα – Ήχος δ΄)
Ο Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα «επί πώλον όνου». Πορεύεται και οι Ισραηλίτες τον υποδέχονται με τιμές ως Βασιλιά. Εκείνος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές, δεν περιορίζεται στο πανηγύρι, στην πρόσκαιρη δόξα, αλλά προχωρεί στο σταυρό και την Ανάσταση.
Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου. Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει και θα θανατωθεί στο σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη ζωή.