Του Σωκράτη Αργύρη
«λέγουσι μὲν σοφοὶ παρ’ Ἕλλησι, κρίνουσι δ’ οἱ ἀμαθεῖς»
– Πλούταρχος, Σόλων 6,1
[Στους Έλληνες μπορεί μεν να μιλάνε οι σοφοί, αλλά τις τελικές αποφάσεις τις παίρνουν οι άσχετοι.]
Την ερχόμενη Κυριακή θα αναδειχτεί ένας ακόμα νέος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέλους της ΕΕ και της Ευρωζώνης αλλά ακόμα διχοτομημένης.
Οι Κύπριοι ψηφοφόροι στον β’ γύρο θα αποφασίσουν ποιός θα τους 2 εκπροσώπους των πολιτικών σχηματισμών των, θα εκπροσωπεί την Κυπριακή Δημοκρατία για τα επόμενα 5 χρόνια, που μέχρι το 2019 δεν υπήρχε όριο επανεκλογής του Προέδρου και έκτοτε το ανώτατο όριο είναι 2 μόνο θητείες, με την ελπίδα λύσης και του Κυπριακού ζητήματος, που είναι ένα θέμα που άφησε άλυτο η βρετανική αποικιοκρατική πολιτική μέσα στα πλαίσια του Ανατολικού ζητήματος.
Αν γίνει όμως μία δημοσκόπηση με συγκεκριμένες ερωτήσεις για αυτό το θέμα, αμφιβάλλουμε αν θα υπάρχει ένα ικανοποιητικό ποσοστό σωστών απαντήσεων όσον αφορά για το πώς και το γιατί έχουμε φτάσει ως εδώ.
Επίσης διαχρονικά έχει αποδειχθεί ότι ούτε οι πολιτικοί ως διαπραγματευτές δεν έχουν ένα μπούσουλα για το πώς και τί θα διαπραγματευθούν και ειδικά όταν υπάρχουν και άλλες πλευρές που παρεμβαίνουν άλλοτε φανερά και άλλοτε με μυστική διπλωματία.
Γιατί το Κυπριακό ενώ για την δική μας πλευρά, θα έπρεπε να ήταν θέμα εισβολής και κατοχής μετά το 1974 [γιατί πριν το 74 ήταν άλλο το θέμα], για το επίσημο Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών είναι θέμα δικοινοτικό [και με αυτόν τον τρόπο ουσιαστικά δίνεται συγχωροχάρτι τόσο στην χούντα του Ιωαννίδη όσο και στην πραξικοματική κυβέρνηση Σαμψών-ΕΟΚΑ β’] και μάλιστα με την Κυπριακή Δημοκρατία ως εκλιπούσα, όρος που καθιερώθηκε μετά από την συμφωνία Αναστασιάδη – Έρογλου την 11η Φεβρουαρίου 2014 δηλαδή την παράδοση της κρατικής υπόστασης της Κύπρου στην «ισότιμη τουρκική συγκυριαρχία».
Διαβάζουμε στον ιστότοπο του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών την επίσημη θέση της χώρας:
[…] Οι δικοινοτικές συνομιλίες ξεκίνησαν εκ νέου με την Κοινή Διακήρυξη της 11ης Φεβρουαρίου 2014. Μεταξύ άλλων, η Κοινή Διακήρυξη προβλέπει διαπραγμάτευση εφ’ όλων των διαφόρων πτυχών του κυπριακού προβλήματος, περιλαμβανομένων των ενοτήτων διακυβέρνησης και καταμερισμού αρμοδιοτήτων, του περιουσιακού, θεμάτων Ευρωπαϊκής Ένωσης και οικονομίας, του εδαφικού και της διεθνούς πτυχής της ασφάλειας. Η Διακήρυξη, προβλέπει επίσης, ρητά, ότι μόνο μία συμπεφωνημένη λύση μπορεί εν συνεχεία να τεθεί προς έγκριση σε χωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα των δύο κοινοτήτων και ότι «οποιασδήποτε μορφής επιδιαιτησία αποκλείεται».
Καλό όμως θα ήταν να διαβάζαμε τι έχει συμφωνηθεί στο κείμενο της 11ης Φεβρουαρίου 2014 για να δούμε ότι κάτι θέλει να κρύψει η επίσημη ελληνική διπλωματία, διαφορετικά θα την είχαν αναρτήσει αυτούσια:
Κοινή Διακήρυξη των ηγετών των δύο κοινοτήτων 11/02/2014:
«Οι δυο ηγέτες [Νίκος Αναστασιάδης & Ντερβίς Έρογλου] είχαν την πρώτη τους συνάντηση σήμερα υπό την αιγίδα της αποστολής των καλών υπηρεσιών του Γ.Γρ. των Ηνωμένων Εθνών. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε σε φιλικό και εγκάρδιο κλίμα και οι δυο ηγέτες συμφώνησαν στα ακόλουθα:
1. Η παρούσα κατάσταση είναι απαράδεκτη και η παράτασή της θα έχει αρνητικές συνέπειες για τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους. Οι ηγέτες επιβεβαίωσαν ότι η διευθέτηση θα έχει θετική επίδραση σε ολόκληρη την περιοχή και πρωτίστως θα επωφελούνται οι Τουρκοκύπριοι και οι Ελληνοκύπριοι. Η διευθέτηση χαρακτηρίζεται από σεβασμό στις δημοκρατικές αρχές, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες, καθώς και στη ξεχωριστή ταυτότητα και την ακεραιότητα αμφοτέρων, διασφαλίζοντας το κοινό τους μέλλον σε μια ενωμένη Κύπρο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Οι ηγέτες εξέφρασαν την αποφασιστικότητά τους να επαναρχίσουν δομημένες διαπραγματεύσεις με τρόπο που να οδηγεί σε αποτελέσματα. Όλα τα άλυτα βασικά θέματα θα είναι στο τραπέζι και θα συζητηθούν αλληλένδετα. Οι ηγέτες θα έχουν ως στόχο να φθάσουν σε διευθέτηση το συντομότερο δυνατό και ακολούθως να πραγματοποιήσουν χωριστά και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα.
3. Η διευθέτηση θα βασίζεται σε Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία με Πολιτική Ισότητα, όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου. Η ενωμένη Κύπρος, ως μέλος των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα έχει μια και μόνη διεθνή νομική προσωπικότητα και μια και μόνη κυριαρχία, η οποία καθορίζεται ως η κυριαρχία που απολαμβάνουν όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών δυνάμει του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και η οποία προέρχεται εξίσου από Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Θα υπάρχει μια και μόνη κυπριακή ιθαγένεια, που θα ρυθμίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία. Όλοι οι πολίτες της ενωμένης Κύπρου θα είναι ταυτόχρονα πολίτες είτε της ελληνοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας είτε της τουρκοκυπριακής συνιστώσας πολιτείας. Αυτή η ιδιότητα θα είναι εσωτερική και θα συμπληρώνει, και δεν θα υποκαθιστά με οποιονδήποτε τρόπο, την μια και μόνη κυπριακή ιθαγένεια.
Οι εξουσίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, καθώς και θέματα που είναι σαφώς σχετικά με τις καθορισμένες αρμοδιότητές της, θα προσδιορίζονται από το σύνταγμα. Το Ομοσπονδιακό σύνταγμα θα προνοεί επίσης ότι το κατάλοιπο εξουσίας θα ασκείται από τις συνιστώσες πολιτείες. Οι συνιστώσες πολιτείες θα ασκούν πλήρως και οριστικά όλες τις εξουσίες τους, χωρίς παρεμβάσεις από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι δεν θα παρεμβαίνουν στις νομοθεσίες των συνιστωσών πολιτειών που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των συνιστωσών πολιτειών και οι νομοθεσίες των συνιστωσών πολιτειών δεν θα παρεμβαίνουν στους ομοσπονδιακούς νόμους που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Οποιαδήποτε διαφορά σε σχέση με τα πιο πάνω θα εκδικάζεται τελεσίδικα από το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο. Καμιά από τις δυο πλευρές μπορεί να διεκδικεί εξουσία ή δικαιοδοσία από την άλλη.
4. Η Ενωμένη Κυπριακή Ομοσπονδία [ΕΚΟ] θα προκύψει από τη λύση μετά από την έγκριση της διευθέτησης σε χωριστά ταυτόχρονα δημοψηφίσματα. Το Ομοσπονδιακό σύνταγμα θα ορίζει ότι η Ενωμένη Κυπριακή Ομοσπονδία θα αποτελείται από δυο συνιστώσες πολιτείες με ισότιμο καθεστώς. Η δικοινοτική, διζωνική φύση της ομοσπονδίας και οι αρχές πάνω στις οποίες εδράζεται η ΕΕ θα διασφαλίζονται και θα γίνονται σεβαστές σε όλη την επικράτεια. Το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα θα αποτελεί τον ανώτατο νόμο της χώρας και θα δεσμεύει όλες τις εξουσίες της ομοσπονδίας και των αρχών των συνιστωσών πολιτειών. Η ένωση της ομοσπονδίας ή μέρους αυτής με οποιαδήποτε άλλη χώρα ή η οποιασδήποτε μορφής διχοτόμηση ή απόσχιση ή οποιαδήποτε άλλη μονομερής αλλαγή στην κατάσταση πραγμάτων θα απαγορεύεται.
5. Οι διαπραγματεύσεις βασίζονται στην αρχή πως τίποτε δεν έχει συμφωνηθεί μέχρι να συμφωνηθούν όλα.
6. Οι διορισμένοι εκπρόσωποι έχουν πλήρη εξουσία να συζητούν οποιοδήποτε θέμα σε οποιαδήποτε στιγμή και πρέπει να απολαμβάνουν παράλληλη πρόσβαση σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και τα ενδιαφερόμενα μέρη στη διαδικασία, όταν κρίνεται αναγκαίο. Οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων θα συναντώνται όσο συχνά κρίνεται απαραίτητο. Διατηρούν την απόλυτη εξουσία λήψης αποφάσεων. Μόνο μια συμφωνία στην οποία θα καταλήξουν ελεύθερα οι ηγέτες μπορεί να τεθεί σε χωριστά ταυτόχρονα δημοψηφίσματα. Οποιασδήποτε μορφής επιδιαιτησία αποκλείεται.
7. Οι πλευρές θα επιδιώξουν να δημιουργήσουν θετικό κλίμα για να εξασφαλίσουν την επιτυχία των συνομιλιών. Δεσμεύονται να αποφύγουν την απόδοση ευθυνών ή οποιαδήποτε δημόσια αρνητικά σχόλια σχετικά με τις διαπραγματεύσεις. Είναι επίσης προσηλωμένοι στις προσπάθειες να εφαρμοστούν μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης που θα παράσχουν μια δυναμική ώθηση στην προοπτική για μια ενωμένη Κύπρο.»
Αυτό βέβαια που δεν αναφέρεται είναι ότι η εν λόγω Joint Declaration της Τρίτης 11.2.14 και το περιεχόμενο του κειμένου της, ενεργή παρέμβαση είχε η Βικτωρία Νούλαντ του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ που είχε παραστεί αυτοπροσώπως στην σύνταξη της.
Αντί το κείμενο να αναφέρεται στο θέμα των εποίκων, των Βαρωσίων, των εγκλωβισμένων, των αποφάσεων του Δικαστηρίου του Στρασβούργου που δεν υλοποιούνται εκ μέρους της Τουρκίας, των στρατευμάτων του Αττίλα, των εγγυήσεων, το εδαφικό και το μέλλον των αγγλικών βάσεων που θεωρούνται ως κτήσης του Ηνωμένου Βασιλείου, παρανόμως.
Έκτοτε αυτή η Κοινή Διακήρυξη – Joint Declaration – ORTAK AÇIKLAMA, έχει γίνει σημαία εκ μέρους της Τουρκικής διπλωματίας [κατά τα άλλα εμείς μιλάμε απλά ότι είναι θέμα δικοινοτικό το Κυπριακό] που ήταν το κύριο επιχείρημα στο 105σέλιδο έγγραφο της Τουρκίας προς την ΕΕ που παρέδωσαν αυτοπροσώπως 23.6.2014 στον τότε προεδρεύοντα της ΕΕ κ. Βαγγέλη Βενιζέλο ο Αχμέτ Νταβούτογλου και ο Μεβλούτ Τσιαβούσογλου, που ήταν αφορμή να αποστείλει την απαράδεκτη Ρηματική Διακοίνωση το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας στο αντίστοιχο Kυπριακό, μέσω της οποίας έκφραζε τη δυσαρέσκειά του για τον τρόπο που «ενήργησε» η ευρωβουλευτής του ΔΗΣΥ, Ελένη Θεοχάρους, επειδή έκανε λόγο για απαράδεκτη αδράνεια από μέρους της ΕΕ και ειδικότερα του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών, Ευάγγελου Βενιζέλου, σχετικά με το έγγραφο της Άγκυρας, στο οποίο αναφερόταν «ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι εκλιπούσα».
Αυτή την κοινή Διακήρυξη επικαλέστηκε η Τουρκία επίσης στη γραπτή ανακοίνωση του τουρκικού υπ.Εξ., διά της οποίας κατηγορείται η «κυπρο-ρωμιών πλευρά» (Κκούπρους Ρουμλάρ) ότι διαστρέβλωσε την ανακοίνωση του ΟΗΕ για τη συνάντηση Γκουτέρες με τους Αναστασιάδη – Ακιντζί στη Ν. Υόρκη 4.6.17.
Δυστυχώς το Κυπριακό έχει γίνει ένας προνομιούχος χώρος της Τουρκικής γεωπολιτικής και μιας συνεχούς υποχώρησης της ελληνικής πλευράς, που δυστυχώς ο ελληνικός λαός παραμένει ανενημέρωτος, με ότι συνεπάγεται.
Ένας μεγάλος πολιτικός άνδρας, ο Βάσος Λυσσαρίδης είχε προβλέψει το ελληνικό αδιέξοδο, ίσως γνωρίζοντας ότι οι ΗΠΑ σε συνεργασία με το Ηνωμένο Βασίλειο θέλουν μια λύση πέρα από τον ΟΗΕ, που ως τώρα εμείς αυτή την πολιτική τους ακολουθούμε πιστά έμμεσα ή άμεσα, όπως έχει αποδειχθεί.
Στην ιστορική ομιλία που πραγματοποιήθηκε στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών στη Λευκωσία στις 15 Αυγούστου 1974 αμέσως μετά το πραξικόπημα και την εισβολή των Τούρκων, ο Β. Λυσσαρίδης ανέφερε τα εξής: «Εμείς από παλιά προειδοποιήσαμε πως υπήρχαν συνωμοτικά σχέδια ενάντια στην Κύπρο. Τα σχέδια προνοούσαν υποβιβασμό της κυπριακής Κυβέρνησης σε διοίκηση, εξίσωση διοικήσεων, πολυκηδεμονία με διοικητικό ή άλλο διαχωρισμό το προστάδιο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την Τουρκία για ολοκληρωτική κατάληψη της Κύπρου. Τα σχέδια εκπονήθηκαν από τις αμερικανικές υπηρεσίες, την τουρκική Κυβέρνηση και από την τότε στην εξουσία χούντα. Τώρα, βρισκόμαστε στο στάδιο εφαρμογής αυτών των σχεδίων».
Το 1976, στο βιβλίο του «Οι απροσκύνητοι» γράφει: «Η αποδοχή της ομοσπονδίας δημιούργησε την πρώτη μετάθεση. Η συμφωνία της Βιέννης δημιούργησε νέες συνθήκες διαχωρισμού. Οι προτάσεις του 1975 άνοιξαν το δρόμο στη διζωνική. Με τις τωρινές προτάσεις θα μετατρέψουμε το θέμα σε θέμα ποσοστών και θ’ ανοίξουμε το δρόμο για μελλοντικές υποχρεωτικές παραχωρήσεις. Δε θα οδηγηθούμε σε λύση, παρά θα διευκολύνουμε τους τουρκικούς χειρισμούς για εδραίωση και επέκταση των τετελεσμένων, για ευνουχισμό της διεθνοποίησης, για διαχωρισμό και τελικά για τουρκοποίηση».
Στη Συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου στις 9 Μαρτίου 1977 όπου προήδρευσε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, όπου η πολιτική ηγεσία του τόπου κλήθηκε να αποφασίσει εάν η πολυπεριφερειακή λύση δεν είναι εφικτή, αν θα έπρεπε να αποδεκτούμε τη διζωνική ομοσπονδία, ο μόνος που απέρριψε τη διζωνική εκ μέρους της ε/κ ηγεσίας ήταν ο Βάσος Λυσσαρίδης. Στην ερώτησή, μάλιστα, του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου αν η απόφαση της ηγεσίας θα ήταν θετική, θα έπρεπε να υποβάλαμε και χάρτη εκ μέρους της πλευράς μας, ο Βάσος Λυσσαρίδης ήταν κατηγορηματικός προειδοποιώντας ότι η τ/κ ηγεσία δεν θα έδινε χάρτη, πράγμα το οποίο και έγινε.
Γιατί η διζωνική – δικοινοτική ομοσπονδία [ΔΔΟ] υπήρξε πάγια θέση της Τουρκίας γιατί προφανώς εξυπηρετεί τον στρατηγικό στόχο της που δεν είναι άλλος από την πλήρη τουρκοποίηση της νήσου. Το ότι η ΔΔΟ αποτελεί πάγια εκπεφρασμένη θέση της Τουρκίας φαίνεται και από την έκθεση του ειδικού μεσολαβητή των Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό, Γκάλο Πλάζα, ήδη από το 1963 όπου καταγράφεται η θέση ότι: «H Τουρκία και η τ/κ πλευρά υποστηρίζουν ομοσπονδιοποίηση της Κύπρου στηριζόμενη στον γεωγραφικό διαχωρισμό».
Η εμμονή της ε/κ ηγεσίας στη θέση της για επιδίωξη λύσης στο μοντέλο της ΔΔΟ, το μόνο που κατάφερε και καταφέρνει μέχρι σήμερα είναι είτε κάθε φορά που παρουσιάζεται ένα σχέδιο λύσης να υποχωρεί ένα βήμα περισσότερο ή αν το σχέδιο απορρίπτεται, συντείνει στο να εδραιώνεται η κατοχή.
Όσο και αν στην Ελλάδα και Κύπρο οι πολιτικοί επικαλούνται τις αρχές και αποφάσεις του ΟΗΕ τότε θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το μοναδικό ψήφισμα που βάζει το Κυπριακό στη βάση ως θέματος εισβολής και παράνομης συνεχιζόμενης κατοχής, είναι στο ψήφισμα 37/253 της Γ.Σ του ΟΗΕ του 1983 το οποίο εγκρίθηκε με 103 υπέρ, 5 κατά και 20 αποχές, ποτέ δεν το επικαλούνται, αλλά δυστυχώς όταν τα δύο μεγαλύτερα ελληνικά κόμματα συμφωνούν στη λύση της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας χωρίς να ξέρουμε ξεκάθαρα αν και οι υποψήφιοι Πρόεδροι στην Κύπρο συμφωνούν και καταλαβαίνουν και έχουν εξηγήσει στο εκλογικό σώμα που θα τους ψηφίσει, τι σημαίνει αυτό για την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και για τον κυπριακό ελληνισμό.
Πηγή: grpress.gr