«Ο απερίγραπτος λόγος του Πατρός, εκ σού Θεοτόκε περιεγράφη σαρκούμενος και την ρυπωθείσαν εικόνα εις το αρχαίον αναμορφώσας τω Θείω κάλλει συγκατέμειξεν. Αλλ΄ ομολογούντες την σωτηρίαν, έργω και λόγω ταύτην ανιστορούμεν» .
Μέσα στις λίγες γραμμές του ύμνου αυτού, ευρίσκεται όλη η θεολογία του μυστηρίου της θείας ενανθρωπίσεως, δια της Θεοτόκου , αλλά και η θεολογία της σημερινής εορτής.
Η Εκκλησία, πηγή και χορηγός πάσης δωρεάς και παντός αγαθού, καλεί σήμερα τους πιστούς εις αγιασμό και ομολογία πίστεως. Ομολογία πίστεως δια των έργων, των λόγων και των συμβόλων. Με την ψυχή και το σώμα, με το πνεύμα και την ύλη. Ομολογία πίστεως δια των ιερών εικόνων.
Τίποτα μέσα στην εκκλησία δεν είναι τυχαίο. Τίποτα δεν είναι χωρίς λόγο, ή χωρίς σημασία. Ούτε ιώτα έν ή μία κεραία. Και επειδή τα πάντα μέσα στην εκκλησία την του ανθρώπου απεργάζονται σωτηρίαν, όλοι οι μακάριοι Πατέρες και άγιοι, ανάλωσαν την ζωή τους για να μας παραδώσουν αλώβητο την πίστη και τα δόγματα.
Στην ιστορία της εκκλησίας υπάρχουν πάμπολλοι αγώνες με κάθε λογής αιρέσεις και πλάνες. ΄Ετσι έγινε για άλλη μια φορά και τον 8ο αιώνα. Αιρετοί, κυρίως δε Μανιχαίοι και Παυλιανοί, εκμεταλλευόμενοι τις τάσεις για αντιπαραδοσιακές μεταρρυθμίσεις των Αυτοκρατόρων Λέοντος Γ΄ του Ισαύρου και Κωνσταντίνου του Ε΄ του και Κοπρωνύμου επονομαζόμενου, επηρέασαν τους εν λόγω αυτοκράτορες, μεγαλοποιούντες περιορισμένες καταχρήσεις των ιερών εικόνων από ελάχιστους και έτσι εξεδόθη το 726 το πρώτο διάταγμα για την καταστροφή όλων των εικόνων που επίσης απαγόρευε την προσκύνηση και τις δεήσεις προς τους αγίους.
116 χρόνια με κάποιες διακοπές, κράτησε η μεγάλη αυτή αναταραχή που συγκλόνισε το πλήρωμα της εκκλησίας. Κατά την περίοδο αυτή ύψωσαν τη φωνή και το ανάστημά τους οι μεγαλύτερες πνευματικές προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιος, ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Ρώμης Αδριανός και πολλοί άλλοι.
Διά της θεολογίας των κατενοήθη η πλάνη των εικονομάχων και κατέστη δυνατή η σύγκλυσης της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787) που με την τελική επικύρωση των αποφάσεών της υπό της ενδημούσης Συνόδου της 14ης Μαρτίου του έτους 843, καταδικάσθηκαν οι εικονομάχοι ως αιρετικοί και επικίνδυνοι για την υπόσταση της Εκκλησίας του Χριστού.
Υποστηρίζοντας οι εικονομάχοι το «ανεικόνιστον» του Θεού, υποτιμούσαν και αμφισβητούσαν την ιστορική ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού. Από αυτήν την πλάνη, ξεκινώντας η Εκκλησία, κηρύττει δια στόματος Μακαρίου Χρυσοκεφάλου: «Ο εωράκαμεν μαρτυρούμεν, καθ΄ό εθεασάμεθα τοις οφθαλμοίς ημών και αί χείρες ημών εψηλάφησαν τούτο και εν εικόνι προσκυνούμε και ζωγραφούμεν της ανθρωπότητος το ορώμενον…». Διακηρύσσεται δηλαδή η δυνατότητα εικονογραφήσεως του Χριστού ακριβώς διότι ενηνθρώπησε και προσέλαβε την ανθρώπινη φύση πραγματικά και όχι φανταστικά. Στην υπόσταση του Λόγου ενώθηκαν αχωρίστως και αναλλιώτως η θεία και η ανθρώπινη φύση, το κτιστό τε και άκτιστον, το ορατόν και το αόρατον.
Ο ΄Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον Λόγο του περί των εικόνων λέει χαρακτηριστικά:
«… επειδή μερικοί μας επικρίνουν που προσκυνούμε και τιμούμε την εικόνα του Χριστού και της Δέσποινάς μας καθώς και των λοιπών αγίων, ας μάθουν λοιπόν, ότι από την αρχή ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατά την εικόνα Του. Είμαστε δημιουργήματα κατ΄εικόνα Θεού και όπως λέγει ο γνώστης των Θείων, Βασίλειος, η τιμή της εικόνας περνά προς το πρωτότυπο. Κανείς δεν μπορεί να κάνει ομοίωμα του αοράτου και απεριγράπτου Θεού. Γι αυτό και στην Παλαιά Διαθήκη δεν είναι συνηθισμένη η χρήση των εικόνων. Επειδή όμως αληθινά ο Χριστός έγινε άνθρωπος και τοις ανθρώποις συνανεστράφη και θεάθηκε από τους ανθρώπους, εικονίστηκε για να υπενθυμίζει και να διδάσκει εμάς που δεν ήμασταν παρόντες….»
«…Ου την αόρατο εικονίζω θεότητα, αλλ΄εικονίζω Θεού την οραθείσα σάρκα…» διακηρύσσει. Η σκιά του νόμου παρήλθε, τώρα υπάρχει ένα πρότυπο που εξασκεί πραγματική δύναμη πάνω στους ανθρώπους. Ο Χριστός. Ο οποίος και μετά την Ανάσταση δεν εγκαταλείπει τον άνθρωπο, γι αυτό και ο ιερός Δαμασκηνός προτρέπει: «χάρατε του Χριστού την άφατον συγκατάβασιν, την εκ Παρθένου γέννηση. Πάντα γράφε και λόγω και χρώμασι….».
Η εικόνα θεολογεί, κηρύττει. Η ίδια αλήθεια η οποία διετυπώθη δογματικώς υπό των ιερών Συνόδων και των Πατέρων, ιστορείται και εικονικώς υπό των ιερών αγιογράφων.
΄Ετσι, όταν ο ΄Αρειος αμφισβητούσε τη Θεότητα του Λόγου, τα γράμματα Α και Ω , σύμβολα της αιωνιότητος του Θεού, τοποθετούνται αριστερά και δεξιά της εικόνος του Χριστού. Το δόγμα του ομοουσίου της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, δηλώνεται με τη λέξη ο ΩΝ.
΄Οταν αργότερα ο Νεστόριος αρνείται τον τίτλο της Θεοτόκου, εικονογραφείται η Παναγία ως Πλατυτέρα και όταν αμφισβητείται η Παρθενία Της τοποθετούνται οι αστερίσκοι πάνω στα ιμάτιά Της.
Το ίδιο ισχύει και για τις εικόνες των αγίων. Οι άγιοι είναι Χριστοί κατά χάριν. Αγιάζονται και αγιάζουν. Και το βεβαιώνει με τρόπο αναντίρρητο ο ΄Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς:
«Θεοειδείς γενόμενοι οι άγιοι μετέχουσι Θεού. Μη μετέχοντες μόνον αλλά και μεταδιδόντες…». Να γιατί η εικόνα δεν είναι απλή ζωγραφιά ούτε αναπαράσταση γεγονότων. Αν έμενε στο επίπεδο αυτό του θρησκευτικού πίνακα η εικόνα, θα μας άφηνε μέσα στη φυλακή του κτιστού κόσμου που τόσο καλά γνωρίζομε μετά την πτώση.
Η Ορθόδοξη εικονογραφία μας είναι μαρτυρία νίκης κατά του θανάτου από τον αρχηγό της Ζωής. Η εικόνα είναι ζωηφόρος παρουσία. Μας φέρνει στον μεταμορφωμένο κόσμο όπου όλα βρίσκονται μέσα στο κράτος και την αγιαστική χάρη του ουδέ αρξαμένου ουδέ παυσομένου Πνεύματος. Η εικόνα δεν είναι απλό έργο τέχνης, αλλά αναφαίρετο και ιερό Λειτουργικό σκεύος που αγιάζει τον άνθρωπο και τον φέρνει σε άμεση σχέση με την χάρη και την υπόσταση του εικονιζομένου αγίου. « Η εικών προς το αρχέτυπον και ένεστιν και οράται και προσκυνείται..,» , τονίζει ο ΄Αγιος Θεόδωρος Στουδίτης Η εικόνα έρχεται από μακρυά (εικών απαράλακτος του ΄Οντος) και οδηγεί μακρυά, στην κατάσταση την πέραν από τα νοούμενα. Είναι συνέπεια και καρπός της Σαρκώσεως του Θεού Λόγου και μαρτυρία και οδηγός της θεώσεως του ανθρώπου. Η εικόνα είναι ύλη αλλά δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Είναι προσφορά εκ των του Θεού, όπως αναφωνεί ο Δαυίδ πάνω από τα συναθρισθέντα υλικά για το χτίσιμο του ναού: «ότι σά πάντα και εκ των Σών Σοί δεδόκαμεν…». Η εικόνα δεν παριστά σάρκα. Παριστά το σώμα, την καινή κτίση την μεταμορφωμένη από τον Χριστό.
Λατρεύομε δηλαδή το σώμα, την κτίση και την ύλη;;;;;
«Μή γένοιτο», αναφωνεί ο ΄Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ού προσκυνώ των ύλη, προσκυνώ δε τον της ύλης δημιουργόν, τον ύλη δι΄εμέ γενόμενον, και εν ύλη κατοικήσαι καταδεξάμενον και δι΄ύλης την σωτηρία μου εργασάμενον και σέβων ού παύσομαι την ύλην, δι΄ής ή σωτηρία μου ήργασται…». Και εις τον Β΄ Λόγον του προσθέτει: « Σέβω δε την ύλη και προσκυνών αυτήν ούχ ως Θεόν αλλ΄ως θείας ενέργειας και χάριτος έμπλεον ….».
Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν αποδέχεται τον χωρισμό ιερού και κοσμικού. Βεβαιώνει και κηρύττει ότι ο Θεός είναι δημιουργός παντός ορατού και χρησιμοποιεί κάθε τι υλικό προς δόξαν Θεού. Χρησιμοποιεί την ύλη για να φανερώσει την Παρουσία της Βασιλείας του Θεού. Με την Ενανθρώπηση του Κυρίου ΄Ιησού Χριστού, και αυτή η ύλη μέσα στην εκκλησία αγιάζεται. «.. εκαθάρθη ό ουρανός, εκαθάρθη δε και η γή…ελθών ο Χριστός και της πόλεως έξω παθών , πάσα η γή γέγονε αγία…» λέγει ο ΄Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Ούτε και το σώμα είναι απλό ένδυμα της ψυχής όπως δίδασκαν οι πλατωνικοί των οποίων φορέας της διδασκαλίας υπήρξε εκατοντάδες χρόνια αργότερα ο Βαρλαάμ. Και στην περίπτωση τη Βαρλαάμ όπως και στην εικονομαχία έχομε την απόδοση του δυαδισμού χάριτος και φύσεως. Με αποτέλεσμα να φτάσομε στις Παλαμικές Συνόδους τον 14ο αιώνα, που καταδίκασαν τις διδασκαλίες του Βαρλαάμ ως αιρετικές (1341) και να συμπληρωθεί το Συνοδικό της Ορθοδοξίας με την ησυχαστική διδασκαλία (1352) επί Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο οποίος διακήρυττε ότι και το σώμα μετέχει στην εμπειρία της θεώσεως και αγιάζεται, ως ναός του εν Ημίν οικούντος αγίου Πνεύματος.
Ο Κύριος λέει: εγώ ειμί το φως του κόσμου. Και όπως διδάσκει ο ΄Αγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, το φως φωτίζει το σκοτάδι και στις καρδιές μας και στο μυαλό μας. Ομιλεί, Ενεργεί, Ζεί. Ζωοποιεί και μεταβάλλει σε φως αυτούς που φωτίζονται απ΄αυτό. ΄Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού. Μέσα στην Εκκλησία όλα μεταμορφώνονται και επιτυγχάνεται η προπτωτική αρμονία ανθρώπου-κόσμου. Αιώνες τώρα η Εκκλησία αγωνίζεται και μας παραδίδει πάσαν την αλήθεια. Αλώβητο και ακεραίαν. Και υπενθυμίζει σε μας το του Αποστόλου Παύλου : στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις.
΄Ετσι ζουν οι πιστοί μέσα στην Εκκλησία. Μέσα στη χάρη. Και όλοι ευλογούνται και όλοι μαζί κηρύσσουν «Χριστόν τον αληθινό Θεόν ημών και τους Αυτού αγίους εν λόγοις τιμώντας, εν συγγραφαίς, εν νοήμασιν, εν ναοίς, εν εικονίσμασι» και εύχονται: απάντων, των του Χριστού φίλων , Αιωνία η μνήμη. Αμήν!
π. Σ. Α