Θλίψη σε όλη την Κρήτη σκόρπισε η είδηση του θανάτου του καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γιάννη Τσελέντη. Ο καθηγητής Ιατρικής άφησε αιφνίδια την τελευταία του πνοή και οι μαθητές του, συντετριμμένοι, είπαν το δικό τους «αντίο».
Όπως αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους, μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Τσελέντης υπήρξε ευπατρίδης της επιστήμης της Μικροβιολογίας, αφιερωμένος στην εκπαίδευση και την επιστημονική έρευνα με αποτέλεσμα την ανάδειξη πλειάδας φοιτητών του σε ακαδημαϊκούς δασκάλους της Ελλάδας και του εξωτερικού. Υπήρξε επίσης δάσκαλος μικροβιολόγων και στελεχών Δημόσιας Υγείας σε όλη την Ελλάδα
Σαν προσωπικότητα ήταν οραματιστής, μαχητικός αλλά και προσηνής, ανθρώπινος με πολιτιστικές και κοινωνικές ευαισθησίες.
Ειδικότερα, στην ανακοίνωσή τους αναφέρουν τα εξής:
«Με μεγάλη θλίψη σήμερα τις πρώτες πρωινές ώρες, πληροφορηθήκαμε τον αιφνίδιο θάνατο του ομότιμου καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Γιάννη Τσελέντη.
Ο Γιάννης Τσελέντης υπήρξε από τους πρώτους καθηγητές που έσπευσαν να επανδρώσουν και να οργανώσουν την Ιατρική Σχολή αμέσως μετά την ίδρυση της. Με όραμα, ενεργό δυναμική και παρουσία από 1986 συνέβαλε σημαντικά στα πρώτα βήματα της Ιατρικής Σχολής και του ΠΑΓΝΗ. Είναι ο ιδρυτής και ο πρώτος διευθυντής του εργαστηρίου Μικροβιολογίας του ΠΑΓΝΗ και καθηγητής του αντίστοιχου αντικειμένου στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (1986-2007).
Ο Γ. Τσελέντης γεννήθηκε στο Ζαΐρ της Αφρικής το 1938 και σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα. Οι μεταπτυχιακές σπουδές του έγιναν στο Πανεπιστήμιο του Παρισίου και στο Ινστιτούτο Παστέρ της Γαλλίας όπου αναγορεύθηκε καθηγητής Παρασιτολογίας και Τροπικής Ιατρικής.
Από τις κορυφαίες στιγμές της διαδρομής του ήταν η ίδρυση με σειρά παρεμβάσεων του Εθνικού Κέντρου Επιδημιολογικής Παρακολούθησης και Παρέμβασης (ΕΚΕΠΑΠ), στα πλαίσια του ΚΕΕΛΠΝΟ (σημερινού ΕΟΔΥ) του οποίου διετέλεσε μέλος του ΔΣ επί σειρά ετών. Η συμβολή του ήταν καθοριστική για την εισαγωγή στη Ελλάδα του συστήματος επιδημιολογικής επιτήρησης λοιμωδών νοσημάτων.
Παράλληλα είχε ενεργή συμμετοχή από το 1982 μέχρι το 1999 στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Επιδημιολογία ως εμπειρογνώμονας, με καθοριστική συνεισφορά που έφερε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δομών όπως το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Επεμβατικής Επιδημιολογίας και Κατάρτισης EPIET: (European Prοgramme for Intervention Epidemiology Training). Επίσης μετά από εισήγησή του ιδίου και των Γάλλων καθηγητών M. Broden και M. Farby, ιδρύθηκε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Επιτήρησης των Νοσοκομειακών Λοιμώξεων, HELICS.
Στα πλαίσια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO) μεταξύ 1990-2010, διετέλεσε Διευθυντής του W.H.O.c.c. (Κέντρο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στο Εργαστήριο Βακτηριολογίας, Παρασιτολογίας, Ζωονόσων και Γεωγραφικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης) για τον έλεγχο και την καταπολέμηση των Ζωονόσων και την εκπαίδευση ανωτάτων στελεχών των Υπουργείων Υγείας και Γεωργίας των κρατών της Μεσογείου. Συμμετείχε σε πολλαπλές αποστολές κατά τις οποίες εκπαίδευσε υποτρόφους του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας από τις χώρες της Αιγύπτου, Αλβανίας, Ιορδανίας, Κύπρου, Λιβάνου, Σερβίας, Συρίας, Μαρόκου, Ιράν και Αλγερίας.
Ήταν επίσης, μέλος της Επιτροπής Συντονισμού του Μεσογειακού Προγράμματος Ελέγχου Ζωονόσων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Συμμετείχε ως εκπρόσωπος της Ελλάδας στην σύσταση μιας διακυβερνητικής ομάδας εργασίας για την ανανέωση των διεθνών κανόνων υγείας (IHR – INTERGOVERMENTAL WORKING GROUP ON REVISION OF THE INTERNATIONAL HEALTH REGULATIONS), τα 28 μέλη της οποίας είχαν την εντολή για την ανανέωση του διεθνούς κανονισμού υγείας, σε συνεργασία με μέλη του WHO και με τα μέλη του Διεθνούς Οργανισμού των Κανόνων Υγείας.
Η ερευνητική του κατεύθυνση ήταν πρωτοπόρος στη μελέτη και τον έλεγχο της μικροβιακής αντοχής.
Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη ΔΕΠ του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Δημόσια Υγεία και στη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας και συμμετείχε ενεργά στο σχεδιασμό και στη διδασκαλία του. Η συνεισφορά του ήταν ιδιαίτερα σημαντική καθότι κάλυπτε όλο το φάσμα των λοιμωδών νόσων, με έμφαση στην πρόληψη και στην επιτήρηση, εμπλουτίζοντας τη θεματολογία και το εύρος του πεδίου του ΠΜΣ και προσελκύοντας πολλούς αξιόλογους φοιτητές από τους αντίστοιχους τομείς.
Ο Γ. Τσελέντης υπήρξε ευπατρίδης της επιστήμης της Μικροβιολογίας, αφιερωμένος στην εκπαίδευση και την επιστημονική έρευνα με αποτέλεσμα την ανάδειξη πλειάδας φοιτητών του σε ακαδημαϊκούς δασκάλους της Ελλάδας και του εξωτερικού. Υπήρξε επίσης δάσκαλος μικροβιολόγων και στελεχών Δημόσιας Υγείας σε όλη την Ελλάδα
Σαν προσωπικότητα ήταν οραματιστής, μαχητικός αλλά και προσηνής, ανθρώπινος με πολιτιστικές και κοινωνικές ευαισθησίες.
Ας αναπαυθεί εν ειρήνη!
Οι μαθητές του».