«Οι άνθρωποι που ζουν στη Γόρτυνα της Αρχαιότητας μαθαίνουν στα παιδιά τους τη νομοθεσία σαν τραγούδι, απαγορεύουν την αυτοδικία, σέβονται βασικές ελευθερίες του ανθρώπου και μνημονεύονται για την ευνομία της πόλης τους»!
της Αφροδίτης Γερωνυμάκη*
Κατοικείται από Δωριείς 7000 περίπου χρόνια π.Χ., φτάνει στο απόγειο της ακμής της κατά τα μέσα του 7ου και τον 6ο αιώνα π.Χ., καταστρέφει τη Φαιστό τον 3ο αιώνα π.Χ. και καταλαμβάνει το λιμάνι της, τα Μάταλα. Κυριαρχεί στην εύφορη πεδιάδα της Μεσσαράς, ευνοείται από τους Ρωμαίους, γίνεται πρωτεύουσα της Κρήτης κατά τη Ρωμαϊκή εποχή και θέτει τις βάσεις του Δικαίου με την Μεγάλη Δωδεκάδελτο Επιγραφή της να αποτελεί τον πρώτο αρχαιότατο νομοθετικό κώδικα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αργότερα, κατά την εποχή των διωγμών γίνεται ο τόπος των Δέκα Μαρτύρων ενώ με την επικράτηση του Χριστιανισμού καθίσταται έδρα του πρώτου επισκόπου Κρήτης, Αγίου Τίτου. Η δική μας Γόρτυνα, κάπου ανάμεσα σε Αγίους Δέκα, Μητρόπολη και Αμπελούζο, υπήρξε πρότυπο οργανωμένης πολιτείας και κέρδισε επάξια το ενδιαφέρον σημαντικών ανθρώπων του πνεύματος, συγχρόνων της και μεταγενεστέρων, ενώ αποτέλεσε αντικείμενο πολυάριθμων ερευνών.
Για τη Γόρτυνα γίνεται μνεία και στο έργο του Ομήρου αλλά αξιοσημείωτο είναι πως ο φιλόσοφος Πλάτων στους «Νόμους» του εκφράζει το θαυμασμό του για το πολίτευμα και την ορθή λειτουργία των νόμων. Η θέση, βέβαια, οτι το Δίκαιο αναπτύχθηκε στη Ρώμη είναι ευρέως αποδεκτή και αληθεύει οτι στη χώρα μας οι μελέτες της Ιστορίας και της Νομικής εστιάζουν στις νομοθετικές διατάξεις της Σπάρτης και της Αθήνας αναδεικνύοντας σπουδαίους νομοθέτες όπως ο Λυκούργος, ο Σόλωνας, ο Κλεισθένης κ.α. Ωστόσο, η ανακάλυψη της Επιγραφής της Γόρτυνας έφερε στο φως πλήρη στοιχεία για τα νομοθετικά μέτρα αστικού, οικογενειακού, κληρονομικού δικαίου και πολιτικής δικονομίας. Η αξία της έγκειται αφενός στο γεγονός οτι πρόκειται για το πρώτο συνεχές νομικό κείμενο ινδοευρωπαϊκού λαού και αφετέρου στο περιεχόμενο της που έχει προσφέρει πλούσιο υλικό προς διερεύνηση στις επιστήμες της Γλωσσολογίας, της Ιστορίας, της Αρχαιολογίας, της Νομικής.
Οι νόμοι της Γόρτυνας έφτασαν σ’εμάς χαραγμένοι σε ογκώδεις, πελεκητούς πωρόλιθους με βουστροφηδόν γραφή και χρονολογούνται μεταξύ 6ου και 5ου αιώνα π.Χ. Η «Βασίλισσα των Επιγραφών» όπως χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη από τις γνωστές επιγραφές της αρχαιότητας αποτελείται από δώδεκα στήλες (δέλτους) ύψους 1,75 μ και πλάτους περίπου 0,67-0,69μ και εκτιμάται ότι περιελάμβανε 630-640 περίπου στίχους. Οι λίθοι αυτοί βρίσκονταν σε πολύ κεντρικό σημείο (στην Αγορά ή στο ναό του Πυθίου Απόλλωνος) ως ένα είδος δημοσίευσης που φανερώνει τη μέριμνα της πολιτείας να αποτρέψει την άγνοια σχετικά με τον κώδικα.
Ήταν όντως τόσο βαθιά η επιδίωξη των Γορτύνιων να διαμορφώσουν μια κοινωνία ευνομούμενη; Θέλησαν μήπως να περιορίσουν δυναμικά και οριστικά την τάση των αριστοκρατών-επι κεφαλής να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν τους άγραφους μέχρι τότε νόμους κατά το δοκούν; Την καταφατική απάντηση στα ερωτήματα αυτά έρχεται να επιβεβαιώσει και η εκπαίδευση που παρείχε η πόλη στους νέους.
«Κρητες τους παιδας τους ελευθέρους μανθάνειν πρωτον τους νομους εκελευον μετα τινος μελωδιας ινα εκ της μουσικης ψυχαγωγωνται και ευκολωτερον αυτους τη μνημη διαλαμβανωσι και ινα μη τι των κεκωλυμενων πραξαντες αγνοια πεποιηκεναι απολογιαν εχωσι».
(Αιλιανός, Ποικίλη Ιστορία, Β κεφ 39)
Σύμφωνα με τον Αιλιανό οι Κρήτες έδιναν εντολή τα παιδιά να μαθαίνουν πρώτα τους νόμους με τη συνοδεία κάποιας μελωδίας, αφενός για να ψυχαγωγούνται με τη μουσική και αφετέρου για να τους εντυπώνουν καλύτερα στη μνήμη με σκοπό να μην προβάλουν την άγνοια τους ως αίτιο διάπραξης παράνομων ενεργειών. Η παιδαγωγική αυτή προσέγγιση όχι μόνο συνετέλεσε στην τήρηση των νόμων και την εύρυθμη λειτουργία της πόλης αλλά δημιούργησε τις ιδανικές συνθήκες ώστε να εξοικειωθούν οι μικρότεροι με το ρυθμό και την αρμονία, συνιστώντας έτσι το εφαλτήριο για να καλλιεργηθεί μια άρρηκτη σχέση με τη μουσική. Δεύτερος και τρίτος σε προτεραιότητα στόχος της εκπαίδευσης ήταν η εξύμνηση των θεών και ο έπαινος των αγαθών ανδρών αντίστοιχα, στόχοι που ανταποκρίνονταν στο αίτημα για ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών και για προβολή υψηλών προτύπων.
Τα σημεία εκείνα που θα προκαλέσουν την απορία, την έκπληξη και τον προβληματισμό σε όποιον επιχειρήσει να διαβάσει το περιεχόμενο του περιβόητου κώδικα δεν είναι λίγα και η ερμηνεία τους, η οποία αποτέλεσε «στοίχημα» των ειδικών εκτείνεται σε διατριβές, πραγματείες και επιστημονικά άρθρα. Εντούτοις, αξίζει να σταθεί κανείς έστω σε κάποια ελάχιστα στοιχεία για να ’χει μια ιδέα για τους ανθρώπους που κατοίκησαν εδώ. Μήπως δεν ήταν και αυτοί «γείτονες» μιας άλλης εποχής;
Το πολίτευμα της δωρικής Γόρτυνας ήταν ολιγαρχικό κατά το πρότυπο της Σπάρτης (κατοικήθηκε εξάλλου από αποίκους Δωριείς) αλλά με κάποιες ουσιαστικές διαφορές. Την εξουσία είχαν οι «κόσμοι» ενώ η διαίρεση των κατοίκων ήταν τριμερής: ελεύθεροι, απέταιροι και πολυάριθμοι δούλοι.
Η φράση «παίρνω το νόμο στα χέρια μου» δεν μοιάζει να ξενίζει και τόσο την ακοή μας. Σχετίζεται με περιπτώσεις που κάποιος θεωρεί ότι έχει αδικηθεί και κρίνει ανίκανη τη δικαιοσύνη να επιτελέσει το έργο της ή πρέπει να το κάνει ο ίδιος για λόγους τιμής. Συχνά μάλιστα αφήνεται να εννοηθεί ότι αυτού του είδους η υπεράσπιση έχει κληροδοτηθεί από προηγούμενες γενιές και σχετίζεται με τα ήθη και την παράδοση παλαιότερων εποχών. Ηχηρή αντίφαση συνιστά η νομοθεσία της Γόρτυνας που απαγορεύει ρητά και τιμωρεί την αυτοδικία. Πρόκειται για την πρώτη μορφή αντίληψης ότι η δίωξη του εγκλήματος ανήκει στην Πολιτεία, αντίληψη που εκφράζεται και στο σύγχρονο Ποινικό Δίκαιο.
Οι διατάξεις αφορούν το δικαστικό καθορισμό της προσωπικής κατάστασης ελευθέρου ή δούλου, ποινές για αδικήματα βιασμού και μοιχείας, ρύθμιση περιουσιακών ζητημάτων, δωρεές μεταξύ συζύγων, γέννηση παιδιών μετά το διαζύγιο, γέννηση παιδιών μεταξύ ελευθέρων και δούλων, θέματα εξώγαμων ή έκθετων παιδιών, δικαιώματα δούλης σε περίπτωση λύσης του γάμου, προίκα, πατρική περιουσία, υιοθεσία, αγορά δούλου, δίκαιο της «πατρούχου» κ.α. Στην Επιγραφή υπάρχουν χρηματικές ποινές για διάφορα αδικήματα και θυμίζουν το σύγχρονο Αστικό Δίκαιο και τη χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Το πρόστιμο καταβάλλεται στο θύμα και όχι στην πολιτεία. Απαγορευόταν ακόμη η παράνομη κατακράτηση προσώπων, περιουσιακών στοιχείων και δούλων.
Επιπροσθέτως, το γεγονός ότι υπάρχει προβλεπόμενη ποινή για βιασμό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τύγχαναν σεβασμού οι αρχές περί γενετήσιας ελευθερίας του ατόμου. Όσο αφορά τους δούλους, ο νόμος τιμωρούσε όσους τους προσέβαλαν, άλλωστε, όπως χαρακτηριστικά έχει γραφτεί: Στην Γόρτυνα οι δούλοι ήταν λιγότερο «δούλοι» από τους δούλους των άλλων πόλεων.
Για το τέλος έμειναν ως άξιες σχολιασμού οι διατάξεις περί μοιχείας οι οποίες ορίζουν τιμωρία για το συνένοχο αλλά όχι γι’ αυτόν ή αυτήν που παραβαίνει τους όρκους του γάμου. Γενικά, στις αρχαίες νομοθεσίες και το ρωμαϊκό δίκαιο με την έννοια της μοιχείας συνδεόταν μόνο η γυναίκα και ο συνένοχός της ενώ για τον άντρα η αντιμετώπιση ήταν επιεικέστατη. Κόντρα στις αντιλήψεις αυτές η Επιγραφή δεν θεωρεί αδίκημα τη μοιχεία της γυναίκας, η οποία όπως έχει αναφερθεί «αγνοείται». Ρηξικέλευθοι οι Γορτύνιοι; Όχι, Δωριείς! Στις κοινωνίες αυτές η θέση της γυναίκας σαφώς και δεν ήταν ισάξια με αυτή του άνδρα, απολάμβανε όμως εκείνη περισσότερες ελευθερίες σε σχέση με τη γυναίκα της Αθήνας για παράδειγμα. Το αττικό δίκαιο προβλέπει το φόνο του συνενόχου της μοιχείας και την τιμωρία της «μοιχαλίδος» τη στιγμή που στη Σπάρτη , σύμφωνα με τον ιστορικό Πλούταρχο, η έννοια της μοιχείας είναι άγνωστη. Οφείλουμε, ολοκληρώνοντας, να ερμηνεύσουμε αυτού του είδους την αντιμετώπιση υπό το πρίσμα της θεωρίας που συνδέεται με το ρόλο της γυναίκας ως προς την παιδοποιία.
Συνοψίζοντας, η Μεγάλη Δωδεκάδελτος Επιγραφή της Γόρτυνας πέραν των όσων αναφέρθηκαν είναι μια πρώιμη μορφή κώδικα δικαιωμάτων του ανθρώπου. Αποδεικνύει αποστομωτικά την πρόοδο του ελληνικού πνεύματος σε μια εποχή αρχαιότατη. Για μας τους Μεσσαρίτες είναι ένας ακόμα λόγος να νιώθουμε περήφανοι γι’ αυτόν εδώ τον ευλογημένο τόπο σε μέρες που το έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Κάπως έτσι απαντώ στα ακούραστα νεανικά μυαλά που ζήτησαν να μάθουν για ένα κεφάλαιο της ιστορίας το οποίο παρέλειψε η διδακτέα ύλη τους με την ελπίδα αυτή τη γνώση να έχουν μέσα τους αν βρεθούν κοντά σε ανθρώπους που πιστεύουν ότι οι αρχαιολογικοί χώροι είναι απλώς μέρη γεμάτα πέτρες.
* Η Αφροδίτη Γερωνυμάκη είναι φιλόλογος